Μονομελές Πρωτοδικείο Πατρών 719/2017 (εκ.)- Α’Δημοσίευση Legalnews24.gr:
Αυτοδίκαιη λύση Ομόρρυθμης Εταιρίας με εκούσια έξοδο του εταίρου. (Δικαστής
Κωνσταντίνος Ρήγας, Πρωτόδικης / δικηγόροι: Χρήστος Τζαβάρας, Μάρθα Κωσταρά)
«Από τη ρύθμιση του άρθρου 259 Ν. 4072/2012 προκύπτει ότι η
ομόρρυθμη εταιρεία λύνεται, μεταξύ άλλων περιπτώσεων, μέσω δικαστικής αποφάσεως
κατόπιν αιτήσεως εταίρου, εφόσον συντρέχει σπουδαίος λόγος. Η δικαστική λύση
της εταιρείας ένεκα σπουδαίου λόγου αφορά τόσο την ορισμένου όσο και την
αορίστου χρόνου εταιρεία. Ο προμνημoνευθείς σπουδαίος λόγος κρίνεται επί τη
βάσει των περιστάσεων της εκάστοτε περιπτώσεως και σε συνάρτηση με την οργάνωση
της συγκεκριμένης εταιρείας. Η ύπαρξή του πρέπει να έχει σημαντικές επιπτώσεις
στην ομαλή λειτουργία της εταιρείας, οι οποίες απαιτείται να εμφανίζουν το
στοιχείο της μονιμότητας.
Περιστατικά, τα οποία συνιστούν σπουδαίους λόγους
δικαστικής λύσεως των προσωπικών εμπορικών εταιρειών, άρα και της ομόρρυθμης
εταιρείας, αποτελούν ενδεικτικώς η κακή πορεία των εταιρικών υποθέσεων και η
εντεύθεν έλλειψη κερδών, η αθέτηση των εταιρικών υποχρεώσεων, η κακή διαχείριση
των εταιρικών υποθέσεων (βλ. ΜΠρΘεσ 4842/2013, Αρμ. 2013, 1270), όπως επίσης η
σοβαρή διατάραξη των προσωπικών και εταιρικών σχέσεων των εταίρων, οι συνεχείς
διαφωνίες και διενέξεις τους, οι οποίες συνεπάγονται την αδυναμία συνεργασίας
τους ως προς την επίτευξη του εταιρικού σκοπού, δίχως πάντως να προϋποτίθεται η
έλλειψη υπαιτιότητας του αιτούντος εταίρου ή/και η ύπαρξη υπαιτιότητας των καθ’
ων εταίρων (βλ. συναφώς ΕφΑΘ 2406/2011, ΔΕΕ 2011,1148, ΕφΠατρ 228/2007, ΑχΝ
2008,497, αναφορικά με την έχουσα εκ του νόμου, πέραν των κεφαλαιουχικών,
προσωπικά στοιχεία Ε.Π.Ε.).
Εφόσον κατ’ επέκταση οι εταίροι δεν έχουν
συμφωνήσει διαφορετικά, τη λύση της ομόρρυθμης εταιρείας ακολουθεί αυτοδικαίως
η εκκαθάριση αυτής (ά. 268 Ν. 4072/2012 σε συνδ. προς τα ά. 249 του ίδιου
νόμου, 72 και 777 επ. ΑΚ). Δυνάμει εξάλλου του άρθρου 261 Ν. 4072/2012, ο
εταίρος μπορεί, διά δηλώσεώς του προς την εταιρεία και τους λοιπούς εταίρους,
να εξέλθει εκουσίως από την ομόρρυθμη εταιρεία, εκτός αν προβλέπεται κάτι
διαφορετικό από την εταιρική σύμβαση. Ειδικότερα, παρέχεται στον εταίρο, ο
οποίος δεν επιθυμεί να συνεχίσει τη συμμετοχή του στην εταιρεία, η δυνατότητα
να εξέλθει εκουσίως απ’ αυτή μέσω μονομερούς δηλώσεώς απευθυντέας προς τους
υπόλοιπους εταίρους και την εταιρεία. Έχει εν άλλοις λόγοις το δικαίωμα να
καταγγείλει την εταιρική του συμμετοχή, χωρίς να πρέπει να αναμένει την κρίση
του δικαστηρίου, όπως όμως γινόταν στο προγενέστερο δίκαιο, όπου η καταγγελία
της εταιρείας επέφερε τη λύση της και ως εκ τούτου την έξοδο του εταίρου απ’
αυτήν.
