Όταν μερικά χρόνια πριν έγραφα για το Θεό Ποταμό[1] δεν
φανταζόμουν ότι η θεματολογία αυτή θα μας οδηγούσε τόσο μακρυά. Το επόμενο σχόλιο για τους υδατικούς
πόρους[2] ανέδειξε την
κρισιμότητα του θεού ποταμού για τη νομολογία που έμελλε όμως να μου προκαλέσει
κύματα ζήλιας καθώς όταν δημοσιεύθηκε η ΣτΕ 391/2008 για το Mall κανείς δεν μου
πρότεινε να τη σχολιάσω. Σήμερα αρκετά χρόνια μετά η Ολομέλεια με απόσταση
ημερών εξέδωσε δύο αποφάσεις που
επιτρέπουν σκέψεις όπως οι σημερινές. Την ΣτΕ Ολ 26/2014 και τη ΣτΕ Ολ 376/2014
(που ακόμη δεν έχει θεωρηθεί). Με την αφορμή αυτή σχολιάζοντας την πρώτη έχω τη
ευκαιρία να κοπάσω τη ζήλια μου. Η ΣτΕ (Ολ) 26/2014 κλείνει έναν κύκλο δικών σχετικά με την
εκτροπή του ποταμού Αχελώου. Η επιμονή της ελληνικής πολιτείας στο έργο και η
νομική τσαχπινιά έδωσαν κίνητρο για έναν έξαλλο ρου στο δίκαιο εσχάτως την
μεταμόρφωση του Συμβουλίου της Επικρατείας σε συνταγματικό δικαστήριο.
Η σημασία της απόφασης μέγιστη καθώς για πρώτη φορά άπτεται
σε ακύρωση νόμου στη χώρα. Παρότι δεν ακυρώνει ευθέως στο διατακτικό της, το
σύνολο του σκεπτικού θεωρεί βάσιμους λόγους ακυρώσεως που αναφέρονται σε
νομοθετικές διατάξεις.
Λίγες μέρες μετά ακολούθησε στην ίδια θεματική η ΣτΕ (Ολ) 376/2014
για το The Mall Athens που ακύρωσε τη με νόμο κυρωθείσα άδεια του μεγαλύτερου
εμπορικού κέντρου της χώρας[3]. Είναι φανερό ότι το
Συμβούλιο της Επικρατείας κινήθηκε αποφασισμένο και συνειδητό στις επιλογές
του. Στη δεύτερη μάλιστα απόφαση όπως γνωρίζουμε από την παραπεμπτική του 2008
προσβαλλόμενη πράξη ήταν ευθέως η προκύπτουσα από τη νομοθετική διάταξη άδεια:
«2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση «των εις
το ΦΕΚ Α΄
302/24.12.2003, υπό το ένδυμα νόμου (3207/03, αρθ. 6),
εμπεριεχομένων
πολεοδομικών ρυθμίσεων, ήτοι εγκρίσεως ρυμοτομικού σχεδίου
στον χώρον
Ο.Α.Κ.Α. Αμαρουσίου, εγκρίσεως πράξεων εφαρμογής, αδείας
κατασκευής
εγκαταστάσεων, καθορισμού χρήσεων, εγκρίσεως της θέσεως και
διατάξεως των
κτιρίων δια χαρακτηρισμού της τοιαύτης εγκρίσεως ως
πολεοδομικής αδείας και,
τέλος, αδείας απ’ ευθείας εκποιήσεως των ακινήτων του
Ο.Ε.Κ.».
Η ΣτΕ 391/2008 του Ε τμήματος είχε δώσει σοβαρές ενδείξεις
περί του τι έμελλε γενέσθαι. Παράλληλα
εκκρεμούσαν υποθέσεις στο ΔΕΕ που αναδείκνυαν ένα γνωστό στην κοινοτική έννομη
τάξη ζήτημα: αυτό της σχέσης της προστασίας περιβάλλοντος και της δικαστικής
προστασίας. Το πλήρωμα του χρόνου ήρθε με την συνηθισμένη καθυστέρηση που
δημιουργεί τετελεσμένα και διατρανώνει τη διάσταση της επιστήμης και της πραγματικότητας.
