Νόμος 4172/2013 : Φορολογία
εισοδήματος, επείγοντα μέτρα εφαρμογής του ν. 4046/2012, του ν. 4093/2012 και
του ν. 4127/2013 και άλλες διατάξεις. (ΦΕΚ Α' 167/23-07-2013)
Άρθρο 105 –
Τροποποίηση διατάξεων του ΚΠολΔ
1. Η παράγραφος 4 του
άρθρου 691 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής: «4. Η συζήτηση της προσωρινής
διαταγής προσδιορίζεται υποχρεωτικά μέσα σε αποκλειστική προθεσμία δύο (2)
ημερών από την κατάθεση της αίτησης. Αν ο δικαστής κρίνει ότι είναι αναγκαία η
εμφάνιση του καθ' ου η αίτηση τον καλεί με οποιονδήποτε τρόπο μέσα στην
παραπάνω προθεσμία. Αν γίνει δεκτό το αίτημα για έκδοση προσωρινής διαταγής, η
σχετική αίτηση ασφαλιστικών μέτρων προσδιορίζεται για συζήτηση μέσα σε τριάντα
(30) ημέρες, άλλως προσωρινή διαταγή δεν χορηγείται.
2. Στο τέλος της
παραγράφου 5 του άρθρου 691 του Κ.Πολ.Δ. προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Αν η προσωρινή διαταγή παραταθεί κατά την παράγραφο 4 ή χορηγηθεί κατά τη συζήτηση της αίτησης, η απόφαση του Δικαστηρίου δημοσιεύεται μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη συζήτηση.»
«Αν η προσωρινή διαταγή παραταθεί κατά την παράγραφο 4 ή χορηγηθεί κατά τη συζήτηση της αίτησης, η απόφαση του Δικαστηρίου δημοσιεύεται μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από τη συζήτηση.»
3. Η παράγραφος 1 του
άρθρου 693 του Κ.Πολ.Δ. αντικαθίσταται ως εξής:
«1. Αν το ασφαλιστικό μέτρο έχει διαταχθεί πριν από την άσκηση της αγωγής για την κύρια υπόθεση, ο αιτών οφείλει μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης, να ασκήσει τη σχετική αγωγή, εκτός αν το δικαστήριο ορίσει επιπλέον προθεσμία μέχρι είκοσι (20) ημερών. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στις υποθέσεις που διατάχθηκε ως ασφαλιστικό μέτρο προσημείωση υποθήκης, κατόπιν ομολογίας ή αποδοχής της αίτησης από τον καθ' ου η αίτηση, και στις υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων νομής ή κατοχής. Ειδικώς επί διαφορών για άκυρη απόλυση εργαζομένου με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, αν η αγωγή δεν έχει ασκηθεί μέχρι τη συζήτηση της αίτησης λήψης ασφαλιστικών μέτρων, η τελευταία απορρίπτεται ως απαράδεκτη.»
«1. Αν το ασφαλιστικό μέτρο έχει διαταχθεί πριν από την άσκηση της αγωγής για την κύρια υπόθεση, ο αιτών οφείλει μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από τη δημοσίευση της απόφασης, να ασκήσει τη σχετική αγωγή, εκτός αν το δικαστήριο ορίσει επιπλέον προθεσμία μέχρι είκοσι (20) ημερών. Η διάταξη αυτή δεν εφαρμόζεται στις υποθέσεις που διατάχθηκε ως ασφαλιστικό μέτρο προσημείωση υποθήκης, κατόπιν ομολογίας ή αποδοχής της αίτησης από τον καθ' ου η αίτηση, και στις υποθέσεις ασφαλιστικών μέτρων νομής ή κατοχής. Ειδικώς επί διαφορών για άκυρη απόλυση εργαζομένου με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, αν η αγωγή δεν έχει ασκηθεί μέχρι τη συζήτηση της αίτησης λήψης ασφαλιστικών μέτρων, η τελευταία απορρίπτεται ως απαράδεκτη.»
4. Στο άρθρο 672Α του
Κ.Πολ.Δ. προστίθεται παράγραφος 2 ως εξής:
«2. Επί διαφορών για άκυρη απόλυση εργαζομένου με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ή μεταβολής της εργασιακής του κατάστασης, η πραγματική απασχόληση του οποίου έχει διαταχθεί ως ασφαλιστικό μέτρο, αναβολή της συζήτησης της αγωγής επιτρέπεται μόνο μία φορά και μόνο αν συντρέχει περίπτωση ανώτερης βίας και η αναβολή γίνεται σε δικάσιμο μέσα σε σαράντα (40) ημέρες, διαφορετικά αίρεται αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο που έχει διαταχθεί. Επί των διαφορών αυτών η απόφαση εκδίδεται μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από τη συζήτηση της αγωγής. Αν η συζήτηση της αγωγής ματαιωθεί, αίρεται αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο που έχει διαταχθεί. Επίσης αίρεται αυτό αυτοδικαίως, σε περίπτωση κατάργησης της δίκης με παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής και σε περίπτωση έκδοσης οριστικής απόφασης σε βάρος εκείνου που έχει ζητήσει το ασφαλιστικό μέτρο.»