Η εν θέματι καταγγελία της εταιρικής του συμμετοχής, η οποία λαμβάνει
χώρα διά της προειρημένης μονομερούς δηλώσεώς βουλήσεως, συνιστά δικαιοπραξία,
διαθέτει διαπλαστικό χαρακτήρα και δεν απαιτείται να επικυρωθεί από το
δικαστήριο, διότι επιφέρει αμέσως τα αποτελέσματα αυτής, ήτοι την έξοδο από την
εταιρεία και τη συνέχιση της λειτουργίας της τελευταίας με τους λοιπούς
εταίρους, αφότου η προδιαληφθείσα δήλωση περιέλθει στην εταιρεία και τους
εταίρους. Ο εξερχόμενος εταίρος έχει μάλιστα, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου
264§2εδ.α Ν. 4072/2012, αξίωση εναντίον της εταιρείας για την καταβολή της
πλήρους αξίας της συμμετοχής του. Σε περίπτωση διαφωνίας ως προς το ύψος της
περί ης ο λόγος συμμετοχής, αυτό καθορίζεται από το μονομελές πρωτοδικείο της
έδρας της εταιρείας, το οποίο δικάζει κατά τη διαδικασία της εκούσιας
δικαιοδοσίας (ά. 259§2 και 264§2εδ.β Ν. 4072/2012).
Η συνδρομή σπουδαίου λόγου
για την αποχώρηση του εξερχόμενου εταίρου είναι αδιάφορη στις εταιρείες
αορίστου χρόνου. Η συνδρομή του τυγχάνει ουσιώδης στις εταιρείες ορισμένου
χρόνου, δεδομένου ότι η καταβολή ή μη της αξίας της συμμετοχής του εξερχόμενου
εταίρου εξαρτάται, κατά τη ρύθμιση του άρθρου 261 §3 Ν. 4072/2012, από την
ύπαρξη σπουδαίου λόγου που να δικαιολογεί την έξοδό του από την εταιρεία (βλ.
ΜΠρΘεσ 8343/2014, ΕλλΔνη 2015, 563). Όταν επί εξόδου από την ομόρρυθμη εταιρεία
παραμένει ένας μόνον εταίρος, η μονοπρόσωπη πλέον εταιρεία λύνεται αυτοδικαίως (ipso
iure), εφόσον δε δημοσιευθεί, εντός της οριζόμενης από τη διάταξη του άρθρου
267 Ν. 4072/2012 προθεσμίας, η είσοδος νέου, ομόρρυθμου ή ετερόρρυθμου, εταίρου
στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο (Γ.Ε.ΜΗ.).
Κατά τη διάρκεια της προμνημονευθείσας προθεσμίας,
ο μοναδικός εταίρος υποχρεούται να προσθέσει στην επωνυμία της εταιρείας τη
φράση «Μονοπρόσωπη Ο.Ε.» και να προβεί στις αντίστοιχες καταχωρίσεις στο
Γ.Ε.ΜΗ. Από την τελολογία του άρθρου 267 Ν. 4072/2012 και την καλή πίστη (ΑΚ
288) συνάγεται ότι η αξίωση του εξερχόμενου εταίρου με αντικείμενο την καταβολή
της αξίας της μερίδας αυτού αναστέλλεται κατά τη διάρκεια της προειρημένης
προθεσμίας. Η άπρακτη παρέλευση της τελευταίας έχει, επί τη βάσει των
προπαρατεθέντων, ως συνέπεια την αυτοδίκαιη λύση της εταιρείας και τη θέση της
σε εκκαθάριση, από το προϊόν της οποίας θα ικανοποιηθεί ο εξερχόμενος εταίρος
(βλ. Ν. Ρόκα, Εμπορικές Εταιρίες, 2012, σ. 152 επ.). Κατά το στάδιο της
εκκαθαρίσεως, το νομικό πρόσωπο της λυθείσας ομόρρυθμης εταιρείας εξακολουθεί
να υπάρχει για την πραγμάτωση του σκοπού και τις ανάγκες της εκκαθαρίσεως (ά.
268, 249§2 Ν. 4072/2012, 72 και 777 επ. ΑΚ). Η τελευταία αποσκοπεί στην
περάτωση των νομικών σχέσεων που προήλθαν από τη σύσταση και τη λειτουργία της
εταιρείας και ήταν εκκρεμείς κατά το χρόνο της λύσεως αυτής.
