του Γιώργου Καζολέα, Δικηγόρου
Το νέο άρθρο 237 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως αντικαταστάθηκε με το νόμο 4335/2015, και θα ισχύει από 1.1.2016, εισάγει μια εντελώς καινούρια τακτική διαδικασία, όπου κανόνα αποτελεί η έγγραφη διαδικασία και η προφορική εξέταση μαρτύρων στο ακροατήριο θα γίνεται μόνο κατ΄εξαίρεση. Σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, η τακτική διαδικασία έχει ως εξής:
Κατάθεση προτάσεων και αντίκρουσης: Μέσα σε εκατό (100) (130 αν ο εναγόμενος διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής) ημέρες από την κατάθεση της αγωγής οι διάδικοι φέρουν το δικονομικό βάρος να καταθέσουν στον αρμόδιο υπάλληλο της γραμματείας τις προτάσεις τους με τις οποίες προβάλλουν τους ισχυρισμούς τους (μέσα επίθεσης και άμυνας), και να προσκομίσουν όλα τα αποδεικτικά μέσα και τα διαδικαστικά έγγραφα που επικαλούνται με αυτές. Επίσης το δικαστικό ένσημο κατατίθεται το αργότερο μέχρι τη συζήτηση (άρθρο 237 παρ. 1). Μέσα στις επόμενες δεκαπέντε ημέρες (δηλ. από τη λήξη της προθεσμίας των 100 ημερών) γίνονται οι αμοιβαίες αντικρούσεις με προσθήκη στις προτάσεις. Με την παρέλευση και αυτής της προθεσμίας κλείνει ο φάκελος της δικογραφίας. Εκπρόθεσμες προτάσεις και προσθήκες δεν λαμβάνονται υπόψη (άρθρο 237 παρ. 2).
Το νέο άρθρο 237 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, όπως αντικαταστάθηκε με το νόμο 4335/2015, και θα ισχύει από 1.1.2016, εισάγει μια εντελώς καινούρια τακτική διαδικασία, όπου κανόνα αποτελεί η έγγραφη διαδικασία και η προφορική εξέταση μαρτύρων στο ακροατήριο θα γίνεται μόνο κατ΄εξαίρεση. Σύμφωνα με τη νέα ρύθμιση, η τακτική διαδικασία έχει ως εξής:
Κατάθεση προτάσεων και αντίκρουσης: Μέσα σε εκατό (100) (130 αν ο εναγόμενος διαμένει στο εξωτερικό ή είναι άγνωστης διαμονής) ημέρες από την κατάθεση της αγωγής οι διάδικοι φέρουν το δικονομικό βάρος να καταθέσουν στον αρμόδιο υπάλληλο της γραμματείας τις προτάσεις τους με τις οποίες προβάλλουν τους ισχυρισμούς τους (μέσα επίθεσης και άμυνας), και να προσκομίσουν όλα τα αποδεικτικά μέσα και τα διαδικαστικά έγγραφα που επικαλούνται με αυτές. Επίσης το δικαστικό ένσημο κατατίθεται το αργότερο μέχρι τη συζήτηση (άρθρο 237 παρ. 1). Μέσα στις επόμενες δεκαπέντε ημέρες (δηλ. από τη λήξη της προθεσμίας των 100 ημερών) γίνονται οι αμοιβαίες αντικρούσεις με προσθήκη στις προτάσεις. Με την παρέλευση και αυτής της προθεσμίας κλείνει ο φάκελος της δικογραφίας. Εκπρόθεσμες προτάσεις και προσθήκες δεν λαμβάνονται υπόψη (άρθρο 237 παρ. 2).
Ορισμός δικαστή και δικασίμου: Μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από
το κλείσιμο του φακέλου της δικογραφίας με πράξη του προέδρου του τριμελούς
συμβουλίου ή του αρμόδιου δικαστή και σύμφωνα με τις προβλέψεις του κανονισμού
του δικαστηρίου, ορίζεται ο δικαστής και για τις υποθέσεις αρμοδιότητας του
πολυμελούς πρωτοδικείου η σύνθεση του δικαστηρίου για την εκδίκαση της υπόθεσης,
καθώς και ο εισηγητής. Συγχρόνως ορίζεται ημέρα και ώρα συζήτησης στο
ακροατήριο σε χρόνο όχι μεγαλύτερο των τριάντα (30) ημερών από την παρέλευση της
αμέσως πιο πάνω δεκαπενθήμερης προθεσμίας ή στον απολύτως αναγκαίο χρόνο, εάν ο
προβλεπόμενος από τον κανονισμό του δικαστηρίου αριθμός υποθέσεων, που
ανατίθεται σε κάθε δικαστή, καλυφθεί. Η εγγραφή της υπόθεσης στο πινάκιο, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά, γίνεται με πρωτοβουλία
του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων.
