ΑΠ 689/2014: Παραδικαστικό κύκλωμα – Η δικαιοδοτική κρίση ως
παράβαση καθήκοντος δικαστή -Ηθική αυτουργία – Αποσιώπηση λόγου εξαίρεσης
δικαστή: «Κατ’ άρθρο 259 Π.Κ. "Υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα
καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον
παράνομο όφελος ή για να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλον τιμωρείται με
φυλάκιση μέχρι δύο ετών, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική
διάταξη". Το έγκλημα αυτό αποτελεί ιδιαίτερο τοιούτο, διαπραττόμενο μόνον
από υπάλληλο και προστατεύει το έννομο αγαθό της λειτουργίας των δημοσίων
υπηρεσιών αποκλειστικά προς το συμφέρον της
πολιτείας και της κοινωνίας, που
έχουν ταχθεί να εξυπηρετούν οι υπάλληλοι με χρηστότητα και καθαρότητα. Για την
στοιχειοθέτηση του αδικήματος της παραβάσεως καθήκοντος, όπως εκ των διατάξεων
του άνω άρθρου προκύπτει, απαιτείται να συντρέχουν, εκτός από την ιδιότητα του
δράστου ως υπαλλήλου, κατά την έννοια των άρθρων 13 εδ.α’ και 263 Α’ Π.Κ.
α)παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος (όχι απλού υπαλληλικού καθήκοντος), όπως
καθορίζεται από το νόμο ή την διοικητική πράξη ή με ιδιαίτερες οδηγίες της
προϊσταμένης αρχής ή ενυπάρχει στη φύση της υπηρεσίας του υπαλλήλου β)δόλος του
δράστου (αρκούντος και του ενδεχομένου δόλου), ήτοι πρόθεση που περιέχει την
θέληση παραβάσεως του καθήκοντος της υπηρεσίας και γ)σκοπός του δράστου να
προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομη υλική ή ηθική ωφέλεια ή να
βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο, χωρίς να απαιτείται και η επίτευξη του άνω
σκοπού. Για να συντρέχει δε αυτός πρέπει όχι μόνον η βούληση του δράστου να
κατατείνει προς αυτόν, αλλά και η συμπεριφορά του, όπως αναπτύσσεται, να
δύναται αντικειμενικώς να οδηγήσει στην επίτευξή του αφού ο όρος του σκοπού του
προσπορισμού στον εαυτό του ή σε κάποιον άλλον παρανόμου οφέλους ή βλάβης του
κράτους ή κάποιου άλλου σημαίνει ότι η πράξη όπως επιχειρείται από τον δράστη,
δύναται να οδηγήσει στην απόκτηση παρανόμου οφέλους ή στην πρόκληση βλάβης
τρίτου (αντικειμενικό στοιχείο) και επι πλέον η βούληση του δράστου
κατευθύνεται στην απόκτηση του οφέλους ή στην πρόκληση της βλάβης (υποκειμενικό
στοιχείο). Ούτω μεταξύ της πράξεως και του σκοπού οφέλους ή βλάβης πρέπει να
υπάρχει τοιαύτη αιτιώδης σχέση ώστε η πράξη της παραβάσεως καθήκοντος αν δεν
είναι ο αποκλειστικός τρόπος, πάντως πρέπει να είναι πρόσφορος τρόπος περιποιήσεως
του σκοπουμένου οφέλους ή βλάβης, πράγμα που συμβαίνει όταν το σκοπούμενο
όφελος, η βλάβη δεν δύναται να επιτευχθεί παρά μόνο με την παράβαση του
συγκεκριμένου καθήκοντος ή και με την παράβαση αυτού. Περαιτέρω υπάλληλοι
θεωρούνται και οι κρατικοί λειτουργοί μεταξύ δε αυτών περιλαμβάνονται και οι
δικαστικοί λειτουργοί επί των οποίων εφαρμόζονται τα άρθρα 259 και 13 στοιχ.α’
Π.Κ. Η εσφαλμένη δικαιοδοτική επί της ουσίας κρίση αυτών δεν αποτελεί κατ’
αρχήν παράβαση καθήκοντος, όταν όμως αυτοί οι λειτουργοί δικαστές ή εισαγγελείς
κατά την διαμόρφωση της κρίσεώς των παραμορφώνουν ή διαστρέφουν αποδεικτικά
στοιχεία, (μαρτυρικές καταθέσεις, έγγραφα, εκθέσεις) ή δεν τα λαμβάνουν υπ’ όψη
ή τα κρίνουν κατά τρόπον διάφορον αυτού που ο νόμος ορίζει ότι πρέπει να εκτιμηθούν,
τότε η τοιαύτη κρίση των (μπορεί να) συνιστά παράβαση καθήκοντος αν συντρέχουν
και τα υπόλοιπα στοιχεία του εγκλήματος. Περαιτέρω κατά το άρθρο 46 παρ.1 εδ.α’
ΠΚ "Με την ποινή του αυτουργού τιμωρείται όποιος με πρόθεση προκάλεσε σε
άλλον την απόφαση να εκτελέσει την άδικη πράξη που διέπραξε". Εκ της