«2. Επί διαφορών για άκυρη απόλυση εργαζομένου με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ή μεταβολής της εργασιακής του κατάστασης, η πραγματική απασχόληση του οποίου έχει διαταχθεί ως ασφαλιστικό μέτρο, αναβολή της συζήτησης της αγωγής επιτρέπεται μόνο μία φορά και μόνο αν συντρέχει περίπτωση ανώτερης βίας και η αναβολή γίνεται σε δικάσιμο μέσα σε σαράντα (40) ημέρες, διαφορετικά αίρεται αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο που έχει διαταχθεί. Επί των διαφορών αυτών η απόφαση εκδίδεται μέσα σε προθεσμία εξήντα (60) ημερών από τη συζήτηση της αγωγής. Αν η συζήτηση της αγωγής ματαιωθεί, αίρεται αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο που έχει διαταχθεί. Επίσης αίρεται αυτό αυτοδικαίως, σε περίπτωση κατάργησης της δίκης με παραίτηση από το δικόγραφο της αγωγής και σε περίπτωση έκδοσης οριστικής απόφασης σε βάρος εκείνου που έχει ζητήσει το ασφαλιστικό μέτρο.»
Αρθρο 106. Μεταβατικές
και καταργούμενες διατάξεις
1. Αγωγές για άκυρη
απόλυση εργαζομένου με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, η πραγματική απασχόληση
του οποίου έχει διαταχθεί ως ασφαλιστικό μέτρο, οι οποίες κατά τη δημοσίευση
του παρόντος νόμου είναι εκκρεμείς και έχουν προσδιοριστεί να εκδικαστούν μετά
την 1.12.2013 εκδικάζονται υποχρεωτικά, ύστερα από κλήση οποιουδήποτε διαδίκου
που κατατίθεται στη γραμματεία του αρμόδιου δικαστηρίου και επιδίδεται στον
αντίδικο μέσα σε είκοσι ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, μέχρι την
1.11.2013, διαφορετικά αίρεται αυτοδικαίως το ασφαλιστικό μέτρο που έχει
διαταχθεί.
2. Αιτήσεις
ασφαλιστικών μέτρων για την προσωρινή ρύθμιση καταστάσεως επί διαφορών για
άκυρη απόλυση εργαζομένου με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, για τις οποίες έχει
χορηγηθεί προσωρινή διαταγή και οι οποίες κατά τη δημοσίευση του παρόντος νόμου
είναι εκκρεμείς, εκτός των περιπτώσεων που αναφέρονται στο εδάφιο β' της
παραγράφου 1 του άρθρου 693, και έχουν προσδιοριστεί να εκδικαστούν μετά την
1.12.2013, εκδικάζονται υποχρεωτικά, ύστερα από κλήση οποιουδήποτε διαδίκου που
κατατίθεται στη γραμματεία του αρμόδιου δικαστηρίου και επιδίδεται στον
αντίδικο μέσα σε είκοσι ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, μέχρι την
1.11.2013, διαφορετικά παύει αυτοδικαίως η ισχύς της προσωρινής διαταγής.
3. Το άρθρο 732Α
Κ.Πολ.Δ. που προστέθηκε με το άρθρο 64 του ν. 4193/2013 καταργείται.
Αρθρο 107. Ενσωμάτωση
της Οδηγίας 2013/25/Ε.Ε.
1. Η παράγραφος 2 του
άρθρου 2 του π.δ. 258/1987 (Α΄ 125) «Διευκόλυνση της ελεύθερης παροχής
υπηρεσιών από δικηγόρους σε συμμόρφωση προς την Οδηγία του συμβουλίου των
Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων 77/249/ ΕΟΚ της 22ας Μαρτίου 1977» αντικαθίσταται ως
ακολούθως:
«2. Δικηγόρος, κατά
την προηγούμενη παράγραφο, νοείται κάθε πρόσωπο που δικαιούται να ασκεί τις
επαγγελματικές του δραστηριότητες στη χώρα προελεύσεώς του υπό μία από τις
ακόλουθες ονομασίες:
Αυστρία: Rechtsanwalt
Βέλγιο:
Avocat/Advocaat/Rechtsanwait
Βουλγαρία: ΑΒΟΚΑΤ
Γαλλία: Avocat
Γερμανία: Rechtsanwalt
Δανία: Advokat
Ελβετία:
Avocat/Advokat, Rechtsanwalt, Anwalt,
Forsprecher,
Forsprech/Avvocato
Εσθονία: Vandeadvokaat
Ηνωμένο Βασίλειο:
Advocate/Barrister/Solicitor
Ιρλανδία:
Barrister/Solicitor
Ισπανία:
Abocado/Advocat/Avogado/Abocatu
Ιταλία: Avvocato
Κάτω Χώρες: Advocaat
Κύπρος: Δικηγόρος
Λετονία: Zverinats
advokats
Λιθουανία: Advokatas
Λουξεμβούργο: Avocat
Μάλτα:
Avukat/Prokutatur Legali
Ουγγαρία: Ugyved
Πολωνία: Advokat/Radca
prawny
Πορτογαλία: Advogado
Ρουμανία: Avocat
Σλοβακία:
Advokat/Komercny pravnik
Σλοβενία:
Odventik/Odventica
Σουηδία: Advokat
Τσεχική Δημοκρατία:
Advokat
Φινλανδία:
Asianajaja/Advokat
Κροατία:
Odvjetnik/Odvjetnics.
Σχόλια