Συζήτηση χωρίς συζήτηση: Στη δικάσιμο της νέας τακτικής διαδικασίας δεν εξετάζονται
μάρτυρες και η υπόθεση συζητείται και χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των
πληρεξουσίων δικηγόρων τους. Άρα ελλείψει αυτών, η συζήτηση δεν ματαιώνεται, όπως γινόταν με το παλιό καθεστώς του ΚΠολΔ. Όπως αναφέρει η αιτιολογική έκθεση του νόμου 4335/2015, η «τυπική» αυτή συζήτηση προβλέφθηκε προκειμένου
να καλυφθούν οι ανάγκες της αρχής της δημοσιότητας των συνεδριάσεων του
δικαστηρίου που προστατεύεται συνταγματικά από το άρθρο 93 του Συντάγματος,
αλλά και για να παρασχεθεί η δυνατότητα ενέργειας ορισμένων διαδικαστικών
πράξεων, όπως είναι η βίαια διακοπή της δίκης (άρθρο 287), ο δικαστικός
συμβιβασμός (άρθρο 293) και η παραίτηση από το δικαίωμα της αγωγής (άρθρο 296).
Αναβολή δεν επιτρέπεται: Όπως αναφέρει η αιτιολογική έκθεση του ν.4335/15 το άρθρο 241 που παρέμεινε στο νέο ΚΠολΔ, καθόσον εξυπηρετεί άλλες διαδικασίες, στις
οποίες η αναβολή είναι επιτρεπτή (λ.χ. στις ειδικές διαδικασίες) δεν εφαρμόζεται
εδώ. Σε αντιδιαστολή, οι λόγοι αναβολής των άρθρων 265 (αναβολή της συζήτησης
σε περίπτωση πρόωρης αγωγής κατά κληρονόμου) και 266 (αναβολή της συζήτησης
λόγω προσεπίκλησης), εφαρμόζονται και προβάλλονται νόμιμα και στη διαδικασία
του άρθρου 237 με την έκδοση της αντίστοιχης μη οριστικής απόφασης, όπως και
κατά το ισχύον δικονομικό σύστημα. Ομοίως πεδίο εφαρμογής έχουν και τα άρθρα
247 επ. Αν υπάρχουν περιστάσεις που θα δικαιολογούσαν την αναβολή της
συζήτησης, οι διάδικοι προστατεύονται με τη δικονομική δυνατότητα παράτασης
της προθεσμίας κατόπιν συμφωνίας κατά το άρθρο 148, η οποία πλέον μπορεί να δοθεί και
αυτεπαγγέλτως από τον δικαστή.
Εξέταση μαρτύρων: Μετά την ανωτέρω (τυπική) συζήτηση
εκδίδεται η οριστική απόφαση με βάση τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας
(άρθρο 237 παρ. 4 και 5 ΚΠολΔ). Αν από τη μελέτη του φακέλου της δικογραφίας,
το δικαστήριο δεν μπορεί να αποφασίσει επί της ουσίας της υπόθεσης και να
σχηματίσει πλήρη δικανική πεποίθηση και κρίνει προς την κατεύθυνση αυτή
απολύτως αναγκαία την εμμάρτυρη απόδειξη, τότε με απλή διάταξη του δικαστηρίου,
ως ειδική πρόβλεψη, διατάσσεται η επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο σε
χρόνο όχι συντομότερο των δεκαπέντε (15) ημερών, για την εξέταση των μαρτύρων (ενός από
κάθε πλευρά) ενώπιον του ήδη ορισμένου δικαστή, στον τόπο και στην ημέρα και
ώρα που ορίζεται με τη διάταξη αυτή μέσα στο ίδιο δικαστικό έτος, εκτός εάν αυτό
είναι χρονικά αδύνατο.