Στη χώρα μας άλλωστε η «αντίσταση» κατά του ακυρωτικού ελέγχου δια ποικίλων
νομικών τεχνασμάτων έχει αναχθεί σε επιστήμη και πολιτική πράξη καθώς πλείονες
επώνυμοι επιστήμονες αποκτούν και πολιτικούς ρόλους. Οπότε αντιστέκονται
σθεναρά και από το μετερίζι της πολιτικής και της εξουσίας στο απρόβλεπτο όπως
πιστεύουν δικαστήριο με τα επιστημονικά εργαλεία που έκαστος δύναται να
προσφέρει. Για την Ελλάδα λοιπόν το ζήτημα της αντίστασης κατά του δικαστή δεν
αφορά μόνον τα θέματα περιβάλλοντος όπως θα πίστευαν κάποιοι τον καιρό των
αθώων ημερών «Δεκλερή». Εκτείνεται σε πλειάδα ζητημάτων και δοκιμάζει κάθε πηγή
δικαίου: από το Σύνταγμα όπως έγινε με τη συνταγματοποίηση αντισυνταγματικών
διατάξεων στο παρελθόν, όπως και πολλάκις το νόμο με στόχο μοναδικό την αποφυγή
του ακυρωτικού ελέγχου των πράξεων της διοίκησης.
Ήταν τάχα τόσο επικίνδυνο το Συμβούλιο της Επικρατείας; Προσωπικά πίστευα πως όχι και πώς αρκεί μια εύλογη αντιμετώπιση των νομικών
ζητημάτων κατά τους παραδοσιακούς
τρόπους για να μην εκραγεί η οργή του. Ως δικηγόρος επαληθεύθηκα παρά το
γεγονός ότι συχνά εντολείς μου θεωρούσαν ότι η απειρία και ο ρομαντισμός με
κάνουν τόσο αθώα. Οι τελευταίες δύο δεκαετίες δεν άλλαξαν πολύ τις σκέψεις της
πολιτείας: αν παλιά θεωρούσαν ότι οι νόμοι αυξημένης τυπικής ισχύος διασφάλιζαν
την απουσία δικαστικού ελέγχου και την ασφάλεια δικαίου[4]
των επενδύσεων με κεφάλαια εξωτερικού (αλλά και κοινοτικά που διόλου δεν ήταν
εξωτερικού) σήμερα αν και πολλοί εμμένουν στο συγκεκριμένο μέσο το Σύνταγμα και
οι κοινοί νόμοι προσφέρουν καταλληλότερο ένδυμα.
Έτσι κατέστη «ένδυμα» ο νόμος και υποχρέωση του δικαστή
έγινε αναγκαστικά το ξεγύμνωμα.
Η ΣτΕ 391/2008 που ήταν η πρώτη ένδειξη με αφορμή το Mall υπήρξε
ιδιαίτερη περίπτωση δικαστικού ελέγχου νομοθετικής
κύρωσης με νόμο, ο οποίος κατά ενσωματώνει διοικητικές πράξεις και μάλιστα
μέχρι του σημείου που να περιλαμβάνουν όλη την ατομική ρύθμιση του ζητήματος,
ώστε να μην προβλέπεται η έκδοση καμιάς ατομικής πράξης[5].
Επρόκειτο ειδικότερα, για την έγκριση
ρυμοτομικού σχεδίου στον χώρο ΟΑΚΑ Αμαρουσίου, την έγκριση πράξεων εφαρμογής,
την άδεια κατασκευής εγκαταστάσεων, τον καθορισμό χρήσεων, την έγκριση της
θέσης και διάταξης των κτιρίων με τον χαρακτηρισμό της έγκρισης αυτής ως
πολεοδομικής άδειας και, τέλος, την άδεια απ’ ευθείας εκποίησης των ακινήτων
του ΟΕΚ. Με την απόφαση αυτή παραπέμφθηκε στην Ολομέλεια το ζήτημα της
συμβατότητας προς το Σύνταγμα διατάξεων του N 3207/2003, Ρύθμιση θεμάτων
Ολυμπιακής Προετοιμασίας και άλλες διατάξεις, βάσει των οποίων, κατ’ απόκλιση
από τη συνήθη, προβλεπόμενη στο νόμο, διοικητική διαδικασία, θεσπίζονται
ατομικές ρυθμίσεις χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού και ήδη εκδόθηκε η
απόφαση ΣτΕ Ολ 376/2014.
