Ποσό Φ.Π.Α. που αναγράφηκε σε εκδοθέν τιμολόγιο και αποδόθηκε στο Δημόσιο, ανεξάρτητα από το εάν είχε εισπραχθεί ή όχι από τον αντισυμβαλλόμενο, δεν επιστρέφεται ως αχρεωστήτως καταβληθέν (ΣτΕ)
ΣτΕ 773/2016: Ο εκδότης φορολογικού στοιχείου, εφόσον ανέγραψε σε αυτό ποσό ως ΦΠΑ έχει εκ μόνης της αναγραφής αυτής, υποχρέωση απόδοσης του στο Δημόσιο και δεν υπάρχει αξίωση επιστροφής του ως αχρεωστήτως καταβληθέντος. (μειοψ.).
"Από την διάταξη του άρθρου 28 παρ. 1 περίπτ. δ΄ του ν.
1642/1986, ερμηνευόμενη σε συνδυασμό και με τις λοιπές παρατεθείσες ως άνω
διατάξεις του νόμου αυτού, που προβλέπουν ότι δικαίωμα εκπτώσεως του φόρου έχει
ο κατέχων σχετικό τιμολόγιο ή άλλο στοιχείο που επέχει θέση τιμολογίου,
συνάγεται ότι ο εκδότης τέτοιου φορολογικού στοιχείου, εφόσον, πάντως, ανέγραψε
σ’ αυτό ποσόν ως φόρο προστιθέμενης αξίας, έχει, εκ μόνης της αναγραφής του
φόρου, υποχρέωση αποδόσεώς του στο Δημόσιο. Ως εκ τούτου, άλλωστε, επί
αποδόσεως του φόρου αυτού δεν υπάρχει αξίωση επιστροφής του, μη εφαρμοζομένου
στην περίπτωση αυτή του άρθρου 27 παρ. 1 του ως άνω νόμου περί επιστροφής
αχρεωστήτως καταβληθέντος φόρου, διότι το αποδιδόμενο ποσόν αναγραφέν σε
τιμολόγια ή άλλα στοιχεία φόρου δεν καταβάλλεται, κατά τα ανωτέρω, αχρεωστήτως
(ΣτΕ 1877/1994, 7μ., ΣτΕ 3693/1997, ΣτΕ 867/2003, ΣτΕ 4013/2005)…
Η αναιρεσίβλητη εταιρεία εμπορίας δερματίνων ειδών…για την αποζημίωση, ύψους 30.000.000 δραχμών, που της καταβλήθηκε, προκειμένου να αποδώσει στην εκμισθώτρια …το κατάστημα, που, δυνάμει του από 23.9.1979 ιδιωτικού συμφωνητικού μισθώσεως, διατηρούσε στη …εξέδωσε το υπ’ αριθμ. ./25.6.1996 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, στο οποίο ανέγραψε αναλογούντα φόρο προστιθέμενης αξίας 5.400.000 δραχμών, τον οποίο, ακολούθως, απέδωσε στο Δημόσιο με την υποβληθείσα περιοδική δήλωση ΦΠΑ μηνός Αυγούστου 1996.
Η αναιρεσίβλητη εταιρεία εμπορίας δερματίνων ειδών…για την αποζημίωση, ύψους 30.000.000 δραχμών, που της καταβλήθηκε, προκειμένου να αποδώσει στην εκμισθώτρια …το κατάστημα, που, δυνάμει του από 23.9.1979 ιδιωτικού συμφωνητικού μισθώσεως, διατηρούσε στη …εξέδωσε το υπ’ αριθμ. ./25.6.1996 τιμολόγιο παροχής υπηρεσιών, στο οποίο ανέγραψε αναλογούντα φόρο προστιθέμενης αξίας 5.400.000 δραχμών, τον οποίο, ακολούθως, απέδωσε στο Δημόσιο με την υποβληθείσα περιοδική δήλωση ΦΠΑ μηνός Αυγούστου 1996.
Επί αιτήσεως δε αυτής …που προηγήθηκε της αποδόσεως του ως
άνω φόρου - προς την αρμόδια Δ.Ο.Υ., προκειμένου να ενημερωθεί αν υπέκειτο ή
όχι σε ΦΠΑ η προαναφερόμενη αποζημίωση, η τελευταία (Δ.Ο.Υ.) απάντησε
καταφατικά με το υπ’ αριθμ. ...1996 έγγραφό της.
Στη συνέχεια, ωστόσο, η εν λόγω εταιρεία, διαπιστώσασα ότι η
ανωτέρω αποζημίωση δεν υπαγόταν σε ΦΠΑ, ζήτησε, με την υπ’ αριθμ. ...1998
αίτησή της προς την ως άνω Δ.Ο.Υ., την επιστροφή του προεκτιθέμενου ποσού φόρου
ως αχρεωστήτως καταβληθέντος.