Στην περίπτωση των πολυμελών συνθέσεων, η διάταξη, η οποία εκδίδεται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου, ακολουθεί κατόπιν διασκέψεως. Ο ήδη ορισμένος δικαστής, κατά την πρόβλεψη της συγκεκριμένης διάταξης, είναι αυτός που έχει οριστεί παραπάνω (βλ. άρθρο 237 παρ. 4 εδάφια α΄ και β΄) για την εκδίκαση της υπόθεσης και η δικογραφία, την οποία αυτός έχει χρεωθεί, τον ακολουθεί μέχρι την έκδοση της απόφασης.
Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης των μαρτύρων θεωρείται συντελεσμένη και η επανάληψη της συζήτησης (άρθρο 237 παρ. 6 ΚΠολΔ). Δεν αποκλείεται η επανάληψη της συζήτησης, σύμφωνα με τη γενική διάταξη του άρθρου 254, η οποία μπορεί να έχει και ως αντικείμενο τη διενέργεια αυτοψίας, πραγματογνωμοσύνης ή εξέτασης των διαδίκων και ενδεχομένως, μαζί με αυτά, την εξέταση μαρτύρων στο ακροατήριο. Μέσα σε οκτώ (8) εργάσιμες ημέρες από την εξέταση των μαρτύρων οι διάδικοι δικαιούνται με προσθήκη να προβούν σε αξιολόγηση των αποδείξεων αυτών. Νέοι ισχυρισμοί και νέα αποδεικτικά μέσα δεν λαμβάνονται υπόψη και δεν κατατίθενται νέες προτάσεις ή προσθήκη. Μετά την περάτωση της δίκης οι διάδικοι οφείλουν να αναλάβουν όλα τα σχετικά έγγραφα τους. Ο γραμματέας βεβαιώνει στις προτάσεις κάθε διαδίκου ότι ανέλαβε τα έγγραφα του (άρθρο 237 παράγραφοι 7 και 8).
Στην περίπτωση των πολυμελών συνθέσεων, η διάταξη, η οποία εκδίδεται από τον πρόεδρο του δικαστηρίου, ακολουθεί κατόπιν διασκέψεως. Ο ήδη ορισμένος δικαστής, κατά την πρόβλεψη της συγκεκριμένης διάταξης, είναι αυτός που έχει οριστεί παραπάνω (βλ. άρθρο 237 παρ. 4 εδάφια α΄ και β΄) για την εκδίκαση της υπόθεσης και η δικογραφία, την οποία αυτός έχει χρεωθεί, τον ακολουθεί μέχρι την έκδοση της απόφασης.
Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης των μαρτύρων θεωρείται συντελεσμένη και η επανάληψη της συζήτησης (άρθρο 237 παρ. 6 ΚΠολΔ). Δεν αποκλείεται η επανάληψη της συζήτησης, σύμφωνα με τη γενική διάταξη του άρθρου 254, η οποία μπορεί να έχει και ως αντικείμενο τη διενέργεια αυτοψίας, πραγματογνωμοσύνης ή εξέτασης των διαδίκων και ενδεχομένως, μαζί με αυτά, την εξέταση μαρτύρων στο ακροατήριο. Μέσα σε οκτώ (8) εργάσιμες ημέρες από την εξέταση των μαρτύρων οι διάδικοι δικαιούνται με προσθήκη να προβούν σε αξιολόγηση των αποδείξεων αυτών. Νέοι ισχυρισμοί και νέα αποδεικτικά μέσα δεν λαμβάνονται υπόψη και δεν κατατίθενται νέες προτάσεις ή προσθήκη. Μετά την περάτωση της δίκης οι διάδικοι οφείλουν να αναλάβουν όλα τα σχετικά έγγραφα τους. Ο γραμματέας βεβαιώνει στις προτάσεις κάθε διαδίκου ότι ανέλαβε τα έγγραφα του (άρθρο 237 παράγραφοι 7 και 8).
Το κείμενο του νέου άρθρου 237 ΚΠολΔ έχει ως εξής:
1. Μέσα σε εκατό (100) ημέρες από την κατάθεση της αγωγής οι
διάδικοι οφείλουν να καταθέσουν τις προτάσεις και να προσκομίσουν όλα τα
αποδεικτικά μέσα και τα διαδικαστικά έγγραφα που επικαλούνται με αυτές. Μέσα
στην ίδια προθεσμία κατατίθενται το αποδεικτικό επίδοσης της αγωγής, καθώς και
τα πληρεξούσια έγγραφα προς τους δικηγόρους κατά το άρθρο 96. Το δικαστικό
ένσημο κατατίθεται το αργότερο μέχρι τη συζήτηση της υπόθεσης. Η παραπάνω
προθεσμία παρατείνεται κατά τριάντα (30) ημέρες για όλους τους διαδίκους αν ο
εναγόμενος ή κάποιος από τους ομοδίκους του διαμένει στο εξωτερικό ή είναι
άγνωστης διαμονής.