Στο μεταξύ η Ολομέλεια είχε αναβάλει την έκδοση απόφασης
αναμένοντας την απόφαση του ΔΕΕ της 18ης Οκτωβρίου 2011, C-128/09, C-129/09,
C-130/09, C-131/09 C-134/09 και C-135/09, Bonus et Roua κ.λπ.που έκρινε ανάλογο
ζήτημα. Είναι φανερό δηλαδή ότι το ΣτΕ συγκρότησε τη θέση του αφού εξάντλησε το
σκέλος της ορθότητας που θα μπορούσε να αμφισβητηθεί.
Με την απόφαση της 18ης Οκτωβρίου 2011 επί των ανωτέρω
υποθέσεων C-128/09, C-129/09, C-130/09, C-131/09 C-134/09 και C-135/09, Bonus
et Roua κ.λπ.,, το ΔΕΕ έκρινε ότι το άρθρο 1, παρ. 5, της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ
έχει την έννοια ότι από το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας (επομένως και
από το άρθρο 10α αυτής που προβλέπει δικαστικό έλεγχο των εμπιπτουσών στις
διατάξεις της πράξεων ή παραλείψεων) εξαιρούνται μόνο τα σχέδια που εγκρίνονται
καταλεπτώς με ειδική νομοθετική πράξη, κατά τρόπον ώστε οι σκοποί που
επιδιώκονται με την οδηγία να επιτυγχάνονται μέσω της νομοθετικής διαδικασίας
[Ειδικότερα, η διάταξη του άρθρου 1 παρ. 5 της οδηγίας 85/337/ΕΟΚ εξαρτά από
δύο προϋποθέσεις την εξαίρεση από το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας. Η
πρώτη απαιτεί το σχέδιο να εγκρίνεται καταλεπτώς (δηλαδή κατά τρόπο επαρκώς
ακριβή και οριστικό) με ειδική νομοθετική πράξη (η οποία πρέπει να περιέχει,
όπως μια διοικητική άδεια, όλα τα στοιχεία του σχεδίου που κρίνονται λυσιτελή
για την εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον, αφού προηγουμένως τα στοιχεία
αυτά ληφθούν υπόψη από τον νομοθέτη). Σύμφωνα με τη δεύτερη, οι σκοποί της
οδηγίας (η διασφάλιση, δηλαδή, πριν από τη χορήγηση της σχετικής άδειας ότι
εκτιμώνται οι επιπτώσεις των σχεδίων που ενδέχεται να θίξουν σημαντικά το
περιβάλλον, ιδίως λόγω της φύσης, του μεγέθους ή του τόπου πραγματοποίησής
τους), συμπεριλαμβανομένου αυτού της παροχής πληροφοριών, πρέπει να
επιτυγχάνονται μέσω της νομοθετικής διαδικασίας]. Στο εθνικό δικαστήριο
απόκειται να εξακριβώσει ότι τηρήθηκαν οι προϋποθέσεις αυτές, αφού λάβει υπόψη
τόσο το περιεχόμενο της εκδοθείσας νομοθετικής πράξης όσο και το σύνολο της
νομοθετικής διαδικασίας που οδήγησε στην έκδοσή της. Έτσι νομοθετική πράξη η
οποία «επικυρώνει» αμιγώς και μόνον προϋφιστάμενη διοικητική πράξη και η οποία
περιορίζεται στην αναφορά επιτακτικών λόγων γενικού συμφέροντος χωρίς να έχει
προηγηθεί κίνηση νομοθετικής διαδικασίας επί της ουσίας μέσω της οποίας
διασφαλίζεται η τήρηση των εν λόγω προϋποθέσεων δεν μπορεί να λογίζεται ειδική
νομοθετική πράξη κατά την έννοια της διάταξης αυτής και, ως εκ τούτου, δεν
αρκεί για να εξαιρεθεί ένα σχέδιο από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας
85/337/ΕΟΚ. Με άλλα λόγια, το ΔΕΕ δεν απαιτεί τον ευθύ δικαστικό έλεγχο
νομοθετικής πράξης, αλλά την κατά τη νομοθετική διαδικασία τήρηση δύο
προϋποθέσεων που εξασφαλίζουν την επίτευξη των σκοπών της οδηγίας. Θα πρόσθετε
κανείς εφόσον τούτο είναι φυσικά δυνατό.Με την απόφαση της 16ης Φεβρουαρίου 2012, C-182/2010, Marie-Noëlle
Solvay κ.λπ. κατά Région wallonne, το ΔΕΕ επανέλαβε τη λύση που συνήχθη από την
προαναφερθείσα απόφαση Bonus et Roua κ.λπ.
