Άσκηση εν γνώσει προφανώς αβάσιμης αγωγής. Χρηματική ποινή

ΕφΑθ 4944/2015. Άσκηση εν γνώσει προφανώς αβάσιμης αγωγής. Χρηματική ποινή. «Στην προκείμενη περίπτωση ο ενάγων με την επικουρική βάση της αγωγής του ζήτησε την καταβολή της νόμιμης δικηγορικής αμοιβής του για εξώδικες εργασίες, κατά τις διατάξεις του Κώδικα Δικηγόρων και τις υπ' αριθμ. 120867 - ΦΕΚ Β/1964 - 30-12-2005 και 1117864/2297/Α0012-ΦΕΚ Β/2422/24-12-2007 κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης… Με το παραπάνω περιεχόμενο η αγωγή, κατά την επικουρική της βάση, είναι απορριπτέα ως απαράδεκτη λόγω αοριστίας διότι δεν περιέχονται
σ' αυτή όλα τα απαιτούμενα για την πληρότητα της, κατά τις διατάξεις των άρθρων 118, 119, 216 και 680 του ΚΠολΔ στοιχεία, καθόσον ο ενάγων δεν προσδιορίζει τον εντολέα του για κάθε μία από τις αναφερόμενες πιο πάνω εξώδικες εργασίες του και δεν περιγράφει με ακρίβεια τις διενεργηθείσες από αυτόν εξώδικες πράξεις και εργασίες, η αοριστία δε αυτή δεν μπορεί να συμπληρωθεί με τις προτάσεις ή με την αναφορά σε άλλα έγγραφα.
Επομένως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο που με την εκκαλούμενη απόφαση του δέχθηκε ως ορισμένη την επικουρική ως άνω βάση της αγωγής   και ακολούθως ως εν μέρει κατ' ουσίαν βάσιμη, έσφαλε και παρά το νόμο δεν κήρυξε αυτή ως απαράδεκτη λόγω ποσοτικής αοριστίας και πρέπει η έφεση, με την οποία αποδίδεται στην προσβαλλόμενη απόφαση η ανωτέρω πλημμέλεια, να γίνει δεκτή ως κατ' ουσίαν βάσιμη, τα αντίθετα δε υποστηριζόμενα από τον ενάγοντα με την αντέφεση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα.
Κατά τη διάταξη του άρθρου 205 ΚΠολΔ, όπως αυτό ισχύει μετά την αντικατάσταση του από το άρθρο 15 παρ.2 του ν.3994/2011, το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως με την οριστική απόφαση του, επιβάλλει στο διάδικο ή στο νόμιμο αντιπρόσωπο του ή στο δικαστικό του πληρεξούσιο ανάλογα με την ευθύνη καθενός χρηματική ποινή από πεντακόσια (500) ευρώ έως χίλια πεντακόσια (1500) ευρώ που περιέρχεται στον Τομέα Ασφάλισης Νομικών του Ενιαίου Ταμείου Ανεξάρτητα Απασχολουμένων, αν προκύψει από τη δίκη που έγινε ότι αν και το γνώριζαν 1) άσκησαν προφανώς αβάσιμη αγωγή, ανταγωγή η παρέμβαση ή προφανώς αβάσιμο ένδικο μέσο, ή 2) διεξήγαγαν τη δίκη παρελκυστικά ή δεν τήρησαν τους κανόνες των χρηστών ηθών ή της καλής πίστης ή το καθήκον της αληθείας. 
Με τη διάταξη αυτή, η οποία εναρμονίζεται με το άρθρο 116 ΚΠολΔ, καθιερώνεται αποκλειστικά για την εξασφάλιση της διαδικαστικής τάξεως, χωρίς καμία επίδραση στο περιεχόμενο της αποφάσεως, η υποχρέωση του δικαστηρίου και όχι η διακριτική ευχέρεια αυτού, για την επιβολή χρηματικής ποινής, που περιέρχεται στο Ταμείο Νομικών, ως ασφαλιστικό φορέα των νομικών επαγγελμάτων, εφόσον διαπιστωθεί δικονομική συμπεριφορά, η οποία έχει αρνητική επενέργεια στην απονομή δικαιοσύνης. Η διάταξη αναφέρεται στην άσκηση προφανώς αβάσιμης αγωγής, ανταγωγής, παρεμβάσεως ή ενδίκου μέσου. Η απαρίθμηση όμως αυτή είναι ενδεικτική και πρέπει να γίνει δεκτό ότι, από το όλο πνεύμα και το σκοπό της διατάξεως, καταλαμβάνει κάθε μορφής αίτηση παροχής έννομης προστασίας. 
Ως προφανώς αβάσιμο, κατά την έννοια της διατάξεως, νοείται το μέσο προστασίας που ασκήθηκε, ενώ ήταν απαράδεκτο ή νομικώς ή ουσιαστικώς αβάσιμο ή ισχυρισμός που προτάθηκε ήταν αναληθής. Το καθήκον αληθείας επεκτείνεται και στην άρνηση ισχυρισμών. Για την επιβολή της ποινής απαιτείται εν γνώσει επιχείρηση των απαγορευμένων πράξεων και δεν αρκεί ο ενδεχόμενος δόλος και ακόμη περισσότερο η βαριά αμέλεια. Η απόρριψη της αγωγής ή του ενδίκου μέσου ως νόμω ή κατ’ ουσίαν αβάσιμου δεν υποδηλώνει και παράβαση της παραπάνω διάταξης. ( ΑΠ 1443/2014, ΑΠ 738/2012 δημ,ΤΝΠ Νόμος)…
Σύμφωνα με τα παραπάνω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο έκρινε τα ίδια και απέρριψε τις αγωγικές αξιώσεις του ενάγοντος, τις στηριζόμενες στην επικαλούμενη ύπαρξη  μεταξύ αυτού και της εναγομένης άτυπης σύμβασης εντολής με πάγια αντιμισθία, (κύρια βάση της αγωγής) ως ουσιαστικά αβάσιμες, δεν έσφαλε ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων και  ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο, τα αντίθετα  δε υποστηριζόμενα από τον ενάγοντα με την αντέφεση είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. 
Έσφαλε όμως, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, όπως βάσιμα υποστηρίζει η εκκαλούσα με τον τελευταίο λόγο της έφεσης της, καθόσον δεν εφάρμοσε αυτεπαγγέλτως αλλά και κατ' αποδοχή σχετικού αιτήματος αυτής, τη διάταξη του άρθρου 205 ΚΠολΔ και δεν επέβαλε σε βάρος του ενάγοντος χρηματική ποινή, επειδή ο τελευταίος αν και γνώριζε ότι δεν καταρτίστηκε μεταξύ τους η επικαλούμενη από αυτόν άτυπη σύμβαση εντολής με πάγια αντιμισθία, άσκησε σε βάρος της την προφανώς αβάσιμη κατά την κύρια βάση της ένδικη αγωγή. Η εν γνώσει του ενάγοντος άσκηση της προφανώς αβάσιμης ένδικης αγωγής του, κατά την κύρια βάση της, προκύπτει από την ιδιότητα αυτού ως δικηγόρου. Επομένως, συντρέχουν οι προϋποθέσεις του άρθρου 205 ΚΠολΔ για την επιβολή σε βάρος του ενάγοντος χρηματικής ποινής, η οποία πρέπει να οριστεί στο ποσό των 1.000 ευρώ». Ολόκληρη η απόφαση εδώ (dsanet.gr)

Σχόλια