Διαταγή πληρωμής για οφειλόμενα μισθώματα. Για το ορισμένο αυτής πρέπει να αναφέρεται η συμφωνηθείσα δήλη ημέρα καταβολής των μισθωμάτων (νομολογία)

ΑΠ 294/2014 – Διαταγή πληρωμής για οφειλόμενα μισθώματα. Για το ορισμένο αυτής πρέπει να αναφέρεται η συμφωνηθείσα δήλη ημέρα καταβολής των μισθωμάτων. Με την ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής, η υπόθεση επανεκδικάζεται όχι καθολικά, αλλά στο μέτρο που υποβάλλουν οι λόγοι της ανακοπής, οι οποίοι προσδιορίζουν την έκταση της εκκρεμοδικίας. «Από τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 595 εδ.α`, 341 εδ.α`, 345 εδ.α` και 293 εδ. β` του ΑΚ, η πρώτη των οποίων ορίζει ότι το μίσθωμα καταβάλλεται στις συμφωνημένες ή στις συνηθισμένες προθεσμίες, η δεύτερη ότι αν για την εκπλήρωση της παροχής συμφωνηθεί ορισμένη ημέρα,
ο οφειλέτης γίνεται υπερήμερος με μόνη την παρέλευση της ημέρας αυτής, η τρίτη ότι όταν πρόκειται για χρηματική οφειλή, ο δανειστής σε περίπτωση υπερημερίας έχει δικαίωμα να απαιτήσει τον τόκο υπερημερίας που ορίζεται από το νόμο ή με δικαιοπραξία χωρίς να είναι υποχρεωμένος να αποδείξει ζημία και η τελευταία τούτων ότι το ποσοστό του νόμιμου τόκου ή του τόκου υπερημερίας προσδιορίζεται όπως ορίζει ο νόμος, προκύπτει με σαφήνεια ότι σε περίπτωση οφειλής μισθώματος, το οποίο έχει συμφωνηθεί να καταβάλλεται σε ορισμένη ημερομηνία, ο οφειλέτης καθίσταται υπερήμερος με μόνη την παρέλευση της ημερομηνίας αυτής, ο δε δανειστής έχει δικαίωμα να απαιτήσει τον τόκο υπερημερίας που ορίζεται από το νόμο. Από τα ανωτέρω, συνδυαζόμενα και προς τις διατάξεις του άρθρου 626 § 2 του Κ.Πολ.Δ., με τις οποίες καθορίζεται το περιεχόμενου του δικογράφου της αίτησης για έκδοση διαταγής πληρωμής, στο οποίο περιεχόμενο πρέπει να διαλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, η απαίτηση και το ακριβές ποσό των χρημάτων ή χρεογράφων με τους τυχόν οφειλόμενους τόκους των οποίων ζητείται η καταβολή, προκύπτει ότι προκειμένου περί αίτησης για έκδοση διαταγής πληρωμής από οφειλόμενα μισθώματα, η καταβολή των οποίων ζητείται με τους οφειλόμενους τόκους, πρέπει, για το ορισμένο αυτής, να μνημονεύεται και η συμφωνηθείσα δήλη ημέρα καταβολής (πληρωμής) των μισθωμάτων. Εξάλλου, από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 583, 585 § 2, 632 § 1 και 633 του Κ.Πολ.Δ., συνάγεται ότι στη δίκη επί της ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής, η υπόθεση επανεκδικάζεται όχι καθολικά, αλλά στο μέτρο που υποβάλλουν οι λόγοι της ανακοπής. Οι λόγοι αυτοί, οι οποίοι πλήττουν το κύρος της διαταγής πληρωμής, προσδιορίζουν την έκταση της εκκρεμοδικίας και οριοθετούν το αντικείμενο της δίκης ( Ολομ. Α.Π. 10/1997, ΑΠ 793/1999).-

