Αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με το ν.4488/17: Διαταγή Πληρωμής οφειλόμενου μισθού

O Νόμος 4488/2017 (Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις Δημοσίου και λοιπές ασφαλιστικές διατάξεις, ενίσχυση της προστασίας των εργαζομένων, δικαιώματα ατόμων με αναπηρίες και άλλες διατάξεις)   επέφερε αλλαγές στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας. Ειδικότερα, στο άρθρο 621 ΚΠολΔ προβλέπεται η ταχεία εκδίκαση διαφορών για άκυρη απόλυση, µισθούς υπερηµερίας και καθυστερούµενους µισθούς. Συγκεκριμένα, στο άρθρο 621 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας προστίθεται παράγραφος 3 ως εξής:
«3. Η συζήτηση των αγωγών και των τακτικών ένδικων µέσων επί των διαφορών για άκυρη απόλυση, µισθούς υπερηµερίας και καθυστερούµενους µισθούς προσδιορίζεται υποχρεωτικά µέσα σε εξήντα (60) ηµέρες από την κατάθεσή τους. Αν αναβληθεί η συζήτηση, αυτή προσδιορίζεται υποχρεωτικά µέσα σε τριάντα (30) ηµέρες. Η απόφαση του δικαστηρίου δηµοσιεύεται υποχρεωτικά µέσα σε τριάντα (30) ηµέρες από τη συζήτηση της αγωγής ή του τακτικού ένδικου µέσου.»
Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση, "η προτεινόµενη διάταξη προβλέπει την κατά προτεραιότητα εκδίκαση των διαφορών που αφορούν την άκυρη απόλυση των εργαζοµένων, καθώς και των διαφορών για δεδουλευµένους µισθούς. Η διάταξη αυτή διασφαλίζει την ταχεία επίλυση των σχετικών διαφορών, οι οποίες είναι κοινωνικά ιδιαίτερα ευαίσθητες, µε προφανείς ευνοϊκές συνέπειες:
α) για τον εργαζόµενο, στον οποίο οφείλονται δεδουλευµένες αποδοχές, και εποµένως έχει δικαίωµα να λάβει γρήγορα τα χρήµατα που του οφείλονται και αντιστοιχούν στην ήδη παρασχεθείσα εργασία του, ώστε να επιτελέσει ο µισθός τη βιοποριστική του λειτουργία,
β) για τον εργαζόµενο που έχει απολυθεί, οπότε δικαιολογηµένα προσδοκά να επιστρέψει γρήγορα στην εργασία του, αν κριθεί άκυρη η απόλυσή του, ειδάλλως να προχωρήσει σε νέο προγραµµατισµό του οικονοµικού και οικογενειακού του βίου,
γ) αλλά και για τον εργοδότη, ο οποίος έχει προφανές συµφέρον να εκκαθαριστεί γρήγορα µια διαφορά που α- φορά απόλυση εργαζοµένου του, ώστε να µην υποχρεωθεί να τον επαναπροσλάβει, σε περίπτωση που κριθεί άκυρη η απόλυση, µετά από 3-4 χρόνια, οπότε θα έχει τελειώσει δικαστικά η υπόθεση και βέβαια να µην υποχρεωθεί να καταβάλει µισθούς υπερηµερίας για τόσο µεγάλο χρονικό διάστηµα".
Επίσης, μετά το άρθρο 636 του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας προστίθεται νέο άρθρο 636Α ως εξής:
«Άρθρο 636Α
1. Κατά τις διατάξεις των άρθρων 623 έως 636 µπορεί να ζητηθεί η έκδοση διαταγής πληρωµής οφειλόµενου µισθού, εφόσον η σύναψη της σύµβασης εξαρτηµένης εργασίας και το ύψος του µισθού αποδεικνύονται µε δηµόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο ή µε απόφαση ασφαλιστικών
µέτρων, η οποία εκδόθηκε µετά από οµολογία ή αποδοχή της αίτησης από τον οφειλέτη, και εφόσον έχει επιδοθεί έγγραφη όχληση µε δικαστικό επιµελητή δεκαπέντε (15) τουλάχιστον ηµέρες πριν από την κατάθεση της αίτησης. Η εργασία που αντιστοιχεί στο µισθό για τον οποίο ζητείται η έκδοση διαταγής πληρωµής τεκµαίρεται ότι έχει παρασχεθεί.
2. Η αίτηση για την έκδοση διαταγής πληρωµής υποβάλλεται και στον κατά τόπο αρµόδιο δικαστή της παραγράφου 1 του άρθρου 621.
3. Η συζήτηση της ανακοπής κατά διαταγής πληρωµής, που εκδόθηκε για απαιτήσεις της παραγράφου 1, προσδιορίζεται κατά προτεραιότητα στην συντοµότερη διαθέσιµη δικάσιµο και πάντως όχι πέραν των τριών (3) µηνών από την κατάθεσή της. Αν αναβληθεί η συζήτηση, αυτή προσδιορίζεται υποχρεωτικά µέσα σε τριάντα (30) ηµέρες.
4. Τυχόν ειδικότερες διατάξεις που ισχύουν για τις διαφορές του άρθρου 614 αριθµ. 3 σχετικά µε την καταβολή δικαστικού ενσήµου, τέλους απογράφου, παραβόλου και κάθε άλλου τέλους ή φόρου ισχύουν ανάλογα και για τη διαταγή πληρωµής του παρόντος άρθρου, την ανακοπή που ασκείται κατ’ αυτής, καθώς και για τα ένδικα µέσα και βοηθήµατα που ασκούνται κατά της απόφασης επί της ανακοπής.»
