Brexit: Mια νέα ιστορική πρόκληση

Tης Έφης Θωμά, Δικηγόρου LL.M.
Με ένα ιστορικό δημοψήφισμα το Ηνωμένο Βασίλειο αποχαιρετά την Ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, χαράσσοντας τη δική του πορεία. Η τολμηρή περιφρόνηση στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και το ευρωπαϊκό ιδεώδες μετά από 43 χρόνια παραμονής στην Ένωση, ταρακουνά συθέμελα το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, αναδεικνύοντας περίτρανα όλες τις παθογένειες, τα λάθη και την ανάγκη για αλλαγή πορείας της Ευρώπης των 27, πλέον, κρατών μελών. Το να παρθεί μια
τέτοιας εμβέλειας πρωτοφανής απόφαση για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, την ισχυρότερη ένωση κρατών μέχρι σήμερα στην παγκόσμια ιστορία, μέσω δημοψηφίσματος με οριακή επικράτηση της εξόδου, προβληματίζει για το εάν πρέπει να χαρακτηριστεί ως πράξη γενναιότητας ή δειλίας μπροστά στα τεράστια προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη.
Είναι αυτονόητο ότι μια χώρα με τη δύναμη της Μεγάλης Βρετανίας μπορεί να σταθεί στα πόδια της και να προχωρήσει και αυτόνομα. Η επιθυμία της να το πράξει, intra vires, φέρνει στην επιφάνεια τις αναμφισβήτητες ευθύνες των Βρυξελλών και της Γερμανίας στο χειρισμό των προκλήσεων και την άνιση πολλές φορές αντιμετώπιση των χωρών μελών. Επιπλέον, η έλλειψη πραγματικής γνώσης των Ευρωπαίων πολιτών αναφορικά με τα προνόμια και τα οφέλη της ιδιότητας του μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις θεμελιώδεις αξίες που πρεσβεύει η τελευταία και η επικράτηση της ρητορικής που συνδέεται αποκλειστικά με τις υποχρεώσεις της ένταξης στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια, η έμφαση στις συνέπειες της παγκοσμιοποίησης που λανθασμένα συνδέθηκαν με την Ένωση, η εικαζόμενη αποδυνάμωση της εθνικής κυριαρχίας, στερεί από την ίδια την πράξη της εξόδου την πολιτική βαρύτητα καθώς και την απαιτούμενη στάθμιση με ψυχραιμία και σοβαρότητα των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των Ευρωπαίων εταίρων, αφήνοντας τη σκιά του λαϊκισμού να καλύψει την ορθή κρίση.
Για πρώτη φορά ενεργοποιείται εντός του προσεχούς διαστήματος το άρθρο 50 της Συνθήκης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο εισήχθη με την Συνθήκη της Λισαβόνας και ρητά ορίζει ότι: «Κάθε κράτος μέλος μπορεί να αποφασίσει να αποχωρήσει από την Ένωση, σύμφωνα με τους εσωτερικούς συνταγματικούς του κανόνες». Πριν την 1η Δεκεμβρίου 2009, που τέθηκε σε ισχύ η Συνθήκη της Λισαβόνας, δεν υπήρχε παρόμοια πρόβλεψη εξόδου από την Ένωση στις Ευρωπαϊκές Συνθήκες. Η παράγραφος 2 του ίδιου άρθρου ορίζει ότι: «Το κράτος μέλος που αποφασίζει να αποχωρήσει γνωστοποιεί την πρόθεσή του στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Υπό το πρίσμα των προσανατολισμών του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, η Ένωση προβαίνει σε διαπραγματεύσεις και συνάπτει με το εν λόγω κράτος συμφωνία που καθορίζει τις λεπτομερείς ρυθμίσεις για την αποχώρησή του, λαμβάνοντας υπόψη το πλαίσιο των μελλοντικών του σχέσεων με την Ένωση. Η διαπραγμάτευση της συμφωνίας αυτής γίνεται σύμφωνα με το άρθρο 218, παράγραφος 3, της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η συμφωνία συνάπτεται εξ ονόματος της Ένωσης από το Συμβούλιο, το οποίο αποφασίζει με ειδική πλειοψηφία, μετά από την έγκριση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου».
Η παράγραφος 3 του άρθρου 218 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης αναφέρει ότι: «Η Επιτροπή, ή ο ύπατος εκπρόσωπος της Ένωσης για θέματα εξωτερικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας όταν η σχεδιαζόμενη συμφωνία αφορά αποκλειστικά ή κυρίως την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας, υποβάλλει συστάσεις στο Συμβούλιο, το οποίο εκδίδει απόφαση που επιτρέπει την έναρξη διαπραγματεύσεων και ορίζει, ανάλογα με το αντικείμενο της σχεδιαζόμενης συμφωνίας, τον διαπραγματευτή ή τον επικεφαλής της διαπραγματευτικής ομάδας της Ένωσης». Δεν υφίστανται κυρώσεις ούτε περιορισμοί στη Συνθήκη για τα κράτη μέλη στην άσκηση του δικαιώματος αποχώρησης από την Ένωση.