 Στην προκειμένη περίπτωση από την κατ` άρθρο 561 § 2 Κ.Πολ.Δ. επισκόπηση του περιεχομένου των διαδικαστικών εγγράφων της δίκης προκύπτουν τα ακόλουθα : Το Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "Ταμείο Προνοίας Προσωπικού Εταιριών Λιπασμάτων (ΤΑ.Π.ΠΕ.Λ.)", στην δικονομική θέση του οποίου υπεισήλθε ως καθολικός διάδοχος εκ του νόμου (άρθρ. 104 § § 1, 2, 106 § 2, 114 § § 1, 2, 138 § 12 Ν. 3655/2008) το ήδη αναιρεσείον Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία "Ταμείο Προνοίας Ιδιωτικού Τομέα (ΤΑΠΙΤ)" (του λοιπού : το Ταμείο) υπέβαλε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 2.3.2007 και με αριθμό κατάθεσης 2808/2007 αίτηση, με την οποία, ιστορούσε ότι, δυνάμει του από 15.3.1994 ιδιωτικού συμφωνητικού μίσθωσης, που καταρτίσθηκε μεταξύ αυτού και της ήδη αναιρεσίβλητης ανώνυμης εταιρίας με την επωνυμία "…" (του λοιπού : η Εταιρία) εκμίσθωσε σ` αυτήν ένα πολυώροφο σταθμό αυτοκινήτων, κείμενο στην Αθήνα και επί της οδού …, αριθμ…, για το από 15.3.1994 μέχρι 15.3.1999 χρονικό διάστημα και αντί αρχικού μηνιαίου μισθώματος 5.847.000 δραχμών, πλέον χαρτοσήμου εκ 3,6%, προσαυξανομένου κατ` έτος κατά ποσοστό 15%. Ότι η μίσθωση αυτή, ως εμπορική, παρατάθηκε αναγκαστικά (εκ του νόμου). Ότι με την υπ` αριθμ. 1597/2006 απόφαση του Εφετείου Αθηνών, η οποία εκδόθηκε επί της από 21.6.1999 αγωγής της Εταιρίας περί αναπροσαρμογής μισθώματος, καθορίστηκε το ποσοστό της σταδιακής ποσοστιαίας αναπροσαρμογής του μισθώματος, για τον από της επίδοσης της αγωγής αυτής χρόνο και εφεξής, σε 6% ετησίως και ότι η Εταιρία δεν έχει καταβάλλει την διαφορά των μισθωμάτων, μετά του αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου, των χρονικών περιόδων που αναλυτικά αναφέρονται σ` αυτή και που εκτείνονται από τον μήνα Ιούλιο του 1999 μέχρι και τον μήνα Δεκέμβριο του 2006, όπως και το μίσθωμα του μηνός Φεβρουαρίου 2007. Με βάση δε αυτό το ιστορικό ζήτησε όπως υποχρεωθεί αυτή (Εταιρία) να του καταβάλει το συνολικό ποσό των 321.486,88 ευρώ, με το νόμιμο τόκο, από την επομένη ημέρα που κάθε μίσθωμα ήταν απαιτητό μέχρι και την εξόφληση. Επί της αίτησης αυτής, και με βάση τα επικαλούμενα σ` αυτήν και προσκομισθέντα έγγραφα, εκδόθηκε από τον Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών η υπ` αριθμ. 7459/2007 διαταγή πληρωμής, με την οποία και έγινε δεκτή στο σύνολό της. Κατ` αυτής της διαταγής πληρωμής άσκησε η Εταιρία ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών την από 21.9.2007 και με αριθμό κατάθεσης 256/2007 ανακοπή, με τον πέμπτο λόγο της οποίας ισχυρίστηκε ότι μολονότι στην αίτηση για την έκδοση της διαταγής πληρωμής υπάρχει το αίτημα να υποχρεωθεί αυτή (ανακόπτουσα Εταιρία) να καταβάλει στο Ταμείο (καθ` ου η ανακοπή) τα αιτούμενα ποσά μισθωμάτων με το νόμιμο τόκο, από την ημέρα που κάθε μίσθωμα ήταν απαιτητό, εντούτοις δεν προσδιορίζεται σ` αυτήν (αίτηση) η ημέρα που ήταν υποχρεωμένη να καταβάλει το μίσθωμα. Ζήτησε δε την εκ του λόγου τούτου απόρριψη της ανακοπής ως αόριστης κατά το μέρος που ζητείτο με αυτήν η καταβολή τόκων επί των οφειλομένων μισθωμάτων. Επί της ανακοπής αυτής εκδόθηκε η υπ` αριθμ. 