Noμολογία ΣτΕ: Συνταγματικές οι περικοπές των μισθών των πανεπιστημιακών - Προστασία Υμηττού

ΣτΕ 2705/2014: Οι διατάξεις του νόμου 4093/2012, με τις οποίες επήλθαν  περικοπές στους μισθούς των μελών ΔΕΠ των ΑΕΙ είναι σύμφωνες με το άρθρο 16 του Συντάγματος, διότι ναι μεν επιτάσσεται για αυτούς ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση λόγω της ιδιότητας τους ως δημόσιοι λειτουργοί με προσωπική και λειτουργική ανεξαρτησία, όμως δεν κωλύεται, κατ’ αρχήν, ο νομοθέτης, εκτιμώντας τις εκάστοτε συνθήκες και λαμβάνοντας υπόψη τη δημοσιονομική κατάσταση του κράτους, να προβαίνει σε αναμόρφωση του μισθολογίου των δημοσίων λειτουργών και υπαλλήλων, εισάγοντας νέες ρυθμίσεις. Επίσης ο χαρακτηρισμός τους αυτός ως δημόσιοι λειτουργοί δεν επιβάλλει τη μισθολογική τους εξομοίωση με τους δικαστικούς λειτουργούς ή με άλλες κατηγορίες λειτουργών ή υπαλλήλων, οι οποίοι ασκούν αρμοδιότητες στενά συνδεδεμένες με τον πυρήνα της κρατικής εξουσίας και για τους οποίους προβλέπονται από το νόμο δεσμεύσεις αποκλειστικής απασχόλησης, αυξημένες υπηρεσιακές υποχρεώσεις, ειδικές συνθήκες εργασίας, συνεπαγόμενες διάφορους κινδύνους, απαγορεύσεις και ειδικοί περιορισμοί των ατομικών τους δικαιωμάτων (στρατιωτικοί), αντιστάθμισμα των οποίων αποτελεί η διαχρονικά προβλεπόμενη από το νόμο «ιδιαίτερη μισθολογική τους μεταχείριση».
Και μετά τη νέα αυτή, αναγκαία κατά την εκτίμηση του νομοθέτη, μείωση των αποδοχών τους πληρούται η υποχρέωση της «ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισής» τους, εφόσον οι αποδοχές τους προβλέπονται από «ειδικό μισθολόγιο», ευνοϊκότερο έναντι του ενιαίου μισθολογίου των δημοσίων υπαλλήλων και επιπλέον χορηγούνται σ’ αυτούς ειδικά επιδόματα σχετικά με την άσκηση των ακαδημαϊκών τους καθηκόντων. Η επίμαχη μείωση των αποδοχών των μελών ΔΕΠ των ΑΕΙ δεν συνιστά στέρηση περιουσίας, αλλά επιτρεπτή επέμβαση στην απόλαυση του δικαιώματος στον σεβασμό της περιουσίας τους με την οποία επιδιώκεται η εκπλήρωση του δημοσίου συμφέροντος σκοπού της αντιμετώπισης της συνεχιζόμενης, οικονομικής και δημοσιονομικής κρίσης και της ανάγκης λήψης νέων μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής για τη μείωση του ελλείμματος συνεπώς δεν αντίκειται στο άρθρο 17 του Συντάγματος και στο άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α. Η επίμαχη μείωση δεν αντίκειται ούτε στην κατοχυρωμένη από το άρθρο 25 § 1 εδ. δ΄ του Συντάγματος αρχή της αναλογικότητας, διότι το μέτρο αυτό συμβάλλει ευθέως στην περιστολή των δημοσίων δαπανών, δεν θέτει σε κίνδυνο το επίπεδο αξιοπρεπούς διαβίωσης των μελών ΔΕΠ των ΑΕΙ, προσδιοριζόμενη σύμφωνα με βάση τις γενικότερα επικρατούσες συνθήκες και σε συνάρτηση με το επίπεδο διαβίωσης των υπολοίπων δημόσιων λειτουργών και υπαλλήλων, καθώς και του πληθυσμού της χώρας εν γένει, η αναδρομική εφαρμογή του εν λόγω μέτρου αφορούσε σε περιορισμένο χρονικό διάστημα διάρκειας τριών περίπου μηνών, ενώ η παρακράτηση των αποδοχών τους  δεν έλαβε χώρα εφάπαξ, αλλά τμηματικώς. Τα αυξημένα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα των μελών του ΔΕΠ των ΑΕΙ, καθώς και οι ιδιαιτερότητες της άσκησης του λειτουργήματός τους, ελήφθησαν υπόψη και έτυχαν διαφορετικής μεταχείρισης από το νομοθέτη, σε σχέση με τους λοιπούς εργαζομένους του δημόσιου τομέα, εφόσον οι αποδοχές τους καθορίζονται με «ειδικό μισθολόγιο», ευνοϊκότερο του ενιαίου μισθολογίου των δημοσίων υπαλλήλων και με πρόβλεψη ειδικών επιδομάτων για την αντιμετώπιση των ειδικών συνθηκών άσκησης των καθηκόντων τους, αφετέρου, τα μέλη του ΔΕΠ των ΑΕΙ δεν τελούν υπό τις ίδιες συνθήκες με το υπόλοιπο προσωπικό του δημοσίου τομέα, συνεπώς η επίμαχες περικοπές είναι σύμφωνες με το άρθρα 2 § 1 και  4 § 1 και 5 του Συντάγματος. Παραπέμπει την υπόθεση στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου.

