Γράφει η δικηγόρος Αθηνών Αναστασία Χρ. Μήλιου
Ο νόμος Κατσέλη σχετικά με τα υπερχρεωμένα λόγω δανείων
νοικοκυριά, δημιουργήθηκε το 2010 προκειμένου να βοηθήσει τους δανειολήπτες εκείνους
οι οποίοι λόγω της οικονομικής κρίσης αδυνατούσαν να εξυπηρετήσουν τις οφειλές
τους προς τις τράπεζες, έτσι ώστε να
προστατέψουν τις περιουσίες του.
Από μια άποψη πρόκειται για αίτηση πτώχευσης του φυσικού
προσώπου που δηλώνει αδυναμία πληρωμής των οφειλών του. Από την άλλη, την πιο
πρακτική, πρόκειται για μια λύση και μια διευθέτηση των οφειλών με μια δόση,
πιο κοντά στις δυνατότητες πληρωμής του οφειλέτη.
Με την πάροδο των ετών, καθ’ότι κάποιοι επιτήδειοι
εκμεταλλεύθηκαν τις ευνοϊκές διατάξεις του νόμου αυτού, προκειμένου να
αναστείλουν τα μέτρα εκτέλεσης σε βάρος της περιουσίας τους, αν και δεν
πληρούσαν τις προϋποθέσεις υπαγωγής στο νόμο, τα κριτήρια άλλαξαν και έγιναν πιο αυστηρά.
Οι διατάξεις του νόμου απαιτούσαν περισσότερα κριτήρια, ενώ
οι δικαστές που εκδίκαζαν τις υποθέσεις, εξέταζαν με μεγαλύτερη προσοχή τους
λόγους δανειοδότησης αλλά και της μεταγενέστερης αδυναμίας αποπληρωμής των
δανείων, με αποτέλεσμα πολλές αιτήσεις να απορρίπτονται λόγω δόλου του
δανειολήπτη και μη πρόθεσης εν τέλει αποπληρωμής των δανείων του.
Η τελευταία αλλαγή του νόμου έγινε το 2016 όπου όριζε με
πολύ απλά λόγια ότι η προστασία της πρώτης κατοικίας θα ισχύει μέχρι το τέλος
του 2018. Ήδη μετά από πίεση των Θεσμών και των τραπεζών, δεν έχει
οριστικοποιηθεί το θέμα αν θα εξακολουθήσει να υφίσταται η προστασία της πρώτης
κατοικίας και αν ναι με ποιά κριτήρια.
Ακόμα δεν έχει ξεκαθαρισθεί αν θα εξακολουθήσει να ισχύει ο
νόμος 3869/2010 και υπό ποιες προϋποθέσεις. Το μόνο που γνωρίζουμε αυτή την
στιγμή είναι ότι στις 28/12/2018 δόθηκε μια δίμηνη παράταση του νόμου, έτσι
όπως ισχύει σήμερα, με την προστασία της πρώτης κατοικίας.
Αν αυτό αλλάξει στην συνέχεια, ουσιαστικά ο νόμος χάνει και
το μεγαλύτερο πλεονέκτημά του και δίνει στις τράπεζες το δικαίωμα να κάνουν
ακόμα χειρότερες ρυθμίσεις και κουρέματα, αλλά και να γίνουν πιο επιθετικές με
την έκδοση ακόμα περισσότερων διαταγών πληρωμής.
Σαφώς και ο νόμος αυτός δεν είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να
ζητήσει ένας δανειολήπτης. Και πράγματι οι τράπεζες αν και κάνουν πολλές παρανομίες
και καταχρήσεις, δεν αντιμετωπίζουν τις κυρώσεις που θα έπρεπε. Όμως το να
εμπλακεί κάποιος σε δικαστικό αγώνα εναντία στην τράπεζα, θέλει χρόνο, χρήμα
και το αποτέλεσμα δεν είναι εξασφαλισμένο.
Πολλοί είναι αυτοί που ρωτούν τι πρέπει να κάνουν όταν έχουν
οφειλές και ποιος είναι ο σωστότερος τρόπος αντιμετώπισης του προβλήματος.
Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη απάντηση σε αυτό. Εξαρτάται
από την οικονομική και περιουσιακή τους κατάσταση, τις οφειλές και τον λόγο του
δανεισμού. Πολύ σημαντική είναι η σωστή ενημέρωση του δανειολήπτη για τα
δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του. Μετά θα είναι σε θέση να αποφασίσει τι τον
συμφέρει να κάνει και πώς να κινηθεί.
Εφόσον υπάρχουν ακίνητα ή άλλου είδους περιουσία που η
τράπεζα μπορεί να διεκδικήσει, τότε είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα προβεί σε κάποια συμφέρουσα ρύθμιση για
τον δανειολήπτη. Αντιθέτως ίσως προβεί και στην έκδοση διαταγής πληρωμής για να
πιέσει περισσότερο αλλά και να κατοχυρώσει το ύψος της οφειλής με έναν ακόμα
τρόπο. Αν επομένως έχουμε περιουσιακά στοιχεία στο όνομά μας και οφειλές σε
τράπεζες, τότε είναι μια καλή κίνηση να κάνουμε αίτηση για υπαγωγή στο ν.