1528/2008 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών με την οποία ο λόγος αυτός έγινε δεκτός ως βάσιμος και κατ` ουσία και ακυρώθηκε η διαταγή πληρωμής και κατά τούτο. Στη συνέχεια το ήδη αναιρεσείον Ταμείο, με την από 8.9.2009 έφεση και τους πρόσθετους λόγους αυτής, οι οποίοι εμπεριέχονται στις από 26.10.2010 προτάσεις του, έπληξε την ως άνω πρωτόδικη απόφαση και κατά τούτο, το δε Εφετείο, κρίνον με την ήδη αναιρεσιβαλλόμενη απόφασή του, υπ` αριθμ. 3491/2012, επί του θέματος τούτου, δέχθηκε, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικά περί πραγμάτων κρίση του, τα ακόλουθα : "...οι αιτιάσεις του ιδίου (σημ.: εννοεί το Ταμείο) κατά της εκκαλουμένης όσον αφορά στην ακύρωση της διαταγής πληρωμής, κατά τη διάταξή της με την οποία επιδίκασε τόκους επί των επιδικασθεισών διαφορών μισθωμάτων "από την επομένη ημέρα που κάθε μίσθωμα είναι απαιτητό" λόγω αοριστίας της αίτησης προς έκδοσή της είναι αβάσιμες. Και τούτο διότι το ΤΑΠΠΕΛ στην αίτησή του αναφέρεται και σε καταβολές κατά το διάστημα από τον Απρίλιο 2004 - Μάρτιο 2005, συνολικού ποσού 133.934 ευρώ πλέον των οφειλομένων μισθωμάτων της μισθωτικής αυτής περιόδου, κατά το ποσό δε αυτό 89.379 ευρώ, σύμφωνα με μεταξύ τους ρύθμιση εξοφλήσεως των οφειλομένων με βάση την 2166/2003 απόφαση του Δικαστηρίου αυτού, που αναπροσάρμοσε ετησίως το μίσθωμα κατά ποσοστό 8%, σε ισόποσες έντοκες δόσεις, και, ακολούθως, ενώ είναι προφανές ότι οι καταβολές βάσει της ρυθμίσεως ανάγονταν σε χρόνο προγενέστερο της 15ης.1.2004, κατά τον οποίο έγινε η ρύθμιση, καταλογίζει λογιστικώς το συνολικό ποσό στα οφειλόμενα με βάση την 1597/2006 απόφαση μισθώματα του ανωτέρω και μόνο διαστήματος, χωρίς να παραθέτει καμία νόμιμη αιτία για τέτοιου είδους καταλογισμό και μάλιστα μόνο σε κεφάλαιο, εντόκων, κατά τους ισχυρισμούς του, καταβολών, χωρίς εξειδίκευση του ποσοστού του τόκου. Αποτέλεσμα του γεγονότος αυτού είναι η αδυναμία διαγνώσεως του χρονικού σημείου γενέσεως κάθε επιμέρους απαίτησης για τόκους, ακόμη και υπό το δεδομένο της γνώσης του όρου της σύμβασης περί του χρόνου καταβολής του κάθε μισθώματος, η αναφορά του οποίου επίσης παραλείπεται στην αίτηση. Υπό τα δεδομένα αυτά, η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής κατά τη διάταξή της με την οποία επιδίκασε τόκους από την επομένη της ημέρας που κάθε μίσθωμα κατέστη ληξιπρόθεσμο και απαιτητό παραβίασε το άρθρο 626 Κ.Πολ.Δ. και είναι ακυρωτέα. (areiospagos.gr)

Σχόλια