2. Οι αμοιβαίες αντικρούσεις γίνονται με προσθήκη στις προτάσεις, η οποία
κατατίθεται μέσα στις επόμενες δεκαπέντε (15) ημέρες από τη λήξη της παραπάνω
προθεσμίας, με την παρέλευση των οποίων κλείνει ο φάκελος της δικογραφίας. Νέοι
ισχυρισμοί με την προσθήκη μπορεί να προταθούν και νέα αποδεικτικά μέσα να
προσκομισθούν μόνο για την αντίκρουση ισχυρισμών που περιέχονται στις
προτάσεις. Εκπρόθεσμες προτάσεις και προσθήκες δεν λαμβάνονται υπόψη.
3. Η κατάθεση γίνεται στον αρμόδιο υπάλληλο της γραμματείας, που βεβαιώνει με επισημείωση τη χρονολογία της κατάθεσης των προτάσεων και των αντικρούσεων. Κάθε διάδικος δικαιούται να πάρει ατελώς με δική του δαπάνη αντίγραφα των προτάσεων και των αντικρούσεων των αντιδίκων του και των εγγράφων που έχουν προσκομίσει. Το δικαίωμα αυτό μπορεί να ασκηθεί και από το δικηγόρο που υπογράφει την αγωγή, την παρέμβαση ή τις προτάσεις ή από τρίτο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από το δικηγόρο αυτόν.
4. Μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από το κλείσιμο του φακέλου της δικογραφίας με πράξη του προέδρου του τριμελούς συμβουλίου ή του αρμόδιου δικαστή, ορίζεται, σύμφωνα με τον κανονισμό του δικαστηρίου, ο δικαστής και για τις υποθέσεις αρμοδιότητας του πολυμελούς πρωτοδικείου η σύνθεση του δικαστηρίου για την εκδίκαση της υπόθεσης. Στην τελευταία περίπτωση ο πρόεδρος του πολυμελούς πρωτοδικείου ορίζει τον εισηγητή. Συγχρόνως ορίζεται ημέρα και ώρα συζήτησης στο ακροατήριο σε χρόνο όχι μεγαλύτερο από τριάντα (30) ημέρες από την παρέλευση της αμέσως πιο πάνω δεκαπενθήμερης προθεσμίας. Κατ' εξαίρεση, αν ο προβλεπόμενος από τον κανονισμό του δικαστηρίου αριθμός υποθέσεων, που ανατίθεται σε κάθε δικαστή, καλυφθεί, ο ορισμός δικαστή και χρόνου συζήτησης της υπόθεσης γίνεται στον απολύτως αναγκαίο χρόνο. Η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά, γίνεται με πρωτοβουλία του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Με πρωτοβουλία επίσης του γραμματέα μπορεί να γνωστοποιείται η δικάσιμος που ορίστηκε με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των διαδίκων. Κατά την ορισμένη δικάσιμο δεν εξετάζονται μάρτυρες και η υπόθεση συζητείται και χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξούσιων δικηγόρων τους. Αναβολή της συζήτησης κατά το άρθρο 241 δεν επιτρέπεται.
5. Μετά τη συζήτηση αυτή εκδίδεται η οριστική απόφαση με βάση τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας.
