Οι αλλαγές στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και στο ΠΔ 18/89 με το Ν.4509/17

Ο Νόμος 4509/2017 «Μέτρα θεραπείας ατόμων που απαλλάσσονται από την ποινή λόγω ψυχικής ή διανοητικής διαταραχής και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ Α 201/22-12-2017) επιφέρει τροποποιήσεις μεταξύ άλλων στον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας και στο ΠΔ 18/89.
Ειδικότερα στο άρθρο 25 του νόμου προβλέπονται οι εξής τροποποιήσεις του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας:
1. Tο δεύτερο εδάφιο του άρθρου 70 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής: «Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η άσκηση δεύτερης προσφυγής, όταν η πρώτη έχει απορριφθεί τελεσιδίκως για οποιονδήποτε τυπικό λόγο και σε κάθε περίπτωση, εκτός από αυτή της απόρριψής της ως εκπρόθεσμης, καθώς και όταν ο προσφεύγων κλήθηκε κατ’ εφαρμογή των άρθρων 28 παράγραφος 3, 139A και 277 παράγραφος 1 του παρόντος Κώδικα.».
2. Στην παράγραφο 4 του άρθρου 92 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας προστίθεται περίπτωση στ΄ ως εξής: «στ) αν η προσβαλλόμενη απόφαση έρχεται σε αντίθεση με απόφαση άλλου δικαστηρίου που επιλύει υπόθεση φορολογικού αντικειμένου εκ κληρονομίας η οποία στηρίζεται στην ίδια νομική και πραγματική βάση ακόμη και για διαφορετικό διάδικο.».
3. Οι διατάξεις των παραγράφων 1 και 2 καταλαμβάνουν και τις εκκρεμείς υποθέσεις, δύναται δε να ασκηθεί δεύτερη προσφυγή κατά την παράγραφο 1 ή έφεση κατά την παράγραφο 2 εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος. Δεύτερη προσφυγή δεν δύναται να ασκηθεί αν έχουν περάσει τρία (3) έτη από τη δημοσίευση της απορριπτικής απόφασης.
4. Οι παράγραφοι 3 και 4 του άρθρου 110 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας αντικαθίστανται ως εξής: «3. Ως προς τη διαδικασία των παραγράφων 1 και 2 εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις που ρυθμίζουν την εκδίκαση του ενδίκου βοηθήματος ή μέσου, το οποίο προ- κάλεσε την έκδοση της απόφασης. 4. Η διαδικασία της αυτεπάγγελτης διόρθωσης δεν υπόκειται σε προθεσμία και κινείται με πράξη του Προέδρου του συμβουλίου διεύθυνσης ή του Δικαστή που διευθύνει το δικαστήριο ή του εισηγητή Δικαστή, με την οποία προσδιορίζονται τα λάθη και εισάγεται σε συμβούλιο, εφαρμοζομένης αναλόγως της διάταξης του άρθρου 126Α του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας.».
5. Στην παράγραφο 3 του άρθρου 126 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής: «Μαζί με τα ένδικα βοηθήματα ή μέσα κατατίθεται και αντίγραφο της προσβαλλόμενης ατομικής διοικητικής πράξης ή της δικαστικής απόφασης, εφόσον έχουν κοινοποιηθεί.».
6. Η παράγραφος 1 του άρθρου 139Α του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής: «1. Αν υπάρχουν τυπικές παραλείψεις, ο Πρόεδρος του πολυμελούς δικαστηρίου ή ο εισηγητής ή ο Δικαστής του μονομελούς δικαστηρίου καλεί, και μετά τη συζήτηση, τον πληρεξούσιο δικηγόρο ή τον υπογράφοντα το δικόγραφο δικηγόρο, στους οποίους έχει χορηγηθεί σχετική πληρεξουσιότητα, σε κάθε περίπτωση, είτε αυτοί έχουν παρασταθεί αυτοπροσώπως ή με δήλωση είτε δεν έχουν παρασταθεί, ή τον διάδικο, στην περίπτωση που ο τελευταίος παρίσταται αυτοπροσώπως, να τις συμπληρώσουν ή να τις καλύψουν, τάσσοντας εύλογη κατά την κρίση του προθεσμία. Τα στοιχεία που προσκομίζονται για την κάλυψη των τυπικών παραλείψεων επιτρέπεται να είναι και μεταγενέστερα της συζήτησης.».
7. Στην παράγραφο 2 του άρθρου 142 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής: «Ως προς την απόφαση αυτή μπορούν να τύχουν ανάλογης εφαρμογής οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 189 και της παραγράφου 3 του άρθρου 193.».
8. Στο τέλος της παραγράφου 2 του άρθρου 218 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας προστίθεται δεύτερο εδάφιο ως εξής: «Ειδικώς, όταν πρόκειται για κατασχέσεις εις χείρας πιστωτικών ιδρυμάτων, αρμόδιο είναι και το δικαστήριο του τόπου κατοικίας του οφειλέτη.».
9. Το πρώτο εδάφιο της παραγράφου 4 του άρθρου 277 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής: «4. Κατά την κατάθεση του εισαγωγικού δικογράφου των ενδίκων βοηθημάτων και μέσων της παραγράφου 3 καταβάλλεται από τον υπόχρεο το 1/3 του κατά την προηγούμενη παράγραφο παραβόλου, έως δε την πρώτη συζήτηση της υπόθεσης τα υπόλοιπα 2/3 αυτού, εφαρμοζομένης της διάταξης του άρθρου 139Α.».
10. Οι διατάξεις των παραγράφων 6 και 9 εφαρμόζονται και στις εκκρεμείς δίκες. Σε περίπτωση ενδίκων βοηθημάτων ή μέσων που έχουν απορριφθεί, αυτά μπορεί να ασκηθούν εκ νέου εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος και με την επιφύλαξη της παραγράφου 2 του άρθρου 94 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, όπως ισχύει.
Στο άρθρο 26 του νόμου προβλέπονται οι εξής τροποποιήσεις του π.δ. 18/1989:
1. Στο άρθρο 33 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8) προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής: «6. Οι διάδικοι μπορούν να συμφωνήσουν ότι δεν θα εμφανισθούν στο ακροατήριο, αλλά θα παραστούν με κοινή δήλωση που υπογράφεται από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους. Τέτοια δήλωση μπορεί να γίνει και από έναν ή ορισμένους μόνο πληρεξούσιους. Η δήλωση κατατίθεται από τον πληρεξούσιο δικηγόρο ή, σε περίπτωση κοινής δήλωσης, από έναν τουλάχιστον πληρεξούσιο δικηγόρο, στον αρμόδιο γραμματέα, το αργότερο έως την παραμονή της δικασίμου.».
2. Στο άρθρο 53 του π.δ. 18/1989 προστίθεται παράγραφος 6 ως εξής: «6. Επιτρέπεται πάντοτε η άσκηση αίτησης αναιρέσεως ανεξαρτήτως ποσού, ακόμη και εάν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις της παραγράφου 3, όταν η προσβαλλόμενη απόφαση έρχεται σε αντίθεση με τελεσίδικη απόφαση άλλου δικαστηρίου που επιλύει υπόθεση του ιδίου φορολογικού αντικειμένου εκ κληρονομίας, η οποία στηρίζεται στην ίδια νομική και πραγματική βάση, ακόμη και για διαφορετικό διάδικο.».
3. Η αίτηση αναιρέσεως της παραγράφου 2 μπορεί να κατατεθεί εντός προθεσμίας εξήντα (60) ημερών από τη δημοσίευση του παρόντος.

Σχόλια