Δυνατότητα μείωσης υπέρμετρα δυσανάλογης ποινικής ρήτρας. Αναιρετικός έλεγχος των αόριστων νομικών εννοιών (νομολογία)

ΑΠ 1439/2012: Δυνατότητα μείωσης υπέρμετρα δυσανάλογης ποινικής ρήτρας. Αναιρετικός έλεγχος των αόριστων νομικών εννοιών για ευθεία και εκ πλαγίου παραβίαση κανόνων του ουσιαστικού δικαίου. «Κατά τη διάταξη του άρθρου 404 Α.Κ.: "Ο οφειλέτης μπορεί να υποσχεθεί στο δανειστή ως ποινή χρηματικό ποσό ή κάτι άλλο (ποινική ρήτρα), για την περίπτωση που δεν θα εκπλήρωνε ή που δεν θα εκπλήρωνε προσηκόντως την παροχή". Εξάλλου κατά τη διάταξη του άρθρου 405 του ίδιου κώδικα: "Η ποινή καταπίπτει αν ο οφειλέτης αδυνατεί υπαίτια να εκπληρώσει την παροχή ή αν περιέλθει σε υπερημερία. Η κατάπτωση της ποινής επέρχεται και αν ακόμη ο δανειστής δεν έχει υποστεί καμιά ζημία".
Από τις διατάξεις αυτές σε συνδυασμό με εκείνες του άρθρου 361 Α.Κ. προκύπτει ότι στα πλαίσια της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων είναι έγκυρος ο όρος της συμβάσεως χρηματοδοτικής μισθώσεως κατά τον οποίο, αν καταγγελθεί η μίσθωση λόγω παραβάσεως όρου της συμβάσεως από το μισθωτή, καθίστανται απαιτητά και ληξιπρόθεσμα όλα τα μη δεδουλευμένα μισθώματα, στην πραγματικότητα δε ο όρος αυτός αποτελεί συνομολόγηση ποινικής ρήτρας. Τέλος κατά τη διάταξη του άρθρου 409 Α.Κ.: "Αν η ποινή που συμφωνήθηκε είναι δυσανάλογα μεγάλη, μειώνεται, ύστερα από αίτηση του οφειλέτη, από το δικαστήριο στο μέτρο που αρμόζει. Αντίθετη συμφωνία δεν ισχύει". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι το δικαστήριο της ουσίας, για τη μόρφωση της δικαστικής του κρίσεως σε σχέση με τον προσδιορισμό του περιεχομένου της αόριστης νομικής έννοιας της "δυσανάλογα μεγάλης ποινής" και του "μέτρου που αρμόζει", λαμβάνει υπόψη τα περιστατικά που σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση συντρέχουν και ιδίως το μέγεθος της ποινής σε σύγκριση με την αξία της αντιπαροχής του δανειστή, την οικονομική κατάσταση των μερών, τα συμφέροντα του δανειστή που επλήγησαν από την αθέτηση της συμβάσεως, την έκταση της συμβατικής παραβάσεως του οφειλέτη, το βαθμό του πταίσματός του, την ενδεχόμενη ωφέλειά του από τη μη εκπλήρωση της παροχής, τα απώτερα επιβλαβή αποτελέσματα και κάθε δικαιολογημένο συμφέρον του δανειστή. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ελέγχεται κατά το άρθρο 559 αριθ. 1 και 19 Κ.Πολ.Δ. για την ορθή υπαγωγή στα ανωτέρω κριτήρια του άρθρου 409 Α.Κ. των περιστατικών που έγιναν ανελέγκτως δεκτά, δεν ελέγχεται όμως ο προσδιορισμός του ποσού κατά το οποίο κρίθηκε ότι πρέπει να μειωθεί η ποινική ρήτρα. Κατά την γνώμη όμως ενός μέλους του Δικαστηρίου (του αντιπροέδρου Αθανασίου Κουτρομάνου) ο προσδιορισμός της ποινικής ρήτρας από το ουσιαστικό δικαστήριο ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο - μόνον - για παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας (πρβλ. μειοψηφούσα γνώμη εις Α.Π. 1257/2011).
Για τη σχετική πάντως κρίση του δικαστηρίου λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος εκδόσεως της οριστικής αποφάσεως του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, δηλαδή της συζητήσεως μετά την οποία αυτή εξεδόθη, ασχέτως αν κατά τις περιστάσεις λαμβάνονται υπόψη περιστατικά αναγόμενα σε προγενέστερο χρόνο. (areiospagos.gr / legalnews24.gr)

Σχόλια