Η Καταδολίευση δανειστών ως αξιόποινη πράξη υπό το πρίσμα του νέου Ποινικού Κώδικα (Άρθρο 397 Π.Κ)

Του Ηρακλή Δημ. Μουράβα, Δικηγόρου ΜΔΕ

Η καταδολίευση δανειστών σαν νομική έννοια απαντάται σε αρκετούς τομείς του Δικαίου. Εκτός απ’ το Ποινικό δίκαιο που θα γίνει λόγος στο παρόν απαντάται ιδίως στο Αστικό Δίκαιο και συγκεκριμένα στο τελευταίο κεφάλαιο του Ειδικού ενοχικού Δικαίου (άρθρα 939-946 Αστικού Κώδικα). Κατά το αστικό δίκαιο, ο δανειστής έχει νομικό όπλο κατά του οφειλέτη, που διενεργεί καταδολιευτικές δικαιοπραξίες προκειμένου να μειώσει ή και να εξαφανίσει το ενεργητικό της περιουσίας του σκοπίμως για να μην ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του πρώτου, την αγωγή διάρρηξης καταδολιευτικής δικαιοπραξίας.

Επίσης, η δικαιοπολιτική λογική της καταδολίευσης δανειστών και κατ’ επέκταση της αγωγής διάρρηξης, ως άμυνας του δανειστή απαντάται και στο νομοθετικά ευμετάβλητο πτωχευτικό δίκαιο και συγκεκριμένα μέσω μιας συγγενούς νομικής έννοιας, της πτωχευτικής ανάκλησης (Άρθρα 41επ Πτωχευτικού Κώδικα) . Με την τελευταία δίνονται δυνατότητες προστασίας της πτωχευτικής περιουσίας από  δόλιες ενέργειες μείωσής της από τον πτωχό- έμπορο (οφειλέτη), με σκοπό να διασωθεί και να ικανοποιηθούν όσο γίνεται πιο δίκαια (σύμμετρα) οι πτωχευτικοί πιστωτές (δανειστές). Στο εν λόγω άρθρο όμως αυτά τα ζητήματα δεν θα μας απασχολήσουν παραπάνω, καθόσον θα αναπτύξουμε την καταδολίευση δανειστών ως αξιόποινη πράξη στο νέο ποινικό κώδικα.

Πιο συγκεκριμένα, ο ποινικός νομοθέτης θέλοντας να προστατεύσει τους δανειστές των κακοπληρωτών και δόλιων οφειλετών ακόμη περισσότερο από τις κακόβουλες πράξεις τους αλλά και να αποτρέψει τους οφειλέτες να αποφύγουν με δόλια τεχνάσματα τις πληρωμές των χρεών τους ποινικοποίησε διαχρονικά την καταδολίευση δανειστών ως αυτοτελές έγκλημα.

Η ήδη υπάρχουσα διάταξη του άρθρου 397 Π.Κ υπέστη ριζική αναδιαμόρφωση με το Ν. 4619/2019.

Η διατύπωση και η περιπτωσιολογία της νέας διάταξης είναι πολύ εκτενέστερη της παλαιότερης, θέλοντας προφανώς ο νομοθέτης να βάλει περεταίρω ασφαλιστικές δικλείδες ως προς την προστασία των δανειστών του οφειλέτη αλλά και δίνοντας μια δεύτερη ευκαιρία στους οφειλέτες προς άρση της ποινικής τους δίωξης όπως θα δούμε παρακάτω με συνδυασμό διατάξεων. Το αναθεωρημένο άρθρο 397 Π.Κ είναι διατυπωμένο ως εξής:

Καταδολίευση δανειστών: 1. Ο οφειλέτης ο οποίος εν γνώσει ματαιώνει ολικά ή εν μέρει την ικανοποίηση του δανειστή του εκποιώντας ή αποκρύπτοντας στοιχεία της περιουσίας του τιμωρείται με φυλάκιση ως δύο έτη ή με χρηματική ποινή.

2. Με την ποινή της προηγούμενης παραγράφου τιμωρείται και ο οφειλέτης ο οποίος εν γνώσει ματαιώνει ολικά ή εν μέρει την ικανοποίηση του δανειστή του που έχει σε βάρος του βέβαιη και εκκαθαρισμένη απαίτηση, αν εν όψει της επικείμενης εκπλήρωσής του: α) Βλάπτει, καταστρέφει, καθιστά χωρίς αξία, αποκρύπτει ή απαλλοτριώνει χωρίς ισότιμο και αξιόχρεο αντάλλαγμα οποιοδήποτε περιουσιακό του στοιχείο ή κατασκευάζει ψεύτικα χρέη ή ψεύτικες δικαιοπραξίες.