Το αίτημά της αυτό απορρίφθηκε με την ..../1999 αρνητική
απάντηση του Προϊσταμένου της προαναφερόμενης Δ.Ο.Υ., με την αιτιολογία ότι
φόρος που ανεγράφη σε εκδοθέντα φορολογικά στοιχεία και καταβλήθηκε στο Δημόσιο
δεν επιστρέφεται.
Με την ίδια δε αιτιολογία απορρίφθηκε και προσφυγή αυτής
κατά της ανωτέρω αρνητικής απαντήσεως με την 750/2001 απόφαση του Διοικητικού
Πρωτοδικείου Πειραιώς. Το Διοικητικό Εφετείο Πειραιώς, το οποίο επελήφθη
εφέσεως της τελευταίας, έκανε δεκτό ότι το άρθρο 21 παρ. 1 στοιχ. δ΄ της ως άνω
έκτης οδηγίας (άρθρο 28 παρ. 1 περίπτ. δ΄ του ν. 1642/1986) δεν απέκλειε την
απόδοση ποσού, το οποίο πεπλανημένως είχε αναγραφεί ως φόρος προστιθέμενης
αξίας επί τιμολογίου ή άλλου ισοδυνάμου εγγράφου, στην περίπτωση κατά την οποία
οι υπηρεσίες περί των οποίων επρόκειτο δεν υπέκειντο στο φόρο αυτό.
Περαιτέρω, αφού έλαβε υπόψη ότι ο επίμαχος φόρος
πεπλανημένως είχε αναγραφεί από την ήδη αναιρεσίβλητη εταιρεία στο προαναφερθέν
τιμολόγιο για συναλλαγή, η οποία, εντασσόμενη στο πλαίσιο της μισθώσεως του
ανωτέρω ακινήτου, δεν υπέκειτο σε φόρο προστιθέμενης αξίας, έκρινε ότι
συνέτρεχε εν προκειμένω περίπτωση επιστροφής αυτού, κατά παρέκκλιση της αρχής
της τυπικότητας του ΦΠΑ, και δη εντόκως - κατά το αιτιολογικό της αποφάσεως -
από την άσκηση της ανωτέρω προσφυγής.
Η κρίση όμως αυτή του διοικητικού εφετείου δεν είναι νόμιμη,
διότι, σύμφωνα με τα γενόμενα δεκτά στις προηγούμενες σκέψεις, εφόσον ο ανωτέρω
φόρος ανεγράφη στο εκδοθέν από την αναιρεσίβλητη εταιρεία τιμολόγιο και απεδόθη
στο Δημόσιο, ανεξάρτητα από το αν τον είχε εισπράξει ή όχι η τελευταία από τον
αντισυμβαλλόμενό της, δεν ήταν επιστρεπτέος ως αχρεωστήτως καταβληθείς, δεδομένου
μάλιστα ότι η εταιρεία αυτή (αναιρεσίβλητη) δεν ισχυρίσθηκε ότι στην προκειμένη
περίπτωση είχε εξαλειφθεί πλήρως και εγκαίρως ο κίνδυνος απώλειας για το
Δημόσιο φορολογικών εσόδων είτε διότι, επί παραδείγματι, είχε ειδοποιήσει
εγκαίρως την αρμόδια για τον παραλήπτη του ένδικου τιμολογίου φορολογική αρχή
είτε διότι είχε ανακτήσει και καταστρέψει το ανωτέρω τιμολόγιο πριν αυτό
χρησιμοποιηθεί από το λήπτη του (βλ. ΣτΕ 4013/2005).
Συνεπώς, για το λόγο αυτό, που προβάλλεται βάσιμα με την
κρινόμενη αίτηση, η προσβαλλόμενη απόφαση πρέπει να αναιρεθεί. Μειοψήφησε ο
Σύμβουλος Κ. Νικολάου, κατά τη γνώμη του οποίου ο προαναφερόμενος λόγος
αναιρέσεως έπρεπε να απορριφθεί ως αβάσιμος, καθόσον εν προκειμένω δεν
υφίσταται κίνδυνος απώλειας από το Δημόσιο φορολογικών εσόδων κατά την εφαρμογή
του συστήματος των εκπτώσεων. Τούτο δε διότι το σχετικό δικαίωμα (εκπτώσεων)
περιορίζεται μόνο στους φόρους που αντιστοιχούν στην παράδοση αγαθών και στην
παροχή υπηρεσιών και δεν εκτείνεται στο φόρο που οφείλεται αποκλειστικά και μόνο
για το λόγο ότι αναγράφεται στο τιμολόγιο (πρβλ. απόφαση του ΔΕΚ της
13ης-12-1989 – Υπόθεση C-342/1987)". (taxheaven.gr)
Σχόλια