Δεν αποτελεί αντικείμενο της παρούσας ο αναλυτικός σχολιασμός
της νομολογίας αυτής του ΔΕΕ και της εφικτότητας του διατακτικού της.
Σολωμόντια απόφαση σε τεχνικές που καταστρατηγούν τη διάκριση των λειτουργιών
σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, μη δυνάμενη να αναμειχθεί στον τρόπο λειτουργίας των
εθνικών κοινοβουλίων θα έλεγε κανείς πρόχειρα.
Στα εθνικά δικαστήρια απομένει λοιπόν να κρίνουν όχι το
ποιος αλλά το πώς …
Το ύφος της απόφασης της Ολομέλειας του ΣτΕ για τον Αχελώο, ενόψει
των ανωτέρω, αναφερθέντων καθιστά σαφές ότι δεν είναι δυνατή η συνέχιση του
διαλόγου του δικαστηρίου στο συγκεκριμένο πλαίσιο με τη διοίκηση, η οποία εδώ
και έτη επιχειρεί είτε να αποφύγει το δικαστικό έλεγχο της συγκεκριμένης
επιλογής, είτε να δημιουργήσει τετελεσμένα χρησιμοποιώντας το ένδυμα του νόμου
για να αποφύγει το δικαστικό έλεγχο[6]. Και η χρήση του όρου
ένδυμα του νόμου όμως δεν σημαίνει ήδη πολλά όταν γίνεται μέσα σε δικαστικές
αποφάσεις; Το πρόσχημα παραμένει
δηλωτικό: η σύμβαση του Ααρχους, οι ειδικές ρυθμίσεις του κοινοτικού δικαίου
για το περιβάλλον.
Κατ’αρχήν λοιπόν η μεθόδευση που ακολουθήθηκε αφορά στο
συγκεκριμένο τομέα υποθέσεων και μόνον. Άλλες «εγκρίσεις», αδειοδοτήσεις κλπ με
νόμο δεν εμπίπτουν στο συγκεκριμένο σκεπτικό. Τούτο όμως δεν είναι αυτονόητο
και προσωπικά θα ευχόμουν να δοθεί αφορμή για μια συνολικότερη ανατροπή της
μεταβολής του κοινοβουλίου σε καθαρτήριο των μη νομίμων διοικητικών πράξεων,
συμβάσεων κοκ όπως συμβαίνει σταθερά.
Μετά από τις πολυετείς διαμάχες ως προς το ζήτημα της
κύρωσης με νόμο διοικητικών πράξεων και την εξέλιξή της[7]
η νομολογία έδωσε έναυσμα στο σχετικό προβληματισμό μετά τη ΣτΕ 391/2008 που
παρέπεμψε στην Ολομέλεια το ζήτημα του Mall κρίνοντας ότι παραδεκτά προσβάλλεται
με αίτηση ακυρώσεως ατομική ρύθμιση χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού που
έγινε με νόμο[8]. Η συζήτηση αυτή έβαινε παράλληλα με αυτήν του
«θεού ποταμού» και υποθέτει κανείς ότι αυτός είναι ο λόγος της τόσο κοντινής
ημερομηνίας δημοσίευσης και των δύο αποφάσεων.
