Επίδοση ως άγνωστης διαμονής. Το δικαστήριο πρέπει να συνεκτιμήσει τα προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα και να μην βασιστεί μόνο στο αποδεικτικό επίδοσης
Απόφαση Αρείου Πάγου 76/2015 (ποιν.) Περίληψη: Απόφαση, με την οποία απορρίφθηκαν
οι εφέσεις των κατηγορουμένων ως απαράδεκτες λόγω εκπρόθεσμης ασκήσεως. Επίδοση
της εκκαλουμένης ως άγνωστης διαμονής. Πότε είναι άκυρη η επίδοση. Ο
κατηγορούμενος, αν έχει γνωστή διαμονή σε τρίτους, θεωρείται γνωστής διαμονής,
έστω και αν η διαμονή του ήταν άγνωστη στην Εισαγγελική Αρχή που εξέδωσε το
προς επίδοση έγγραφο. Το δικαστήριο, για τη σχετική κρίση του,
πρέπει να
συνεκτιμήσει και τα αποδεικτικά μέσα που προσκόμισε ο κατηγορούμενος και να μη
βασιστεί μόνο στο αποδεικτικό επιδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως.
Διαφορετικά, παραβιάζεται το δικαίωμά του σε δίκαιη δίκη (άρ. 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ)
και η απόφαση είναι αναιρετέα για έλλειψη αιτιολογίας, απόλυτη ακυρότητα και
αρνητική υπέρβαση εξουσίας (ΟλΑΠ 2/2014). Αναίρεση, γιατί δεν αναφέρεται αν,
από έγγραφα που είχαν προσκομίσει οι αναιρεσείοντες, προέκυπτε αν αυτοί είχαν
γνωστή, σε οποιαδήποτε Αρχή, διαμονή, και παραπομπή.
«Κατά τη διάταξη του άρθρου 156 του ίδιου Κώδικα, αν το
πρόσωπο, στο οποίο πρόκειται να γίνει η επίδοση, απουσιάζει από τον τόπο της
κατοικίας του και είναι άγνωστη η διαμονή του, η επίδοση γίνεται, μετά την
άκαρπη αναζήτηση των αναφερομένων στη διάταξη αυτή προσώπων, στο δήμαρχο της
τελευταίας γνωστής κατοικίας ή διαμονής του ή στο δημοτικό υπάλληλο που ορίζει
ο δήμαρχος γι`' αυτό το σκοπό. Η μη τήρηση των διατυπώσεων αυτών συνεπάγεται,
κατά το άρθρο 154 παρ. 2 του ΚΠοινΔ, την ακυρότητα της επιδόσεως και δεν
αρχίζει η ανωτέρω προθεσμία ασκήσεως ενδίκων μέσων.
Εξάλλου, κατά τη διάταξη του
άρθρου 171 παρ. 1 περ. δ του ΚΠοινΔ, όπως αντικαταστάθηκε από το άρθρο 11 παρ.
2 του ν. 3904/2010, απόλυτη ακυρότητα, η οποία ιδρύει τον από το άρθρο 510 παρ.
1 στοιχ. Α του ΚΠοινΔ λόγο αναιρέσεως, προκαλείται και αν δεν τηρηθούν οι
διατάξεις που καθορίζουν "την εμφάνιση, την εκπροσώπηση και την υπεράσπιση
του κατηγορουμένου και την άσκηση των δικαιωμάτων του που του παρέχονται από το
νόμο, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και
των Θεμελιωδών Ελευθεριών και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά
Δικαιώματα".
Από δε τη διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, το οποίο
καθιερώνει την αρχή της δίκαιης δίκης, συνάγεται ότι το Δικαστήριο, στο οποίο
φέρεται η υπόθεση, που αφορά έφεση που ασκήθηκε μετά την πάροδο της νόμιμης
προθεσμίας, έχει υποχρέωση να μη βασιστεί μόνο στο αποδεικτικό επιδόσεως στον
κατηγορούμενο της εκκαλουμένης αποφάσεως ως άγνωστης διαμονής, αλλά να
συνεκτιμήσει και άλλα αποδεικτικά μέσα (μάρτυρες, έγγραφα) που προσκομίζει ο
τελευταίος, όπως έχει αποφανθεί το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων,
σύμφωνα με τη νομολογία του οποίου [βλ. υπόθεση Popovitsi κατά Ελλάδας (αριθ.
προσφυγής 53451/2007 - απόφαση από 14.1.2010), υπόθεση Elyasin κατά Ελλάδας
(αριθ. προσφυγής 46929/2006 - απόφαση από 28.5.2009)], αν το Εφετείο, το οποίο
απέρριψε έφεση του κατηγορουμένου ως εκπρόθεσμη, βασίστηκε μόνο στο αποδεικτικό
επιδόσεως της εκκαλουμένης αποφάσεως ως άγνωστης διαμονής, χωρίς να
συνεκτιμήσει τα προσκομιζόμενα ενώπιόν του στοιχεία, από τα οποία προκύπτει η κατά
τον κρίσιμο χρόνο διεύθυνσή του, παραβιάζεται η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 της
ΕΣΔΑ, τοσούτω μάλλον, καθόσον, όταν οι πολίτες δεν έχουν καμιά γνώση των σε
βάρος τους κατηγοριών, δεν συντρέχει λόγος, για τον οποίο πρέπει να ενημερώνουν
από μόνοι τους την εισαγγελία για κάθε αλλαγή διευθύνσεως.