Η παράγραφος 3 του άρθρου 50 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωσης ορίζει ότι: «Οι Συνθήκες παύουν να ισχύουν στο εν λόγω κράτος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της συμφωνίας αποχώρησης ή, ελλείψει τέτοιας συμφωνίας, δύο έτη μετά τη γνωστοποίηση που μνημονεύεται στην παράγραφο 2, εκτός εάν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, σε συμφωνία με το εν λόγω κράτος μέλος, αποφασίσει ομόφωνα την παράταση της προθεσμίας αυτής εάν το κράτος που αποχώρησε από την Ένωση ζητήσει την εκ νέου προσχώρησή του, η αίτηση αυτή υπόκειται στη διαδικασία του άρθρου 49». Σε ένδειξη καλής θέλησης η διάταξη της Συνθήκης αφήνει ανοικτό το περιθώριο επανένταξης του κράτους στην Ένωση μετά την αποχώρησή του και όπως και ανωτέρω είχε διαφανεί η Ευρωπαϊκή Ένωση δίνει τη δυνατότητα στο κράτος που επέλεξε την αποχώρηση να συνάψει ειδική συμφωνία, μετά από διαπραγμάτευση με την Ένωση, που θα εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Το 1975 το Ηνωμένο Βασίλειο, σε μια προσπάθεια να διαπραγματευθεί τους όρους προσχώρησης στην Ευρωπαϊκή κοινότητα, είχε διεξάγει δημοψήφισμα για την παραμονή του η όχι στην τότε Ένωση, διατυπώνοντας άτυπα το δικαίωμα αποχώρησης κράτους μέλους και παίρνοντας την απόφαση να παραμείνει.
Αξίζει να αναφερθεί ότι στα άμεσα σχέδια της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι η δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού με στόχο την αντιμετώπιση των συνεχών προκλήσεων με ενιαίο και αποτελεσματικό τρόπο. Είναι αλήθεια ότι η φιλοσοφία της Ένωσης ήταν οικονομικού, πολιτικού, κοινωνικού και πολιτιστικού χαρακτήρα με γνώμονα την ειρήνη και την εξάλειψη οποιασδήποτε πιθανότητας πολεμικής σύρραξης εντός του ευρωπαϊκού εδάφους. Πριν το 1999 (Κόσοβο), το ΝΑΤΟ ήταν αρμόδιο για την εδαφική υπεράσπιση της Ένωσης, και έκτοτε αποφασίστηκε ότι πρέπει να υπάρξει αυτονομία της Ένωσης στην ανάληψη στρατιωτικής δράσης, χωρίς να χρειάζεται να στηρίζεται στο ΝΑΤΟ. Μια από τις μεγάλες δυνάμεις που συμμετείχε στην στρατιωτική συμμαχία ήταν η Μεγάλη Βρετανία.
Οι συνέπειες της απόφασης του Ηνωμένου Βασιλείου θα είναι ορατές τα επόμενα χρόνια και η έξοδος αναμένεται να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση η προς αποφυγή! Στο προσκήνιο η "ανεξαρτησία" της χώρας και στο επίκεντρο των εξελίξεων η κοινή πορεία των υπολοίπων χωρών εντός της Ένωσης. Το Ηνωμένο Βασίλειο απείχε οικειοθελώς από την νομισματική ένωση και τη ζώνη του ευρώ, κρατώντας μια αδικαιολόγητα καχύποπτη και αμυντική στάση σε μια οικονομική ένωση, υπό κοινό νόμισμα που η συμμετοχή του θα το ενίσχυε σημαντικά έναντι του δολαρίου και λοιπών νομισμάτων. Η διάθεση για χωριστή πορεία και αποστασιοποίηση από την ευρωπαϊκή ενοποίηση είχε διαφανεί. Η υπόλοιπη Ευρώπη μένει να αποδείξει ότι παραμένει αταλάντευτη. Οι κρίσεις που αναντίρρητα θα αντιμετωπίζει την κάνουν ισχυρότερη και τη θωρακίζουν, καθιστώντας παράλληλα την άμβλυνση των υπαρκτών στρεβλώσεων επιτακτική. Η εθνική κυριαρχία δεν διακυβεύεται στις συνεργασίες και τις ισχυρές ενώσεις, αντιθέτως ενισχύεται και διασφαλίζεται. Η επικρατούσα σε μεγάλη κλίμακα παρωχημένη αντίληψη σχετικά με τη μείζονα σημασία της αδιαπραγμάτευτης εθνικής υπεροχής οδηγεί με ασφάλεια στην εν τέλει διακινδύνευσή της.

Σχόλια