διατάξεως αυτής προκύπτει ότι για την ύπαρξη ηθικής αυτουργίας απαιτούνται
α)πρόκληση από τον ηθικό αυτουργό σε κάποιον άλλο της αποφάσεως να διαπράξει
ορισμένη άδικη πράξη, η πρόκληση δε αυτή μπορεί να γίνει με οποιοδήποτε τρόπο ή
μέσο όπως με προτροπές ήτοι παρακίνηση, παρόρμηση, ενθάρρυνση, με παραινέσεις,
συμβουλές υποδείξεις ή εντολές, με πειθώ φορτικότητα ή απειλή ή με την επιβολή
ή επιρροή του σε άλλο πρόσωπο λόγω της ιδιότητος και της θέσεώς του ή της
σχέσεώς του με τον φυσικό αυτουργό λόγω οποιασδήποτε εξαρτήσεως η φιλίας β)η
διάπραξη από τον άλλο της πράξεως αυτής και γ)δόλος του ηθικού αυτουργού ο
οποίος περιλαμβάνει 1)συνείδηση του ηθικού αυτουργού ότι παρήγαγε στον φυσικό
αυτουργό την απόφαση για την διάπραξη υπ’ αυτού της αντικειμενικής υποστάσεως
ορισμένου εγκλήματος και 2)συνείδηση της συγκεκριμένης πράξεως στην οποία
παρακινεί ο ηθικός αυτουργός τον βασικό - αυτουργό, χωρίς να είναι αναγκαίος ο
καθορισμός της πράξεως μέχρι λεπτομερειών, αρκεί δε και ενδεχόμενος δόλος,
εκτός εάν για την υποκειμενική θεμελίωση του οικείου εγκλήματος απαιτείται
άμεσος ή υπερχειλής δόλος, οπότε ο δόλος πρέπει να συντρέχει και στο πρόσωπο
του ηθικού αυτουργού…
Κατ’ άρθρο 254 Π.Κ. "Υπάλληλος για τον οποίο συντρέχει
νόμιμος λόγος να εξαιρεθεί σε κάποια υπόθεση και που εν γνώσει του αποσιωπά το
περιστατικό αυτό και ενεργεί σ’ αυτήν την υπόθεση τιμωρείται με φυλάκιση
τουλάχιστον τριών μηνών εάν η αποσιώπηση έγινε με σκοπό την αθέμιτη ωφέλεια του
ίδιου ή άλλου ή τη βλάβη άλλου". Εκ της διατάξεως αυτής, δια της οποίας
προστατεύεται η διαφάνεια της δημόσιας υπηρεσίας και παγιούται η εμπιστοσύνη
των πολιτών στην αντικειμενικότητα και την αμερόληπτη λειτουργία αυτής,
διαμορφώνεται εν αδίκημα συνθέτου ενεργείας και παραλείψεως, διότι δεν αρκεί
μόνο η αποσιώπηση, αλλά απαιτείται και ενέργεια στην υπόθεση όπου το κώλυμα.
Ούτω για την στοιχειοθέτησή του απαιτείται: α)ο δράστης να είναι υπάλληλος υπό
την έννοια του άρθρου 13α (και όχι την διευρυμένη του άρθρου 263Α), β)να υπάρχει
νόμιμος λόγος εξαιρέσεως του υπαλλήλου αυτού ήτοι συγκεκριμένη διάταξη νόμου
που να ιδρύει γι’ αυτόν λόγον εξαιρέσεως γ)αποσιώπηση του λόγου εξαιρέσεως και
ενέργεια του υπαλλήλου στην συγκεκριμένη υπόθεση, η οποία (ενέργεια) να
ανάγεται στα καθήκοντα αυτού (υπαλλήλου) και να μπορεί να έχει έννομες
συνέπειες και δ)δόλος ο οποίος συνίσταται στη γνώση ότι υπάρχει κατά το νόμο
λόγος εξαιρέσεώς του και στη θέληση να αποσιωπήσει αυτόν και να ενεργήσει στην
υπόθεση, προς δε και σκοπός του υπαλλήλου, με την αποσιώπηση του λόγου
εξαιρέσεως και την ενέργειά του στην υπόθεση, να ωφελήσει αθέμιτα τον εαυτό του
ή άλλον ή να βλάψει άλλον, αδιαφόρως εάν ο σκοπός αυτός επραγματώθη ή όχι.
Περαιτέρω κατ’ άρθρο 15 Κ.Π.Δ. "Όλα τα δικαστικά πρόσωπα του προηγουμένου
άρθρου είναι εξαιρετέα", δηλαδή οι δικαστικοί λειτουργοί και οι δικαστικοί
υπάλληλοι, "αν συντρέχουν οι λόγοι αποκλεισμού του άρθρου αυτού ή αν
προκάλεσαν ή προκαλούν υπόνοιες μεροληψίας, δηλαδή αν υπάρχουν γεγονότα που
μπορούν να δικαιολογήσουν εμφανώς δυσπιστία για την αμεροληψία τους" και
κατά το άρθρο 52 παρ.1 ΚΠολΔ "Δικαστές, εισαγγελείς ... μπορούν να
προτείνουν την εξαίρεσή τους ... στ)αν έχουν προκαλέσει ή προκαλούν υπόνοια
μεροληψίας, ιδίως αν έχουν με κάποιο διάδικο ιδιαίτερη φιλία, ιδιαίτερες σχέσεις
καθηκόντων ή εξάρτησης, έριδα ή έχθρα". Οι υπόνοιες μεροληψίας, κατά την
έννοια της άνω διατάξεως πρέπει να στηρίζονται σε πραγματικά περιστατικά, που
να δικαιολογούν αντικειμενικώς δυσπιστία για την αμεροληψία του δικαστικού
προσώπου". (areiospagos.gr)
Σχόλια