Πιο συγκεκριμένα,
κατά το στάδιο της εκκαθαρίσεως γίνονται η ρευστοποίηση του ενεργητικού, η
διαπίστωση και η εξόφληση των χρεών, η απόδοση των εισφορών και η διανομή
μεταξύ των εταίρων του καθαρού ενεργητικού της εταιρικής περιουσίας, το οποίο
τυχόν απομένει κατόπιν της εξοφλήσεως των εταιρικών χρεών και την απόδοση των
εισφορών. Η εκκαθάριση ομόρρυθμης εταιρείας δεν παύει, προτού εξοφληθούν όλες
οι υποχρεώσεις της, και, αν ύστερα από τη λήξη των εργασιών της εκκαθαρίσεως
διαπιστωθεί η ύπαρξη εταιρικής απαιτήσεως ή εταιρικού χρέους, τότε
επαναλαμβάνονται οι εργασίες της εκκαθαρίσεως και συνεχίζεται η εκπροσώπηση της
εταιρείας από τον εκκαθαριστή.
Στο πλαίσιο του εν λόγω σταδίου, φορέα των
δικαιωμάτων και των υποχρεώσεων της εταιρείας συνιστά το νομικό πρόσωπο αυτής,
το οποίο συμμετέχει στις σχετικές δίκες, εκπροσωπούμενο από τον εκκαθαριστή
του. Έτσι, οι αξιώσεις του εταίρου εναντίον της εταιρείας ή των λοιπών εταίρων
από την εταιρική σχέση, όπως είναι η έχουσα ως αντικείμενο την καταβολή της
αξίας της εταιρικής συμμετοχής αυτού, αποτελούν κονδύλια του λογαριασμού της
εκκαθαρίσεως, προκειμένου να κριθεί εάν και ποιο ποσό δικαιούται να λάβει κάθε
εταίρος κατά τη διανομή, και δεν μπορούν να ασκηθούν αυτοτελώς κατά το στάδιο
της εκκαθαρίσεως, εκτός αν μ’ αυτές δεν εμποδίζεται ή διευκολύνεται ο σκοπός
της εκκαθαρίσεως (βλ. ΜΕφΠειρ 128/2016, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 2919/2006, ΕπισκΕΔ
2007, 162, ΕφΑΘ 3047/2000, ΕλλΔνη 2001, 790, ΕφΠειρ 1061/2000, ΔΕΕ 2001, 167,
Ρόκα, ό.π., σ. 112)....
Δυνάμει του προσκομιζόμενου μετ’ επικλήσεως από 1-9-2011
ιδιωτικού συμφωνητικού, που δημοσιεύθηκε νομίμως, συνεστήθη, την 14-9-2011
μεταξύ του αιτούντος και του δευτέρου των καθ’ ων η υπό κρίση αίτηση, η πρώτη
καθ’ ης διμελής ομόρρυθμη εταιρεία ορισμένου χρόνου με την επωνυμία «…. Ο.Ε.»
και το διακριτικό τίτλο «…», η οποία καταχωρίσθηκε στο Γ.Ε.ΜΗ. με αριθμό
1175777…. Η προειρημένη προσωπική εμπορική εταιρεία εδρεύει στην Πάτρα, επί της
οδού …, είχε ως σκοπό την εκμετάλλευση της εκεί ευρισκόμενης καφετέριας και
στεγασμένου πολυχώρου εκδηλώσεων, δεκαετή διάρκεια, αρχόμενη την 1-9-2011 και
λήγουσα την 1-9-2021, και κεφάλαιο ύψους 10.000 ευρώ, εκ του οποίου είχαν
εισφέρει σε μετρητά ο αιτών εταίρος το ποσό των 4.900 ευρώ και ο δεύτερος των
καθ’ ων εταίρος εκείνο των 5.100 ευρώ, ενώ αυτοί συμμετείχαν στα κέρδη και τις
ζημίες της ως άνω εταιρείας κατά τα ποσοστά των 49% και 51% αντιστοίχως.
Σύμφωνα με τον υπ’ αριθμόν 9 όρο του προδιαληφθέντος καταστατικού της εν λόγω
εταιρείας, διαχειριστή, εκπρόσωπο και ταμία της συνιστούσε ο δεύτερος καθ’ ου
εταίρος, ενώ, δυνάμει του υπ’ αριθμόν 12 όρου του ίδιου καταστατικού, σε
περίπτωση λύσεως της προαναφερθείσας εταιρείας περιέρχεται αυτή σε καθεστώς
εκκαθαρίσεως, που διενεργείται από αμφότερους τους εταίρους ως εκκαθαριστές.
