Ανάκληση συντελεσμένης απαλλοτρίωσης λόγω μη υλοποίησης του σκοπού της ή άλλου σκοπού δημόσιας ωφέλειας. Αγωγή αποζημίωσης του πρώην ιδιοκτήτη (ΔΠρΑθ)

ΔΠρΑθ 10265/2019, 19ο Τμήμα: Ανάκληση συντελεσμένης αναγκαστικής απαλλοτρίωσης λόγω μη υλοποίησης του σκοπού της απαλλοτρίωσης ή άλλου σκοπού δημόσιας ωφέλειας. Αγωγή της πρώην ιδιοκτήτριας με αίτημα την καταβολή αποζημίωσης λόγω στέρησης της κάρπωσης του απαλλοτριωθέντος ακινήτου.
Από την συνταγματική προστασία της ιδιοκτησίας, η οποία κατοχυρώνεται στο άρθρο 17 παρ. 1 του Συντάγματος, σε συνδυασμό με την παράγραφο 2 του ίδιου άρθρου, στην οποία ορίζεται ότι κανένας δεν στερείται την ιδιοκτησία του παρά μόνο για δημόσια ωφέλεια και αφού προηγηθεί πλήρης αποζημίωσή του, προκύπτει ότι, σε περίπτωση που το απαλλοτριωθέν ακίνητο, παρά την πάροδο ευλόγου χρόνου, δεν χρησιμοποιήθηκε για τον σκοπό χάριν του οποίου κηρύχθηκε η απαλλοτρίωση ή για άλλο σκοπό δημόσιας ωφέλειας, δεν καθίσταται μεν η συντελεσθείσα απαλλοτρίωση επιγενομένως παράνομη (πρβλ. ΣτΕ 707/2016, σκ. 8), αλλά, πάντως, εκλείπει εφεξής η συνταγματική της δικαιολόγηση, με συνέπεια ο πρώην ιδιοκτήτης να μπορεί να αξιώσει την ανάκλησή της και την επανάκτηση του ακινήτου του (πρβλ. ΣτΕ 1211/2007 Ολομ., σκ. 6, κ.ά.).
Συμφώνως προς τα ανωτέρω, η προβλεπόμενη στο άρθρο 12 του Κ.Α.Α.Α. ανάκληση συντελεσμένης αναγκαστικής απαλλοτριώσεως λόγω μη εκπλήρωσης του σκοπού της δεν συνιστά περίπτωση γνήσιας ανακλήσεως, δηλαδή αναδρομικής άρσεως των συνεπειών της περί απαλλοτριώσεως απόφασης εξ αιτίας νομικών ή πραγματικών σφαλμάτων που εμφιλοχώρησαν κατά την έκδοσή της, ώστε να ανακύπτει υποχρέωση της Διοικήσεως προς επαναφορά των πραγμάτων στην προτέρα κατάσταση (πρβλ. ΣτΕ 615/2012 7μ., σκ. 6), αλλά μια αυτοτελή διαδικασία που αποσκοπεί στην αποκατάσταση του νομικού δεσμού μεταξύ του πρώην ιδιοκτήτη και του απαλλοτριωθέντος ακινήτου, διασφαλίζοντας, ταυτόχρονα, δια της οικονομικής ισορροπίας των ανταλλασσομένων παροχών, μια δίκαιη ισορροπία μεταξύ των συμφερόντων του ίδιου και του υπέρ ου η απαλλοτρίωση.
Σε κάθε περίπτωση, η επίτευξη μιας τέτοιας δίκαιης ισορροπίας δεν προϋποθέτει την καταβολή στον πρώην ιδιοκτήτη ειδικής αποζημίωσης για τη στέρηση της κάρπωσης του ακινήτου του κατά το διάστημα από την κήρυξη της απαλλοτρίωσης μέχρι την ανάκλησή της, ενώ, άλλωστε, ούτε το άρθρο 12 του Κ.Α.Α.Α. παρέχει έρεισμα για την καταβολή τέτοιας αποζημίωσης. Και τούτο, διότι ο πρώην ιδιοκτήτης έχει ικανοποιηθεί πλήρως κατά την συντέλεση της απαλλοτρίωσης με την καταβολή στον ίδιο πλήρους αποζημίωσης υπό την έννοια του άρθρου 17 παρ. 2 του Συντάγματος, την οποία είχε τη δυνατότητα να διαθέσει κατά τον πλέον πρόσφορο για τον ίδιο τρόπο, αντικαθιστώντας π.χ. το απαλλοτριωθέν ακίνητο με άλλο ισάξιο και απολαμβάνοντας κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε τις προσόδους από την κάρπωσή του.
Ενόψει τούτου, οι αξιώσεις των εναγόντων δεν δύνανται να βρουν έρεισμα στο άρθρο 17 του Συντάγματος, το οποίο, άλλωστε, προβλέπει μόνο, στην παράγραφο 5, την δυνατότητα καταβολής αποζημίωσης για τις απωλεσθείσες προσόδους μέχρι την συντέλεσή της απαλλοτρίωσης με την καταβολή της αποζημίωσης στον ιδιοκτήτη. Εξάλλου, εφόσον, κατά τα ανωτέρω, η απώλεια των προσόδων από τα απαλλοτριωθέντα ακίνητα δεν απολήγει στο να επωμίζονται οι ενάγοντες ένα υπέρμετρο βάρος που υπερβαίνει τα κατά το Σύνταγμα ανεκτά όρια, η χορήγηση αποζημίωσης δεν επιβάλλεται ούτε από τις διατάξεις του άρθρου 4 παρ. 5 του Συντάγματος και του άρθρου 1 παρ. 1 του 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ε.Σ.Δ.Α.
Η αγωγή είναι απορριπτέα και κατά το μέρος που η ενάγουσα θεμελιώνει τις ένδικες αξιώσεις της επικουρικά στο άρθρο 105 του ΕισΝΑΚ και την δικαστικώς ακυρωθείσα παράνομη παράλειψη της Διοίκησης να κινήσει τη διαδικασία ανάκλησης της συντελεσμένης απαλλοτρίωσης του ακινήτου της. Και τούτο, διότι, σε κάθε περίπτωση, μετά τον καθορισμό της επιστρεπτέας αποζημίωσης από τη Διοίκηση εναπόκειται στην ελεύθερη βούληση του πρώην ιδιοκτήτη εάν θα αποδεχθεί την ανάκληση της απαλλοτριώσεως και αν θα καταβάλει το προσδιορισμένο ποσό αυτής, ώστε να ολοκληρωθεί η διαδικασία επανάκτησης του ακινήτου του.
Εν προκειμένω, όμως, παρά την πάροδο δεκαετίας σχεδόν από την ακύρωση της ως άνω παράλειψης, η διαδικασία επανάκτησης του απαλλοτριωθέντος ακινήτου δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί, ενώ δεν προκύπτει πραγματική πρόθεσή της ενάγουσας να καταβάλει στον υπέρ ου η απαλλοτρίωση τη νόμιμη αποζημίωση προκειμένου να επανακτήσει το ακίνητό της. (πηγή:adjustice.gr)

Σχόλια