Η απόφαση ΣτΕ Ολ 26/2014 κατέστησε άνευ ετέρου το Συμβούλιο
της Επικρατείας συνταγματικό δικαστήριο το οποίο δύναται να ελέγχει και τη
συνταγματικότητα των νόμων ευθέως. Ανάλογη είναι η απόφαση του ΣτΕ για το “The
Mall”. Ιδιαίτερης σημασίας για τον δικαστικό έλεγχο των πηγών δικαίου, για τη
σχέση κοινοτικού και εθνικού δικαίου, η απόφαση του Αχελώου συνιστά ένα
υπαρξιακό βήμα για τη διαδρομή και την ταυτότητα του ΣτΕ στο μέλλον. Παρόλα
αυτά δεν δύναται να ακυρώνει το νόμο όπως φάνηκε στο διατακτικό, ούτε η ακύρωση
ισχύει για κάθε άδεια που ισχύει δυνάμει της ίδιας διάταξης. Το αδιέξοδο
συνεπώς είναι μεγάλο και σημαντικό.
Το Συμβούλιο Επικρατείας όμως δεν περιορίσθηκε στο ρόλο του
συνταγματικού δικαστή με τη συνολική ανατροπή των όρων ακυρωτικού ελέγχου των
διοικητικών πράξεων.
Προσεγγίζοντας την αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης μετά την
παραπομπή στο ΔΕΕ μοίρασε την πίττα μεταξύ του ΔΕΕ και του ιδίου κατά τρόπο
εξίσου πρωτοποριακό. Έτσι ήρε και τον διάλογο περί υπεροχής του ΔΕΕ έναντι του εθνικού
συνταγματικού δικαστηρίου με κατανομή των θεμάτων σίγουρα όχι λόγω
σπουδαιότητας αφού άφησε το μείζον για το ίδιο.
Το Συμβούλιο Επικρατείας, με αρκετή δόση χιούμορ πρέπει να
παραδεχθεί κανείς όπως και το ΔΕΕ, έκρινε ότι θα μπορούσε η Βουλή να ικανοποιήσει
τις απαιτήσεις της οδηγίας για περιβαλλοντική πληροφόρηση όπως εξίσου
χιουμοριστικά απεδέχθη το ΔΕΕ αλλά δεν τηρήθηκαν οι διαδικασίες της οδηγίας
85/337/ΕΟΚ ενώπιον του Κοινοβουλίου. Ωσάν και τούτο να ήταν ποτέ δυνατό. Στο
διάλογο αυτό με το ΔΕΕ ανέδειξε τον εαυτό του το ΣτΕ να έχει εξίσου αν όχι
περισσότερο χιούμορ.
Στο σημείο της υπόθεσης για την οποία οι νομικοί (αν και όχι
οι επιχειρηματίες) έχουμε κάθε λόγο να πανηγυρίζουμε, σταματούμε με περίσκεψη
είναι η απουσία κάθε ασφάλειας δικαίου. Εκεί και εγώ που τόσο απολαμβάνω τη
διαδρομή του Αχελώου στο δίκαιο, τον έξαλλο ρου του δηλαδή, κοντοστέκομαι καθώς
αναδεικνύεται σε καταρράκτη βίαιο και τραγικό. Ο θεός ποταμός μας εξήγησε
λοιπόν με την ΣτΕ (Ολ) 26/2014 ότι δεν υπάρχει απολύτως καμία ασφάλεια δικαίου
και να μην την περιμένουμε στο εξής πουθενά. Ούτε φυσικά μπορεί ο πολίτης να
εμπιστευθεί το κράτος του, τη Βουλή όπως και τη Διοίκηση.
Ζούμε πράγματι το γύρισμα μιας σελίδας της νομικής μας
ιστορίας με αφορμή το δίκαιο περιβάλλοντος που τροποποιεί τις προϋποθέσεις του
παραδεκτού της αιτήσεως ακυρώσεως άρα και την ίδια την έννοια της αιτήσεως
ακυρώσεως.
Βασική παρατήρηση στη συγκεκριμένη εξέλιξη είναι ότι όσο και
αν η δικαστική εξουσία φρονεί ότι ο νόμος δεν είναι το κατάλληλο εργαλείο για
την θεσμοθέτηση της ανομίας και της παρανομίας, η ανασφάλεια δικαίου που
προκαλείται από την έκδοση αποφάσεων που ανατρέπουν συνεχώς την θεσμοθετημένη
πραγματικότητα (έστω και αν αυτή είναι πραγματικότητα ανομίας) συντείνει στην
εδραίωσή της.