3. Με φυλάκιση τουλάχιστον δύο ετών και χρηματική ποινή τιμωρούνται οι πράξεις των προηγούμενων παραγράφων αν η περιουσιακή ζημία που προκλήθηκε στο δανειστή είναι ιδιαίτερα μεγάλη.

4. Οι ποινές των προηγούμενων παραγράφων επιβάλλονται και σε εκείνον που επιχειρεί τις πράξεις υπέρ του οφειλέτη.

Όπως δέχεται η κρατούσα άποψη, προστατευόμενο έννομο αγαθό είναι η περιουσία του δανειστή, όταν διαπιστώνεται περιουσιακή βλάβη του. Δηλαδή όταν η οικονομική αξία του συνόλου της περιουσίας του οφειλέτη που είναι δεκτική κατάσχεσης, εμφανίζεται μειωμένη μετά την τέλεση της αξιόποινης πράξης.

Φυσικός αυτουργός, σύμφωνα με τη διατύπωση του άρθρου εμφανίζεται ο οφειλέτης συγκεκριμένου δανειστή ή οποιοσδήποτε τρίτος ενεργεί προς βλάβη του δανειστή και υπέρ του οφειλέτη. Η έννοιες του δανειστή, του οφειλέτη και του κάθε τρίτου ορίζονται και ρυθμίζονται στο αστικό δίκαιο. Τρίτος μπορεί να είναι και ο εγγυητής ή ο οποιοσδήποτε επιχείρησε ενέργειες καταδολιευτικές υπέρ του οφειλέτη. Μπορεί να είναι και συγγενικά του πρόσωπα που δέχτηκαν να μετέχουν ως συμβαλλόμενοι σε εικονικές δωρεές ή εκποιήσεις περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη με σκοπό τη βλάβη του δανειστή, αν γνώριζαν τον εν λόγω σκοπό. Επί νομικών προσώπων αυτουργοί της καταδολίευσης είναι οι νόμιμοι εκπρόσωποί του και συγκεκριμένα τα αρμόδια πρόσωπα που ενήργησαν- ή παρέλειψαν- στην κατεύθυνση της αξιόποινης συμπεριφοράς.

Αντικείμενο του εγκλήματος είναι οποιοδήποτε περιουσιακό στοιχείο του οφειλέτη είναι δεκτικό κατάσχεσης αλλά και η επικαρπία σύμφωνα με νομολογία του Αρείου Πάγου ( βλ. Α.Π 276/2011). Το έγκλημα της καταδολίευσης είναι έγκλημα πολύτροπο, σύμφωνα με την παραπάνω διάταξη ( βλάβη, καταστροφή, κατασκευή ψεύτικων χρεών κ.τ.λ). Για την τυπική αποπεράτωση του εγκλήματος απαιτείται να επέρχεται από την τέλεσή του ματαίωση της ικανοποίησης του δανειστή και αυτό συμβαίνει όταν υπάρχει ανεπάρκεια της υπόλοιπης περιουσίας του οφειλέτη, δηλαδή όταν το περιουσιακό στοιχείο που απαλλοτριώνεται είναι και το μόνο κατασχετό.[1]

Για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της καταδολίευσης δανειστών από πλευράς πλήρωσης της υποκειμενικής υπόστασης, η διάταξη απαιτεί ρητά δόλο (εν γνώσει), που περιλαμβάνει τη γνώση της ύπαρξης ενοχικής απαίτησης από συγκεκριμένη νομική αιτία και τη θέληση ή την αποδοχή για ματαίωση της ικανοποίησης της απαίτησης του δανειστή ολικά ή μερικά.[2] Γίνεται δεκτό από τη μη διάκριση του νόμου ότι αρκεί και ο ενδεχόμενος δόλος, όχι όμως η αμέλεια ούτε η ενσυνείδητη.