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση, "με την προτεινόµενη ρύθµιση αποσαφηνίζεται το καθεστώς για την έκδοση διαταγής πληρωµής οφειλόµενου µισθού. Ως µισθός νοείται, αυτονόητα, κάθε είδους µισθολογική παροχή σε χρήµα, όπως είναι κατεξοχήν τα επιδόµατα εορτών και αδείας, οι αποδοχές αδείας, η αµοιβή για υπερεργασία ή υπερωρία κ.ο.κ.. Με το νέο αυτό άρθρο προβλέπεται ότι η δυνατότητα αυτή παρέχεται, εάν η σύναψη της σύµβασης εξαρτηµένης εργασίας και το ύψος του µισθού αποδεικνύονται µε δηµόσιο ή ιδιωτικό έγγραφο ή µε απόφαση ασφαλιστικών µέτρων η οποία εκδόθηκε µετά από οµολογία ή αποδοχή της αίτησης από τον οφειλέτη. Ως τέτοια έγγραφα νοούνται, µεταξύ άλλων, και το εκτυπωµένο απόσπασµα από τον ατοµικό λογαριασµό του εργαζοµένου που τηρείται στο πληροφοριακό σύστηµα δηµόσιων αρχών, όπως το Σώµα Επιθεώρησης Εργασίας, ο Ενιαίος Φορέας Κοινωνικής Ασφάλισης, η Ανεξάρτητη Αρχή Δηµοσίων Εσόδων ή οι υπηρεσίες του Υπουργείου Οικονοµικών, βάσει των στοιχείων που υποβάλλει ο οφειλέτης εργοδότης ή η ίδια η δηµόσια αρχή. Εφόσον συντρέχουν οι προβλεπόµενες προϋποθέσεις, τεκµαίρεται ότι η οφειλόµενη µε βάση τα ως άνω έγγραφα εργασία, που αντιστοιχεί στον µισθό για τον οποίο ζητείται η έκδοση της διαταγής πληρωµής, έχει παρασχεθεί. Με τον τρόπο αυτό, διευκολύνεται αποδεικτικά ο αιτών εργαζόµενος ειδικά για το εξαιρετικά δυσαπόδεικτο (µε έγγραφα) γεγονός της παροχής της οφειλόµενης εργασίας του κατά το συγκεκριµένο διάστηµα για το οποίο ζητά την έκδοση της διαταγής πληρωµής. Περαιτέρω, ορίζεται ρητά ότι αρµόδιος για την έκδοση της διαταγής πληρωµής οφειλόµενου µισθού είναι και ο ειρηνοδίκης ή ο δικαστής του µονοµελούς πρωτοδικείου του τόπου όπου ο εργαζόµενος παρέχει ή παρείχε την εργασία του, κατά τα προβλεπόµενα στη διάταξη της παρ. 1 του άρθρου 621 του ΚΠολΔ. Έτσι, εξασφαλίζεται ρητά η οµοιοµορφία ως προς την κατανοµή της κατά τόπο αρµοδιότητας για το σύνολο των εργατικών διαφορών, ανεξαρτήτως του µέσου ικανοποίησης των δικαιωµάτων του που επιλέγει ο εργαζόµενος. Ακόµη, προκειµένου να επιτυγχάνεται η ταχεία εκκαθάριση τυχόν αµφισβητήσεων, δεδοµένου του έντονα κοινωνικού χαρακτήρα των µισθολογικών απαιτήσεων, προβλέπεται ο σύντοµος και κατά προτεραιότητα προσδιορισµός της συζήτησης της ανακοπής. Τέλος, διευκρινιστικά και προς άρση τυχόν αµφιβολιών, ορίζεται ότι τόσο η αίτηση για την έκδοση της διαταγής πληρωµής επί µισθολογικών απαιτήσεων όσο και η δίκη της ανακοπής που ασκείται κατά τέτοιας διαταγής πληρωµής θα υπόκεινται αναλόγως στις ίδιες ρυθµίσεις που ισχύουν ήδη για την διαδικασία των εργατικών διαφορών, ιδίως σε αναφορά προς την απαλλαγή ή ελάφρυνση από τα κάθε είδους έξοδα, τέλη ή εισφορές".
Τέλος, το άρθρο 71 του Εισαγωγικού Νόµου του Κώδικα Πολιτικής Δικονοµίας αντικαθίσταται ως εξής:
«Στις εργατικές διαφορές καθώς και στη διαδικασία έκδοσης διαταγής πληρωµής οφειλόµενου µισθού δεν καταβάλλεται το κατά το νόµο ΓΠΟΗ/1912 (Α΄ 3) δικαστικό ένσηµο, για το µέχρι του ποσού της εκάστοτε καθ’ ύλην αρµοδιότητας του ειρηνοδικείου αίτηµα της αγωγής ή της αίτησης αντίστοιχα. Στις περιπτώσεις εργατικών διαφορών, καθώς και αιτήσεων για την έκδοση διαταγής πληρωµής οφειλόµενου µισθού, για τις οποίες καταβάλλεται δικαστικό ένσηµο, αυτό καθορίζεται σε ποσοστό τέσσερα τοις χιλίοις (4‰) επί της αξίας του αντικειµένου της αγωγής, της αίτησης ή άλλου δικογράφου που υποβάλλεται σε οποιοδήποτε δικαστήριο του Κράτους και υπόκειται σε δικαστικό ένσηµο κατά τις οικείες διατάξεις.»
Όπως αναφέρεται στην αιτιολογική έκθεση "με την προτεινόµενη ρύθµιση εξασφαλίζεται ο ισότιµος και οµοιόµορφος καθορισµός του καταβλητέου δικαστικού ενσήµου για το σύνολο των εργατικών διαφορών, καταλαµβάνοντας ρητά τόσο την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών όσο και τη διαδικασία έκδοσης διαταγής πληρωµής για την καταβολή οφειλόµενων µισθών".

Σχόλια