6. Αν από τη μελέτη του φακέλου της δικογραφίας κρίνεται απολύτως αναγκαία η εξέταση μαρτύρων στο ακροατήριο, ενός από κάθε πλευρά από εκείνους που έδωσαν ένορκη βεβαίωση ή σε περίπτωση ανυπαρξίας αυτών από τους προτεινόμενους από κάθε πλευρά, με απλή διάταξη του προέδρου επί πολυμελούς πρωτοδικείου ή του δικαστή της υπόθεσης επί μονομελούς πρωτοδικείου και ειρηνοδικείου, διατάσσεται η επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο σε χρόνο όχι συντομότερο από δεκαπέντε (15) ημέρες, για την εξέταση των μαρτύρων ενώπιον του ήδη ορισμένου δικαστή, στον τόπο και στην ημέρα και ώρα που ορίζεται με τη διάταξη αυτή μέσα στο ίδιο δικαστικό έτος, εκτός αν αυτό είναι χρονικά αδύνατο. Η καταχώριση της διάταξης στο οικείο βιβλίο του δικαστηρίου, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά, επέχει θέση κλήτευσης όλων των διαδίκων. Η καταχώριση της διάταξης μπορεί επίσης να γνωστοποιείται με πρωτοβουλία του γραμματέα με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των διαδίκων. Ο δικαστής αποφασίζει για όλα τα σχετικά με την απόδειξη διαδικαστικά ζητήματα. Αν ο χρόνος εξέτασης των μαρτύρων δεν επαρκεί, επιτρέπεται μόνο διακοπή για άλλη ημέρα και ώρα ενώπιον του ίδιου δικαστή, με προφορική ανακοίνωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά και επέχει θέση κλήτευσης όλων των διαδίκων και εκείνων που δεν παρίστανται. Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης των μαρτύρων θεωρείται συντελεσμένη και η επανάληψη της συζήτησης. Αν ο χρόνος εξέτασης των μαρτύρων οριστεί για οποιοδήποτε λόγο μέσα στο επόμενο δικαστικό έτος και η εξέταση των μαρτύρων ενώπιον του ίδιου δικαστή δεν είναι δυνατή, η υπόθεση διαγράφεται από τη χρέωση του συγκεκριμένου δικαστή και ακολουθεί νέα χρέωση για την εξέταση των μαρτύρων και την έκδοση της απόφασης. Στη θέση της διαγραφείσας υπόθεσης στον εισηγητή ή στο δικαστή του μονομελούς πρωτοδικείου ή του ειρηνοδικείου ανατίθεται άλλη υπόθεση.
7. Μέσα σε οκτώ (8) εργάσιμες ημέρες από την εξέταση των μαρτύρων οι διάδικοι δικαιούνται με προσθήκη να προβούν σε αξιολόγηση των αποδείξεων αυτών. Νέοι ισχυρισμοί και νέα αποδεικτικά μέσα δεν λαμβάνονται υπόψη και δεν κατατίθενται νέες προτάσεις.
8. Μετά την περάτωση της δίκης οι διάδικοι οφείλουν να αναλάβουν όλα τα σχετικά έγγραφά τους. Ο γραμματέας βεβαιώνει στις προτάσεις κάθε διαδίκου ότι ανέλαβε τα έγγραφά του. Αν υπάρχει σπουδαίος λόγος, ο πρόεδρος του δικαστηρίου επιτρέπει στο διάδικο να αναλάβει ορισμένο έγγραφο και πριν από την περάτωση της δίκης. Αν το έγγραφο αυτό είναι αναγκαίο, η ανάληψη επιτρέπεται μόνο αφού κατατεθεί επικυρωμένο αντίγραφο.
Οι προτάσεις παραμένουν στο αρχείο του δικαστηρίου.
9. Η κατάθεση των προτάσεων, καθώς και της προσθήκης, μπορεί να γίνεται και με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 119. Επίσης με ηλεκτρονικά μέσα μπορεί να υποβάλλονται και τα σχετικά έγγραφα που επικαλούνται με τις προτάσεις τους οι διάδικοι.
10. Το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση των διαδίκων ή αυτεπαγγέλτως, μπορεί να αποφασίσει οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους κατά τη διάρκεια της συζήτησης να παρίστανται σε άλλο τόπο και να ενεργούν εκεί διαδικαστικές πράξεις. Η συζήτηση αυτή μεταδίδεται ταυτόχρονα με ήχο και εικόνα στην αίθουσα συνεδρίασης του δικαστηρίου και στον τόπο, όπου παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
11. Το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση των διαδίκων ή αυτεπαγγέλτως, μπορεί να αποφασίσει την εξέταση μαρτύρων, πραγματογνωμόνων και διαδίκων χωρίς αυτοί να παρίστανται στην αίθουσα συνεδρίασης του, η δε σχετική απόφαση του δικαστηρίου δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα. Η εξέταση μεταδίδεται ταυτοχρόνως με ήχο και εικόνα στην αίθουσα συνεδρίασης του δικαστηρίου και στον τόπο εξέτασης των μαρτύρων, πραγματογνωμόνων και διαδίκων. Η εξέταση αυτή, η οποία θεωρείται ότι διεξάγεται ενώπιον του δικαστηρίου, έχει την ίδια αποδεικτική ισχύ με την εξέταση στο ακροατήριο.