ΣτΕ.Ολ 2996/2014: Ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Αθήνας (Ο.Ρ.Σ.Α.) κίνησε τη διαδικασία τροποποίησης του από 31.8.1978 π.δ. Η νέα οριοθέτηση των ζωνών προστασίας και ο καθορισμός των χρήσεων στις επιμέρους ζώνες στηρίζονται στα πορίσματα της «Μελέτης προστασίας ορεινού όγκου Υμηττού» (2009) του Ο.Ρ.Σ.Α. και του ερευνητικού προγράμματος «Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδί-Ιλισσός» του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Προτείνεται η επέκταση της Α΄ ζώνης στο σύνολο σχεδόν του ορεινού όγκου που έχει οριοθετηθεί στο πλαίσιο του δικτύου Naturaκαι η ανάδειξη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της περιοχής, τα δάση, οι φρυγανώδεις οικότοποι που διαμορφώνουν ένα ιδιαίτερο αττικό τοπίο, η πανίδα, ο γεωλογικός πλούτος, τα σπήλαια, τα μνημεία και οι αρχαιολογικοί χώροι. Βάσει του ερευνητικού προγράμματος «Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδί-Ιλισσός» αναλύονται οι προτάσεις για την ανάδειξη και σύνδεση του Μητροπολιτικού Πάρκου με τον ορεινό όγκο και την ένταξή του στην ευρύτερη αστική περιοχή ως πόλου με τοπική εμβέλεια, αλλά και με υπερτοπική σημασία. Έννομο συμφέρον Δήμου Κρωπίας. Κατά την κρατήσασαστο Δικαστήριο γνώμη το ΡΣΑ, αποτελεί τέτοιο σχέδιο, που απήλλασσε την Διοίκηση, από την υποχρέωση να υποβάλει το προσβαλλόμενο διάταγμα σε προηγούμενη στρατηγική περιβαλλοντική εκτίμηση. Και τούτο διότι αφʼ ενός το ΡΣΑ αποτελεί, κατ' αρχάς, ενιαίο, υπερτοπικό και συνολικό, ως προς τις αρχές, κατευθύνσεις και στόχους, επίπεδο σχεδιασμού χωροταξικής και πολεοδομικής οργάνωσης και προγράμματος προστασίας του περιβάλλοντος, συγκαταλέγεται δε μεταξύ των σχεδίων και προγραμμάτων, για τα οποία απαιτείται εκπόνηση στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης σύμφωνα με την κ.υ.α. 107017/2006 και αφʼ ετέρου διότι οι εισαγόμενες με το ΡΣΑ αρχές, κατευθύνσεις δεσμεύουν τα όργανα της Διοικήσεως κατά την έκδοση κανονιστικών και ατομικών πράξεων, των οποίων το αντικείμενο σχετίζεται με το περιεχόμενο του ΡΣΑ, με τα διατάγματα δε που εκδίδονται κατά το άρθρο 4 παρ. 3 του ν. 1515/1985, όπως το προσβαλλόμενο, μόνο εξειδίκευση, συμπλήρωση και τροποποίηση και του προγράμματος προστασίας περιβάλλοντος χωρίς μεταβολή των στόχων και κατευθύνσεών τους αποκλειομένης της προβλέψεως νέων έργων ή δραστηριοτήτων που δεν εντάσσονται στο σχεδιασμό, ο οποίος εισάγεται με το ΡΣΑ και έχουν καθʼ οιονδήποτε τρόπο δυσμενείς επιπτώσεις στο περιβάλλον. Ειδικότερα, ο συγκεκριμένος σχεδιασμός, ο οποίος αναφέρεται στην προστασία των ορεινών όγκων της Αττικής (και στην εξεταζόμενη περίπτωση του όρους Υμηττού) και στην ανάσχεση της εξάπλωσης της πόλης, δεν μπορούσε, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 1515/1985 και την εξουσιοδότηση του άρθρου 4 παρ. 3, βάσει της οποίας εκδόθηκε το προσβαλλόμενο διάταγμα, αλλά και από την φύση των πραγμάτων, να τροποποιηθεί ή να εξειδικευθεί κατά τρόπο ώστε να ανατρέπεται ή να αλλοιώνεται το περιεχόμενο του ΡΣΑ ως προς τα όρια της προστατευτέας περιοχής, ούτε