Καθορισμός ορίων αιγιαλού σε περίπτωση μετατόπισης της ακτογραμμής προς τη θάλασσα

Γράφει η Σόφη Παυλάκη, Δικηγόρος ΜΔ
Με την κρινομένη αίτηση ζητήθηκε η ακύρωση αποφάσεως του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Ελλάδος, με την οποία είχε επικυρωθεί έκθεση Επιτροπής για τον καθορισμό ορίων αιγιαλού, παραλίας και παλαιού αιγιαλού σε θέση του Δήμου
Αντιρρίου νομού Αιτωλοακαρνανίας. Η ακύρωση της ως άνω αποφάσεως ζητήθηκε κατά το μέρος της, με το οποίο συντελέσθηκε ο καθορισμός της οριογραμμής παραλίας και παλαιού αιγιαλού.
Όπως έγινε δεκτό με την εξεταζόμενη απόφαση ΣτΕ 1353/2016,[1] με τις διατάξεις του ν. 2971/2001[2] καθιερώνεται διοικητική διαδικασία οριοθέτησης της δημόσιας κτήσης, η οποία προκύπτει από τη μετατόπιση της ακτογραμμής προς τη θάλασσα. Αν κατά τον καθορισμό των ορίων αιγιαλού είναι φανερή, λόγω γεωφυσικών φαινομένων ή διεργασιών, όπως οι προσχώσεις ή από άλλα αίτια η δημιουργία νέας χερσαίας ζώνης με παράλληλη βαθμιαία υποχώρηση της θάλασσας, η οικεία Επιτροπή προβαίνει στον καθορισμό της οριογραμμής του παλαιού αιγιαλού επί τη βάσει των αναφερομένων στα άρθρα 5 και 6 του ν. 2971/2001 στοιχείων.
Εν όψει της φύσεως του τμήματος αυτού της ξηράς ως ανεπίδεκτου κτήσεως ιδιωτικών δικαιωμάτων, όταν καταλαμβανόταν από τις αναβάσεις των χειμερίων κυμάτων, τούτο μετά την επέκταση των ορίων της ακτογραμμής προς τη θάλασσα καθίσταται τμήμα της δημόσιας κτήσης. Λόγω του χαρακτήρα της αυτού η ως άνω διαδικασία δύναται να αναχθεί σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο κατά το παρελθόν. Ο νομοθέτης όμως σταθμίζοντας τις επιπτώσεις του ως άνω καθορισμού σε διακατοχικές καταστάσεις, οι οποίες είχαν δημιουργηθεί κατά το παρελθόν, θέσπισε ένα χρονικό όριο, έως το οποίο μπορεί να ανατρέξει η διαπίστωση αυτή.
Ειδικότερα, αν η νέα χερσαία ζώνη έχει δημιουργηθεί, στο σύνολό της, προ του έτους 1884 και στην έκταση μεταξύ του σήμερα υφισταμένου και του παλαιού αιγιαλού, υπάρχουν πράξεις νομής και κατοχής ιδιωτών προ του έτους αυτού, δεν μπορεί να καθορισθεί οριογραμμή παλαιού αιγιαλού και να δημιουργηθεί με τον τρόπο αυτό δημόσια κτήση. Αν τμήμα μόνο της νέας χερσαίας ζώνης έχει δημιουργηθεί προ του έτους 1884 και στο τμήμα αυτό του παλαιού αιγιαλού υπάρχουν πράξεις νομής και κατοχής ιδιωτών προ του έτους αυτού, η οριογραμμή παλαιού αιγιαλού δεν μπορεί να καθορισθεί με τρόπο που να περιλαμβάνει και το ως άνω τμήμα. Σε περίπτωση όμως που δεν υπάρχουν πράξεις νομής και κατοχής ιδιωτών έως το έτος 1884, ο χρόνος αυτός δεν αποτελεί κρίσιμο στοιχείο για τον καθορισμό της οριογραμμής του παλαιού αιγιαλού και συνεπώς, δεν απαιτείται να προσδιορίζεται επακριβώς στην αιτιολογία της σχετικής διοικητικής πράξης η χρονολογία δημιουργίας του παλαιού αιγιαλού.
Η κρίση της Διοικήσεως για τη διαμόρφωση παλαιού αιγιαλού και για τον χρόνο δημιουργίας του πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να στηρίζεται σε επιστημονικά τεκμηριωμένες ενδείξεις ή σε άλλα αποδεικτικά στοιχεία, εξαιρουμένων, υπό το ισχύον νομοθετικό καθεστώς, των μαρτυρικών καταθέσεων. Κατά τη διαδικασία καθορισμού των ορίων παλαιού αιγιαλού τα αρμόδια όργανα πρέπει να εκφέρουν ιδία κρίση επί των τιθεμένων ζητημάτων και να συνεκτιμούν τα προσκομιζόμενα από τους ενδιαφερομένους σχετικά στοιχεία.[3]
Στην προκειμένη υπόθεση το Δικαστήριο δέχθηκε ότι η αιτιολογία της προσβαλλομένης αποφάσεως, ως προς τη διαπίστωση της ύπαρξης παλαιού αιγιαλού στη συγκεκριμένη περιοχή, η οποία, όπως προκύπτει από την επικυρωθείσα με την προσβαλλομένη απόφαση ένδικη έκθεση της Επιτροπής του άρθρου 3 του ν. 2971/2001, ερείδετο αποκλειστικά στη δημιουργηθείσα αμφιβολία ως προς την πραγματική έκταση των υφισταμένων, για την επίμαχη περιοχή, αρχικών συμβολαίων, χωρίς περαιτέρω έρευνα του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της εκτάσεως, κλονίζεται από τις διαπιστώσεις της σχετικής τεχνικής εκθέσεως των υπαλλήλων της Κτηματικής Υπηρεσίας Αιτωλοακαρνανίας, με την οποία, κατόπιν ελέγχου των υφισταμένων και προσαχθέντων για την περιοχή τίτλων και εφαρμογής αυτών, οι ως άνω υπάλληλοι κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι τίτλοι αυτοί, οι οποίοι ανάγονται στο έτος 1880 (για τα 80 παλαιά στρέμματα) και στο έτος 1889 (για τα παραχωρηθέντα από το Υπουργείο Οικονομικών 100 βασιλικά στρέμματα), επιβεβαιώνουν την ύπαρξη διακατοχικών πράξεων ιδιωτών επί εκτάσεως, εμβαδού 228,60 στρ., καταλαμβανομένης από την καθορισθείσα με την προσβαλλομένη απόφαση οριογραμμή του παλαιού αιγιαλού. Ακύρωσε επομένως το Δικαστήριο την προσβαλλομένη απόφαση στο σύνολό της.


[1] Βλ. ΣτΕ 1353/2016 (Τμ. Ε΄), σε: περιοδικό «Περιβάλλον & Δίκαιο» τ. 3/2016, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη. Βλ. σχετ. και ΣτΕ 706, 803, 3998/2014, 4496-9/2012, 4513/2009.
[2] Βλ. άρθρα 1 (§§ 1-3), 2 (§ 5), 3 (§ 1), 5 (§§ 3, 5), 6 ν. 2971/2001 (Α΄ 285).
[3] ΣτΕ 2089/2007, 2539/2000, 3153/1999.

Σχόλια