Και τούτο διότι ο Αχελώος και το Mall δεν είναι τα μόνα έργα
που αδειοδοτήθηκαν με διάταξη νόμου. Από το Νέο Διεθνή Αερολιμένα των Σπάτων
μέχρι το Μουσείο της Ακρόπολης, η λίστα είναι μεγάλη.
Ποια είναι λοιπόν η έννοια του νόμου, ποια αυτή της
διοικητικής πράξης την επαύριο των αποφάσεων αυτών? Ο διάλογος και η
αμφισβήτηση για τις πηγές του δικαίου μας θέτει ενώπιον του διαλόγου για το
ποιόν του πολιτεύματος.
Φοβούμαστε ότι αν πανηγυρίζαμε θα κινδυνεύαμε να ακουσθούμε
σαν τους ευτυχείς οικο- νομικούς της περιόδου Δεκλερή. Που από την πολλή τους
τη χαρά που η οικολογία θριαμβεύει πρέπει τώρα να αντιμετωπίσουν το πικρό
ποτήρι της απόλυτης ανομίας.
Διαβάστε ολόκληρη την απόφαση 26/2014 του ΣτΕ για τον Αχελώο εδώ
[1] Ο θεός Ποταμός, Περιβάλλον και Δίκαιο 4/2000
[2]
Προστασία των υδατικών πόρων σύμφωνα με το κοινοτικό δίκαιο και το Σύνταγμα (ΣτΕ Ολ
1688/2005). Περιβάλλον και Δίκαιο τεύχος 4 έτος 2005 σ. 552- 558
[3] Κατά δημοσιογραφικές πληροφορίες η Ολομέλεια
του Συμβουλίου της Επικρατείας με την υπ΄ αριθμ. 376/2014 απόφασή της έκρινε ότι η ανέγερση και κατασκευή του εμπορικού
κέντρου «The Mall» στο Μαρούσι Αττικής είναι αντισυνταγματική και παράνομη.
Αναλυτικότερα, η Ολομέλεια του ΣτΕ
έκρινε ότι για την ανέγερση του Mall δεν υπήρχε προβλεπόμενη Μελέτη
Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων και οι πολεοδομικές ρυθμίσεις έγιναν με μελέτη που
δεν ήταν επαρκώς αιτιολογημένη. Παράλληλα, όμως δεν υπήρξε ούτε ειδική
αιτιολογία, όπως απαιτεί η νομοθεσία, για τον υπερδιπλάσιο του μέσου συντελεστή
δόμησης του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου της περιοχής που χρησιμοποιήθηκε κατά
την ανέγερση του εμπορικού κέντρου στο Μαρούσι.
Οι δικαστές έκριναν ότι το άρθρο 6 του νόμου 3207/2003 που προβλέπει υπερδιπλάσιο του επιτρεπομένου συντελεστή δόμησης είναι σε αντίθεση με το άρθρο 24 του Συντάγματος, ενώ σημειώνουν ότι δεν τηρήθηκαν οι προβλεπόμενες από την Ευρωπαϊκή οδηγία 85/337ΕΟΚ προϋποθέσεις σύνταξης μελέτης, καθώς συντάχθηκε μια απλή μελέτη από αρχιτέκτονα-πολεοδόμο, η οποία δεν καλύπτει τις Ευρωπαϊκές προδιαγραφές.
Ακόμη, η Ολομέλεια του ΣτΕ ακύρωσε την οικοδομική άδεια για την κατασκευή του επίμαχου εμπορικού κέντρου, καθώς κρίθηκε ότι δεν υπήρχε η απαιτούμενη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Οι δικαστές έκριναν ότι το άρθρο 6 του νόμου 3207/2003 που προβλέπει υπερδιπλάσιο του επιτρεπομένου συντελεστή δόμησης είναι σε αντίθεση με το άρθρο 24 του Συντάγματος, ενώ σημειώνουν ότι δεν τηρήθηκαν οι προβλεπόμενες από την Ευρωπαϊκή οδηγία 85/337ΕΟΚ προϋποθέσεις σύνταξης μελέτης, καθώς συντάχθηκε μια απλή μελέτη από αρχιτέκτονα-πολεοδόμο, η οποία δεν καλύπτει τις Ευρωπαϊκές προδιαγραφές.