3. Η κατάθεση γίνεται στον αρμόδιο υπάλληλο της γραμματείας, που βεβαιώνει με επισημείωση τη χρονολογία της κατάθεσης των προτάσεων και των αντικρούσεων. Κάθε διάδικος δικαιούται να πάρει ατελώς με δική του δαπάνη αντίγραφα των προτάσεων και των αντικρούσεων των αντιδίκων του και των εγγράφων που έχουν προσκομίσει. Το δικαίωμα αυτό μπορεί να ασκηθεί και από το δικηγόρο που υπογράφει την αγωγή, την παρέμβαση ή τις προτάσεις ή από τρίτο πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από το δικηγόρο αυτόν.
4. Μέσα σε δεκαπέντε (15) ημέρες από το κλείσιμο του φακέλου της δικογραφίας με πράξη του προέδρου του τριμελούς συμβουλίου ή του αρμόδιου δικαστή, ορίζεται, σύμφωνα με τον κανονισμό του δικαστηρίου, ο δικαστής και για τις υποθέσεις αρμοδιότητας του πολυμελούς πρωτοδικείου η σύνθεση του δικαστηρίου για την εκδίκαση της υπόθεσης. Στην τελευταία περίπτωση ο πρόεδρος του πολυμελούς πρωτοδικείου ορίζει τον εισηγητή. Συγχρόνως ορίζεται ημέρα και ώρα συζήτησης στο ακροατήριο σε χρόνο όχι μεγαλύτερο από τριάντα (30) ημέρες από την παρέλευση της αμέσως πιο πάνω δεκαπενθήμερης προθεσμίας. Κατ' εξαίρεση, αν ο προβλεπόμενος από τον κανονισμό του δικαστηρίου αριθμός υποθέσεων, που ανατίθεται σε κάθε δικαστή, καλυφθεί, ο ορισμός δικαστή και χρόνου συζήτησης της υπόθεσης γίνεται στον απολύτως αναγκαίο χρόνο. Η εγγραφή της υπόθεσης στο οικείο πινάκιο, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά, γίνεται με πρωτοβουλία του γραμματέα και ισχύει ως κλήτευση όλων των διαδίκων. Με πρωτοβουλία επίσης του γραμματέα μπορεί να γνωστοποιείται η δικάσιμος που ορίστηκε με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των διαδίκων. Κατά την ορισμένη δικάσιμο δεν εξετάζονται μάρτυρες και η υπόθεση συζητείται και χωρίς την παρουσία των διαδίκων ή των πληρεξούσιων δικηγόρων τους. Αναβολή της συζήτησης κατά το άρθρο 241 δεν επιτρέπεται.
5. Μετά τη συζήτηση αυτή εκδίδεται η οριστική απόφαση με βάση τα στοιχεία του φακέλου της δικογραφίας.
6. Αν από τη μελέτη του φακέλου της δικογραφίας κρίνεται απολύτως αναγκαία η εξέταση μαρτύρων στο ακροατήριο, ενός από κάθε πλευρά από εκείνους που έδωσαν ένορκη βεβαίωση ή σε περίπτωση ανυπαρξίας αυτών από τους προτεινόμενους από κάθε πλευρά, με απλή διάταξη του προέδρου επί πολυμελούς πρωτοδικείου ή του δικαστή της υπόθεσης επί μονομελούς πρωτοδικείου και ειρηνοδικείου, διατάσσεται η επανάληψη της συζήτησης στο ακροατήριο σε χρόνο όχι συντομότερο από δεκαπέντε (15) ημέρες, για την εξέταση των μαρτύρων ενώπιον του ήδη ορισμένου δικαστή, στον τόπο και στην ημέρα και ώρα που ορίζεται με τη διάταξη αυτή μέσα στο ίδιο δικαστικό έτος, εκτός αν αυτό είναι χρονικά αδύνατο. Η καταχώριση της διάταξης στο οικείο βιβλίο του δικαστηρίου, το οποίο μπορεί να τηρείται και ηλεκτρονικά, επέχει θέση κλήτευσης όλων των διαδίκων. Η καταχώριση της διάταξης μπορεί επίσης να γνωστοποιείται με πρωτοβουλία του γραμματέα με αποστολή ηλεκτρονικού μηνύματος στη διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου των διαδίκων. Ο δικαστής αποφασίζει για όλα τα σχετικά με την απόδειξη διαδικαστικά ζητήματα. Αν ο χρόνος εξέτασης των μαρτύρων δεν επαρκεί, επιτρέπεται μόνο διακοπή για άλλη ημέρα και ώρα ενώπιον του ίδιου δικαστή, με προφορική ανακοίνωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά και επέχει θέση κλήτευσης όλων των διαδίκων και εκείνων που δεν παρίστανται. Με την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξέτασης των μαρτύρων θεωρείται συντελεσμένη και η επανάληψη της συζήτησης. Αν ο χρόνος εξέτασης των μαρτύρων οριστεί για οποιοδήποτε λόγο μέσα στο επόμενο δικαστικό έτος και η εξέταση των μαρτύρων ενώπιον του ίδιου δικαστή δεν είναι δυνατή, η υπόθεση διαγράφεται από τη χρέωση του συγκεκριμένου δικαστή και ακολουθεί νέα χρέωση για την εξέταση των μαρτύρων και την έκδοση της απόφασης. Στη θέση της διαγραφείσας υπόθεσης στον εισηγητή ή στο δικαστή του μονομελούς πρωτοδικείου ή του ειρηνοδικείου ανατίθεται άλλη υπόθεση.
7. Μέσα σε οκτώ (8) εργάσιμες ημέρες από την εξέταση των μαρτύρων οι διάδικοι δικαιούνται με προσθήκη να προβούν σε αξιολόγηση των αποδείξεων αυτών. Νέοι ισχυρισμοί και νέα αποδεικτικά μέσα δεν λαμβάνονται υπόψη και δεν κατατίθενται νέες προτάσεις.
8. Μετά την περάτωση της δίκης οι διάδικοι οφείλουν να αναλάβουν όλα τα σχετικά έγγραφά τους. Ο γραμματέας βεβαιώνει στις προτάσεις κάθε διαδίκου ότι ανέλαβε τα έγγραφά του. Αν υπάρχει σπουδαίος λόγος, ο πρόεδρος του δικαστηρίου επιτρέπει στο διάδικο να αναλάβει ορισμένο έγγραφο και πριν από την περάτωση της δίκης. Αν το έγγραφο αυτό είναι αναγκαίο, η ανάληψη επιτρέπεται μόνο αφού κατατεθεί επικυρωμένο αντίγραφο.
Οι προτάσεις παραμένουν στο αρχείο του δικαστηρίου.
9. Η κατάθεση των προτάσεων, καθώς και της προσθήκης, μπορεί να γίνεται και με ηλεκτρονικά μέσα σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 119. Επίσης με ηλεκτρονικά μέσα μπορεί να υποβάλλονται και τα σχετικά έγγραφα που επικαλούνται με τις προτάσεις τους οι διάδικοι.
10. Το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση των διαδίκων ή αυτεπαγγέλτως, μπορεί να αποφασίσει οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους κατά τη διάρκεια της συζήτησης να παρίστανται σε άλλο τόπο και να ενεργούν εκεί διαδικαστικές πράξεις. Η συζήτηση αυτή μεταδίδεται ταυτόχρονα με ήχο και εικόνα στην αίθουσα συνεδρίασης του δικαστηρίου και στον τόπο, όπου παρίστανται οι διάδικοι και οι πληρεξούσιοι δικηγόροι τους.
11. Το δικαστήριο, ύστερα από αίτηση των διαδίκων ή αυτεπαγγέλτως, μπορεί να αποφασίσει την εξέταση μαρτύρων, πραγματογνωμόνων και διαδίκων χωρίς αυτοί να παρίστανται στην αίθουσα συνεδρίασης του, η δε σχετική απόφαση του δικαστηρίου δεν υπόκειται σε ένδικα μέσα. Η εξέταση μεταδίδεται ταυτοχρόνως με ήχο και εικόνα στην αίθουσα συνεδρίασης του δικαστηρίου και στον τόπο εξέτασης των μαρτύρων, πραγματογνωμόνων και διαδίκων. Η εξέταση αυτή, η οποία θεωρείται ότι διεξάγεται ενώπιον του δικαστηρίου, έχει την ίδια αποδεικτική ισχύ με την εξέταση στο ακροατήριο.
Σχόλια