Δηλαδή, αν ο
κατηγορούμενος αποδείξει ότι έχει γνωστή κατοικία, κατοικία, δηλαδή, που μπορεί
να μη γνωρίζει η Εισαγγελική Αρχή που εξέδωσε το προς επίδοση έγγραφο, η οποία,
όμως, είναι γνωστή σε τρίτους (Δ.Ε.Η., Δ.Ο.Υ., άλλη Εισαγγελική Αρχή, κ.λπ.),
θεωρείται ως γνωστής διαμονής και η επίδοση σ` αυτόν εγγράφου ως άγνωστης
διαμονής είναι άκυρη. Αν, παρά ταύτα, το Δικαστήριο, χωρίς να συνεκτιμήσει όλα
τα αποδεικτικά μέσα, θεωρήσει ως έγκυρη την επίδοση της εκκαλούμενης αποφάσεως
στον αναιρεσείοντα ως άγνωστης διαμονής, γιατί αυτός δεν γνωστοποίησε την όποια
μεταβολή της κατοικίας του στην αρμόδια Εισαγγελική Αρχή, και προχωρήσει στην
απόρριψη της εφέσεώς του ως εκπρόθεσμης, υπερβαίνει αρνητικά την εξουσία του
και ιδρύεται ο από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η του ΚΠοινΔ λόγος αναιρέσεως,
πέραν του ότι καθίσταται η απόφασή του αναιρετέα και για απόλυτη ακυρότητα και
για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας (άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α
και Δ του ΚΠοινΔ) (ΟλΑΠ 2/2014)…
Το Τριμελές Εφετείο στέρησε την απόφασή του από την
απαιτούμενη από τα άρθρα 93 παρ. 3 του Συντάγματος και 139 του ΚΠοινΔ ειδική
και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει ότι, από τα αποδεικτικά μέσα που
είχαν τεθεί ενώπιόν του, δεν προέκυπτε ότι η διεύθυνση της κατοικίας των
εκκαλούντων - κατηγορουμένων (... αρ. 13 - Πολιτεία) ήταν γνωστή στην
Εισαγγελική Αρχή που είχε παραγγείλει την επίδοση, χωρίς να αναφέρει, όπως
έπρεπε, σύμφωνα με τα εκτεθέντα στη μείζονα σκέψη, αν, από άλλα αποδεικτικά μέσα
και μάλιστα από έγγραφα που είχαν προσκομίσει οι ίδιοι και δη από αιτήσεις τους
προς τον Εισαγγελέα Εκτελέσεως Ποινών της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών (ο
οποίος, άλλωστε, ταυτίζεται προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών που
παρήγγειλε την επίδοση), προέκυπτε ή όχι ότι αυτοί, κατά τον κρίσιμο χρόνο της
επιδόσεως της εκκαλούμενης αποφάσεως, είχαν γνωστή, σε οποιαδήποτε Αρχή,
διαμονή διάφορη από εκείνη, στην οποία αναζητήθηκαν και δεν βρέθηκαν.
Με το να
θεωρήσει, λοιπόν, χωρίς ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, την επίδοση της
εκκαλουμένης αποφάσεως στους εκκαλούντες ως άγνωστης διαμονής έγκυρη και να
προχωρήσει, μετά από αυτά, στην απόρριψη των εφέσεως αυτών ως εκπροθέσμων
αφενός υπερέβη αρνητικά την εξουσία του και αφετέρου προκάλεσε απόλυτη
ακυρότητα στο ακροατήριο, συνιστάμενη στη στέρηση από τους αναιρεσείοντες -
κατηγορουμένους του δικαιώματός τους σε δίκαιη δίκη, που τους παρέχεται από το
υπερνομοθετικής ισχύος (άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος) άρθρο 6 παρ. 1 της
ΕΣΔΑ. Επομένως, οι, από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Η, Α και Δ του ΚΠοινΔ,
πρώτος, δεύτερος και τρίτος λόγοι αναιρέσεως, με τους οποίους υποστηρίζονται τα
αυτά, είναι βάσιμοι και πρέπει, κατά παραδοχή αυτών, να αναιρεθεί η
προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο
Δικαστήριο, αφού είναι δυνατή η συγκρότησή του από Δικαστές άλλους, εκτός από
εκείνους που δίκασαν προηγουμένως (άρθρο 519 ΚΠοινΔ)». (areiospagos.gr)
Σχόλια