Ακόμη, η Ολομέλεια του ΣτΕ ακύρωσε την οικοδομική άδεια για την κατασκευή του επίμαχου εμπορικού κέντρου, καθώς κρίθηκε ότι δεν υπήρχε η απαιτούμενη μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
[4] Βλ. αντί άλλων Pacteau B., La sécurité juridique: un principe qui nous manque?, AJDA
1995 (n° spécial), Puissochet J.P., Legal H., Le principe de sécurité juridique
dans la jurisprudence de la Cour de justice des Communautés européennes, σε διαδικτυακή δημοσίευση Etudes et doctrine Le principe de sécurité juridique, του Γαλλικού Συνταγματικού δικαστηρίου, σε http://www.conseil-constitutionnel.fr/cahiers/ccc11/10.htm , Kdhir, Vers la fin de la securite juridique en droit francais?, όπ. π., σ. 9, J.
Boulouis, Quelques observations a propos de la securite juridique, Liber
amicorum Pierre Pescatore, 1987, σ. 53.
και
Τροβά Ε - Σκουρή Π, Το Κοινοτικό Δίκαιο των Δημοσίων Συμβάσεων, οι γενικές
αρχές, Σάκκουλας 2009 και http://www.scribd.com/doc/201715390/%CF%84%CE%BF-%CE%BA%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CE%BF%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C-%CE%B4%CE%AF%CE%BA%CE%B1%CE%B9%CE%BF-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%B4%CE%B7%CE%BC%CE%BF%CF%83%CE%AF%CF%89%CE%BD-%CF%83%CF%85%CE%BC%CE%B2%CE%AC%CF%83%CE%B5%CF%89%CE%BD
[5] Στην
παράγραφο 2 του άρθρου 1 του Ν.
2730/1999, ορίσθηκε ότι «η παρούσα έγκριση επέχει θέση αδείας της αρμόδιας
πολεοδομικής αρχής για την εκτέλεση των εργασιών που αφορούν την Ολυμπιακή και
μεταολυμπιακή χρήση του έργου» και ότι «οι απαιτούμενες σύμφωνα με τις οικείες
προδιαγραφές μελέτες για την εκτέλεση των πιο πάνω εργασιών κατατίθενται στην
υπηρεσία που ορίζεται στην παρ. α της παραγράφου 3 του άρθρου 2 του Ν.
2947/2001, εντός αποκλειστικής προθεσμίας ενός (1) μηνός από την έναρξη ισχύος
του παρόντος. Μελέτες που έχουν υποβληθεί πριν από την έναρξη ισχύος του νόμου
αυτού συνεχίζουν να ισχύουν, εφόσον είναι σύμφωνες με τις ρυθμίσεις του
παρόντος άρθρου». ….
[6] Βλ. και σχετική αναφορά της Ε. Πρεβεδρούρου σε
http://www.prevedourou.gr/%CE%B7-%CF%80%CE%B1%CF%81%CE%AD%CE%BC%CE%B2%CE%B1%CF%83%CE%B7-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%BF%CE%B8%CE%AD%CF%84%CE%B7-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B1%CF%80%CE%BF%CE%BD%CE%BF%CE%BC%CE%AE/
[7] Θέσπιση ατομικών διοικητικών πράξεων
πολεοδομικού περιεχομένου ως άσκηση πολιτικής εξουσίας με τυπικό νόμο και
δικαστικός έλεγχος
Β. Χρήστου,
Ειδική Επιστήμων Νομικής Αθηνών σε http://www.constitutionalism.gr/site/1596-tespisi-atomikwn-dioikitikwn-praxewn-poleodomikoy/
Νόμος
και Φύση http://www.nomosphysis.org.gr/articles.php?artid=3256&lang=1&catpid=98
με σχόλιο Απόστολου Παπακωσταντίνου.
Σχόλια