3869/2010. Δεν σημαίνει ότι το δικαστήριο με την απόφασή του θα μας απαλλάξει
από την οφειλή μας. Όποιος έχει αυτή την αντίληψη να την ξεχάσει. Αυτό
συνέβαινε μόνο τα πρώτα χρόνια. Τώρα ο δανειολήπτης θα πληρώσει. Θα πληρώσει
όμως σε λογικά πλαίσια και έχει την δυνατότητα να το παλέψει. Επιπλέον οι
τράπεζες αντιμετωπίζουν καλύτερα κάποιον που έχει κάνει αίτηση, κάνοντας του
πιο συμφέρουσες προτάσεις ρύθμισης από ότι σε κάποιον που δεν έχει αιτηθεί να
υπαχθεί στο νόμο. Επίσης με την κοινοποίηση της αίτησης απαγορεύεται ο τοκισμός
των καταναλωτικών δανείων και των πιστωτικών καρτών. Απαγορεύεται επίσης η
όχληση από εισπρακτικές εταιρείες.
Αν η τράπεζα προβεί σε έκδοση διαταγής πληρωμής και επιταγή
προς πληρωμή ενώ υπάρχει σε εκκρεμότητα αίτηση του ν. 3869/2010, η δ/γη πληρωμής
μπορεί ακόμα και να ακυρωθεί ως ασκηθείσα καταχρηστικώς με βάση πάγια νομολογία
των δικαστηρίων. Για να γίνει αυτό όμως θα πρέπει πάντα να ασκηθεί ανακοπή κατά
της διαταγής πληρωμής εντός 15 εργάσιμων ημερών από την επομένη της
κοινοποίησης της διαταγής πληρωμής προς τον οφειλέτη.
Βέβαια, για να είναι πλήρως προστατευμένος ο οφειλέτης πάντα
σε περίπτωση διαταγής πληρωμής εις βάρος του, πρέπει να αξιοποιεί το δικαίωμα
της άσκησης ανακοπής κατά της διαταγής πληρωμής. Και τούτο διότι έτσι δεν χάνει
την ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ευκαιρία που έχει να προσβάλει και να αμφισβητήσει το ύψος
της οφειλής του.
Τα δικαστήρια έχουν κρίνει πολλές φορές ότι οι τράπεζες
χρεώνουν με παράνομα επιτόκια και άλλα έξοδα τα δάνεια με αποτέλεσμα το ποσό
της οφειλής να μην είναι το πράγματι οφειλόμενο. Αυτό οδηγεί σε ακύρωση της
δ/γης πληρωμής και επομένως σε ματαίωση όλων των υπόλοιπων ενεργειών της
τράπεζας για πλειστηριασμό και εκποίηση των περιουσιακών στοιχείων των
οφειλετών.
Ο νόμος δίνει μία μόνο ευκαιρία στον οφειλέτη να
αμφισβητήσει και να ακυρώσει το ποσό μια οφειλής και αυτό είναι με την ανακοπή
κατά της δ/γης πληρωμής. Αν δεν ασκηθεί η ανακοπή μέσα στην προβλεπόμενη
προθεσμία των 15 εργάσιμων ημερών, τότε η οφειλή ανεξαρτήτως του αν είναι
νόμιμη ή παράνομη, γίνεται απρόσβλητη και ισχύει για 20 ολόκληρα έτη.
Συνοψίζοντας, για ένα ακόμα μήνα περίπου ο νόμος παρέχει την
δυνατότητα υπαγωγής στο ν. Κατσέλη με προστασία της πρώτης κατοικίας. Μετά δεν
γνωρίζουμε αν ο νόμος θα εξακολουθήσει να ισχύει και με τι κριτήρια ή αν θα
πάψει τελείως.
Οι οφειλέτες χάνουν έτσι το δικαίωμα προστασίας της
κατοικίας τους και στην χειρότερη των περιπτώσεων την δυνατότητα μιας
ευνοϊκότερης ρύθμισης των δανείων τους, ακόμα κι αν έχουν εκδοθεί διαταγές
πληρωμής εις βάρος τους
Μετά η μόνη τους προστασία και άμυνα θα είναι η άσκηση
ανακοπής κατά κάθε εκδοθείσης δ/γης πληρωμής. Κάθε δάνειο που είναι σε
καθυστέρηση θα δίνει στην τράπεζα την δυνατότητα έκδοσης δ/γης πληρωμής.
Επομένως όσα τα οφειλόμενα δάνεια, τόσες μπορεί να είναι οι διαταγές πληρωμής
και θα επιβάλλεται πλέον να είναι και οι ανακοπές. Αυτό
είναι οικονομικά ασύμφορο και πρακτικά αδύνατον για έναν οφειλέτη. Συνεπώς η
τράπεζα θα παίζει χωρίς ουσιαστικά αντίπαλο.
Σχόλια