Πλειστηριασμός - Κατάταξη απαιτήσεων των δικηγόρων (νομολογία)

ΑΠ 164/2015: Πλειστηριασμός-Κατάταξη απαιτήσεων των δικηγόρων: «Κατά τη διάταξη της παρ. 3 του άρθρου 975 ΚΠολΔ, όπως ισχύει από 6-5-1997 μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 6 παρ. 16 β’ του Ν 2479/1997, κατατάσσονται προνομιακά στην τρίτη σειρά οι απαιτήσεις των δικηγόρων, εφόσον προέκυψαν μέσα στην τελευταία διετία πριν από την ημέρα που είχε αρχικά ορισθεί για τον πλειστηριασμό ή πριν από την κήρυξη της πτώχευσης, χωρίς μάλιστα κατά τη σύνταξη του πίνακα να απαιτείται να έχουν επιδικασθεί με τελεσίδικη απόφαση. Ως αφετηρία αναδρομικού
υπολογισμού του χρονικού διαστήματος στο οποίο εκτείνεται το προνόμιο ορίσθηκε η ημερομηνία για την οποία είχε αρχικά ορισθεί ο πλειστηριασμός και ο προβλεπόμενος από το άρθρο 975 αριθ. 3 ΚΠολΔ χρόνος αυξήθηκε από έξι μήνες σε δύο έτη. Η αρχική ημερομηνία του πλειστηριασμού αποτελεί την αφετηρία αναδρομικού υπολογισμού της διετίας. Αν συνεπώς ο πλειστηριασμός έγινε αργότερα, λόγω αναβολής του προνομίου απολαμβάνουν οι απαιτήσεις των δικηγόρων, που προέκυψαν μέσα στην τελευταία πριν από την ημέρα που είχε αρχικά ορισθεί για τον πλειστηριασμό διετία, εφόσον όμως προέκυψαν μέσα στη διετία αυτή και όχι και εκείνες που προέκυψαν μετά την ημερομηνία που είχε αρχικά ορισθεί για τον πλειστηριασμό και έως και την ημέρα, που τελικά αυτός διενεργήθηκε (Α.Π. 300/2002, Α.Π.1101/2006, Α.Π. 1765/2009, Α.Π. 1965/2009). Στην συγκεκριμένη περίπτωση προκύπτει από την παραδεκτή επισκόπηση της προσβαλλόμενης εφετειακής απόφασης (άρθρ. 561§2 ΚΠολΔ) ότι το Εφετείο, δικάζοντας επί της από 27.12.2004 έφεσης του αναιρεσείοντος δέχθηκε την προνομιακή κατάταξη του δευτέρου αναιρεσιβλήτου στο εκπλειστηρίασμα που προέκυψε κατά τον πλειστηριασμό της 22.10.2003, ως προς τις αναγγελθείσες δικηγορικές απαιτήσεις του προς τον οφειλέτη του Ελληνικού Δημοσίου Δ. Κ., καθ’ ου η εκτέλεση, οι οποίες (απαιτήσεις) προέκυψαν από τον μήνα Νοέμβριο 2002 μέχρι και τον Οκτώβριο του 2003, μολονότι ως ημέρα του πλειστηριασμού αρχικώς είχε ορισθεί, με την 839/5.12.2001 έκθεση αναγκαστικής κατασχέσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αγρινίου Α. Γ., η 23.1.2002, κατά την οποία αυτός αναβλήθηκε. Με βάση τις παραδοχές αυτές το Εφετείο, απέρριψε την έφεση του αναιρεσείοντος, κατά τον κύριο λόγο της περί της εσφαλμένης αφετηρίας του αναδρομικού υπολογισμού της διετίας εκ μέρους του Πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου από της 22.10.2003. Με την κρίση του αυτή το Εφετείο, δεν ερμήνευσε ορθά και παραβίασε τις ως άνω ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 975 παρ.3 του ΚΠολΔ, αφού η κρίσιμη διετία υπολογίζεται από την αρχική ημερομηνία προσδιορισμού του πλειστηριασμού. Επομένως, όσα υποστηρίζονται με τον πρώτο λόγο της αναιρέσεως, από το άρθρο 559 αριθ. 1 ΚΠολΔ, είναι βάσιμα και πρέπει ο λόγος αυτός να γίνει δεκτός. 3. Τα όσα υποστηρίζονται με τον δεύτερο λόγο της αίτησης αναίρεσης, συνδυαστικά από τους αριθ. 1 και 19 του άρθρ. 559 ΚΠολΔ, αφορούν έξοδα εκτελέσεως (932 και 975 ΚΠολΔ), αναφορικά με τον επισπεύδοντα δανειστή πρώτο αναιρεσίβλητο και τον δικαστικό επιμελητή τρίτο αναιρεσίβλητο, για τους οποίους όμως η αίτηση αναιρέσεως θεωρείται ως μη ασκηθείσα κατά τα προεκτεθέντα ανωτέρω. Επομένως ο λόγος αυτός πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτος και αλυσιτελώς προβαλλόμενος». (areiospagos.gr)
Σημείωση: Στο νέο Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως τροποποιήθηκε με το νόμο 4335/2015 και θα ισχύσει από 1.1.2016 το άρθρο 975 παρ.3 έχει ως εξής:
"Οι απαιτήσεις, που έχουν ως βάση τους την παροχή εξαρτημένης εργασίας, καθώς και οι  απαιτήσεις από αμοιβές, έξοδα και αποζημιώσεις των δικηγόρων, που αμείβονται με πάγια περιοδική αμοιβή, εφόσον προέκυψαν μέσα στην τελευταία διετία πριν από την ημερομηνία ορισμού του πρώτου πλειστηριασμού ή κήρυξης της πτώχευσης. Οι αποζημιώσεις λόγω καταγγελίας της σχέσης εργασίας, καθώς και οι απαιτήσεις των δικηγόρων για αποζημίωση λόγω λύσης της σύμβασης έμμισθης εντολής κατατάσσονται στην τάξη αυτή ανεξάρτητα από το χρόνο που προέκυψαν. Οι απαιτήσεις του Δημοσίου από φόρο προστιθέμενης αξίας και παρακρατούμενους και επιρριπτόμενους φόρους με τις προσαυξήσεις κάθε φύσης και τους τόκους που επιβαρύνουν τις απαιτήσεις αυτές. Στην ίδια τάξη υπάγονται και οι απαιτήσεις των φορέων κοινωνικής ασφάλισης αρμοδιότητας της γενικής γραμματείας κοινωνικών ασφαλίσεων, οι απαιτήσεις αποζημίωσης σε περίπτωση θανάτου του υπόχρεου προς διατροφή, καθώς και οι απαιτήσεις αποζημίωσης λόγω αναπηρίας ποσοστού εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω, εφόσον προέκυψαν έως την ημέρα του πλειστηριασμού ή την κήρυξη της πτώχευσης".

Σχόλια