ως προς τις επιτρεπόμενες χρήσεις εδάφους που ορίζονται στο ίδιο το κείμενο του ν. 1515/1985 ή στα διαγράμματα που το συνοδεύουν και συνδημοσιεύθηκαν στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αφού στόχος του συγκεκριμένου αυτού σχεδιασμού είναι η κατά το δυνατόν απόλυτη προστασία αυτών και των οικοσυστημάτων τους, με τις μικρότερες δυνατές οικιστικές επεκτάσεις και ανθρωπογενείς παρεμβάσεις, ενόψει και της μεγάλης οικιστικής επέκτασης του πολεοδομικού συγκροτήματος της Αθήνας και του περιορισμένου του χώρου των ορεινών όγκων της Αττικής, η διατήρηση των οποίων κρίνεται εντελώς απαραίτητη για την διατήρηση της φυσικής ισορροπίας αυτής. Με τα δεδομένα αυτά, είχε ήδη διαμορφωθεί προ της θεσπίσεως του ήδη προσβαλλομένου διατάγματος ένα αρκούντως εξειδικευμένο πλέγμα χωροταξικών και πολεοδομικών ρυθμίσεων, εναρμονισμένο με το περιεχόμενο του ΡΣΑ, ήδη δε με το προσβαλλόμενο διάταγμα, επιχειρείται, στο πλαίσιο του ΡΣΑ, κατ' εξειδίκευση ορισμένων κατευθύνσεων του που ρητώς διαλαμβάνονται στον ανωτέρω ν. 1515/1985, η επί το αυστηρότερο ρύθμιση του υφισταμένου πλαισίου χρήσεων γης και ελέγχου αυτών σε όλες τις οριοθετούμενες με αυτό ζώνες, δεδομένου ότι διευρύνεται και επεκτείνεται η ζώνη Α (ζώνη απόλυτης προστασίας της φύσης), προκειμένου να συμπέσει, κατά το δυνατόν, με τα όρια της προστατευόμενης με βάση την οδηγία 92/43/ΕΟΚ ζώνης NATURA, και περιορίζονται γενικά σε όλες τις πέντε με το διάταγμα αυτό θεσπιζόμενες ζώνες οι επιτρεπόμενες χρήσεις, επιβάλλονται απαγορεύσεις, που αποσκοπούν στην ανάδειξη και προστασία του ορεινού όγκου, στις περιοχές δε των Μητροπολιτικών Πάρκων δεν προστίθενται νέες χρήσεις, αλλά παραμένουν υπό προϋποθέσεις, οι νομίμως υφιστάμενες, ενώ παρέχεται η δυνατότητα της σταδιακής απομάκρυνσης όσων χρήσεων δεν είναι συμβατές με τη φυσιογνωμία και τον σκοπό των Μητροπολιτικών Πάρκων ωςυπερτοπικών πόλων αναψυχής. Με τα δεδομένα αυτά, δεν απαιτούνταν, εν προκειμένω, κατά την κρατήσασα γνώμη, η τήρηση των διαδικασιών που ορίζονται στην οδηγία 2001/42/ΕΚ. και στην Κ.Υ.Α. 107017/2006, με την οποία ενσωματώθηκε η οδηγία στο εθνικό δίκαιο, αφού το σχέδιο το θεσπισθέν με το προσβαλλόμενο διάταγμα αποτελεί εξειδίκευση και εφαρμογή ρυθμιστικού σχεδίου υπερκείμενου επιπέδου (δηλαδή του ν. 1515/1985). Αντίθετη μειοψηφία. Τα σχέδια που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον πρέπει να υποβάλλονται σε εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων πριν την έγκρισή τους. Τέτοια δε σχέδια είναι και τα σχέδια χρήσης γης, όπως το επίμαχο. Η υποχρέωση εκτίμησης κάμπτεται μόνον αν το σχέδιο εντάσσεται σε ιεραρχία πράξεων χωροταξικού χαρακτήρα, υπό την προϋπόθεση ότι οι πράξεις αυτές έχουν υποβληθεί στην εκτίμηση των επιπτώσεων που προβλέπει η οδηγία 2001/42/ΕΚκαι προβλέπουν ακριβείς κανόνες χρήσεις του εδάφους. Στη συγκεκριμένη, ωστόσο, περίπτωση δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις αυτές, καθʼ όσον οι ρυθμίσεις του Ρ.Σ.Α. είναι γενικές και κατευθυντήριας μορφής. Προδικαστικό ερώτημα. (dsa.gr)

Σχόλια