Την 19-6-2015, ο αιτών προέβη λοιπόν, ένεκα της ανακύψασας αδυναμίας
συνεργασίας των διαδίκων εταίρων προς επίτευξη του εταιρικού σκοπού, της κακής
πορείας των εταιρικών υποθέσεων, της συσσωρεύσεως ζημιών και χρεών και της
εντεύθεν ελλείψεως κερδών, στην εκούσια έξοδο αυτού από την πρώτη των καθ’ ων
διμελή ομόρρυθμη εταιρεία, καταγγέλλοντας έτσι την εταιρική του συμμετοχή σ’
αυτή διά της νόμιμης επιδόσεως, προς τον δεύτερο καθ’ ου ως νόμιμο εκπρόσωπο
και μοναδικό έτερο εταίρο της προμνημονευθείσας εταιρείας, της από 18-6-2015
εξώδικης δηλώσεως αποχωρήσεώς του απ’ αυτή … που υποβλήθηκε σε δηλωτική και όχι
συστατική καταχώριση στο Γ.Ε.ΜΗ. την 22-6-2015 376622 … Η πρώτη των καθ’ ων
κατέστη ως εκ τούτου άνευ ετέρου μονοπρόσωπη εταιρεία από την προειρημένη
περιέλευση, σ’ αυτήν και τον δεύτερο καθ’ ου ως μοναδικό έτερο εταίρο της, της
προδιαληφθείσας μονομερούς απευθυντέας προς τους τελευταίους διαπλαστικής
δηλώσεως του αιτούντος εκουσίως εξερχόμενου εταίρου, ενώ παρήλθε άπρακτη εν
συνεχεία η οριζόμενη εκ του νόμου δίμηνη τότε προθεσμία δημοσιεύσεως στο
Γ.Ε.ΜΗ. της εισόδου νέου εταίρου.
Τα προαναφερθέντα είχαν ως συνέπεια η
παραπάνω εταιρεία να λυθεί αυτοδικαίως την 19-8-2015 και να τεθεί έκτοτε,
ενόψει των προπαρατεθέντων, σε καθεστώς εκκαθαρίσεως, η οποία διενεργείται από
τον δεύτερο των καθ’ ων ως μοναδικό εταίρο αυτής και άρα εκκαθαριστή της. Από
το προϊόν της προμνημονευθείσας εκκαθαρίσεως, κατά τη διάρκεια της οποίας η
χρήση της εταιρικής επωνυμίας απαιτείται εκ του νόμου να συνοδεύεται από την
προσθήκη της φράσεως «υπό εκκαθάριση», θα ικανοποιηθεί μάλιστα ο αιτών ως
εκουσίως εξελθών εταίρος για την αξίωση καταβολής της πλήρους αξίας της
συμμετοχής αυτού στην προειρημένη ομόρρυθμη εταιρεία.
Κατ’ ακολουθίαν των
προεκτεθέντων, πρέπει η υπό κρίση αίτηση να γίνει εν μέρει δεκτή και ως ουσία
βάσιμη και να αναγνωρισθεί ότι η προδιαληφθείσα ομόρρυθμη εταιρεία έχει λυθεί
αυτοδικαίως από την 19-8-2015.
Τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων απαιτείται
άλλωστε, ένεκα της φύσεως της υπό κρίση υποθέσεως ως μη γνήσιας της εκούσιας
δικαιοδοσίας, στην οποία τυγχάνουν αναφορικά με την επιδίκαση της δικαστικής
δαπάνης εφαρμοστέες οι διέπουσες τις υπαγόμενες στην αμφισβητούμενη δικαιοδοσία
διαφορές διατάξεις των άρθρων 176 επ. (σε συνδ. προς το ά. 741) ΚΠολΔ ως
καταλληλότερες εν συγκρίσει με την αφορώσα τις γνήσιες υποθέσεις της εκούσιας
δικαιοδοσίας ρύθμιση του άρθρου 746 ΚΠολΔ, να συμψηφισθούν στο σύνολό τους
εξαιτίας της ιδιαιτέρως δυσχερούς ερμηνείας των εφαρμοσθέντων ανωτέρω κανόνων
δικαίου (ά. 106,176,178§1 και 179 in fine ΚΠολΔ)».
*H απόφαση δημοσιεύεται με επιμέλεια του Δικηγόρου Πατρών, Χρήστου Τζαβάρα
Σχόλια