Απόπειρα καταδολίευσης υπάρχει όταν ο δράστης με πρόθεση να ματαιώσει την ικανοποίηση της απαίτησης του δανειστή προβαίνει σε αρχή εκτέλεσης μίας από τις τυποποιημένες στο άρθρο 397 Π.Κ μορφές του εγκλήματος, όμως από εξωτερικούς παράγοντες παρά τη θέλησή του, δεν καταφέρνει να επιφέρει το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Επί αντικειμένου απαλλοτρίωσης ακινήτου η νομολογία δέχεται ότι υπάρχει αρχή εκτέλεσης καταδολιευτικής απαλλοτρίωσης με τη σύνταξη συμβολαίου μεταβίβασης ακινήτου, που οδηγεί άμεσα και αναγκαία στην απαλλοτρίωση αν δεν ανακοπεί για οποιονδήποτε λόγο.

Η παραγραφή του εγκλήματος της καταδολίευσης δανειστών είναι πενταετής. Η επίδοση ωστόσο του κλητηρίου θεσπίσματος αναστέλλει την παραγραφή.

Για την άσκηση της ποινικής δίωξης στο έγκλημα της καταδολίευσης δανειστών απαιτείται ρητά έγκληση από το δανειστή-θύμα κατά του οφειλέτη στην προγενέστερη διατύπωση του άρθρου. Σύμφωνα με την τότε παράγραφο 3 «Η ποινική δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από έγκληση». Ωστόσο στο αναθεωρημένο άρθρο 397 Π.Κ η συγκεκριμένη διατύπωση καταργήθηκε. Στο νέο ποινικό Κώδικα προστέθηκε η γενική διάταξη του άρθρου 405 Π.Κ που προβλέπει ρητά έγκληση για μια σειρά από ποινικά αδικήματα- μεταξύ αυτών και της καταδολίευσης δανειστών (397 Α.Κ) και συνδυαστικά από αυτές τις δύο διατάξεις αλλά και από τις διατάξεις 114-115 Π.Κ απαιτείται έγκληση εντός τριμήνου. Το τρίμηνο ξεκινά από την επόμενη ημέρα της γνώσης, τόσο της καταδολιευτικής μεταβίβασης  του δράστη, όσο και του αποτελέσματος: ότι δηλαδή τελικά ματαιώθηκε η (ολική η μερική) ικανοποίηση του δανειστή.

Ωστόσο στο νέο Ποινικό Κώδικα στις παραγράφους 2 και 3 του άρθρου 405 παρατηρούμε μία στροφή του νομοθέτη ως προς την άκρατη ποινικοποίηση κάποιων εγκλημάτων μεταξύ αυτών και της καταδολίευσης δανειστών. Συγκεκριμένα το αξιόποινο της καταδολίευσης δανειστών -και άλλων εγκλημάτων που αναφέρονται στο εν λόγω άρθρο όπως απάτη- εξαλείφεται αν ο υπαίτιος με δική του θέληση και πριν από την πρώτη εξέτασή του ως υπόπτου ή κατηγορούμενου ικανοποιήσει εντελώς το ζημιωθέντα χωρίς παράνομη βλάβη τρίτου. Η μερική μόνο ικανοποίησή του εξαλείφει το αξιόποινο κατά το αντίστοιχο μόνο μέρος. Εάν ο υπαίτιος ικανοποιήσει το δανειστή του μέχρι την αμετάκλητη παραπομπή του στο ακροατήριο καταβάλλοντας αποδεδειγμένα το κεφάλαιο και τους τόκους υπερημερίας απαλλάσσεται από κάθε ποινή.

Τελικό συμπέρασμα όλων των ανωτέρω είναι το εξής: Με τις νέες νομοθετικές ρυθμίσεις της καταδολίευσης των δανειστών παρατηρείται μια πιο δίκαιη και πιο στοχευμένη ποινική μεταχείριση των εν λόγω πράξεων. Πιο συγκεκριμένα αν η περιουσιακή βλάβη του δανειστή είναι ιδιαίτερα μεγάλη σύμφωνα με την παρ 3 του άρθρου 397 Π.Κ αυτό συνιστά επιβαρυντική περίσταση για τον οφειλέτη καθόσον προβλέπονται βαρύτερες ποινές. Ωστόσο αν ο οφειλέτης με δικά του μέσα και δική του βούληση ικανοποιήσει το δανειστή στις απαιτήσεις του και επανορθώσει την -αδικία- φαίνεται ότι ο νομοθέτης του δίνει μία δεύτερη ευκαιρία σε επίπεδο ποινικού δικαίου και εξαλείφεται το αξιόποινό του. Γενικότερα ως προς τα οικονομικά εγκλήματα βλέπουμε μια μεταστροφή του νομοθέτη να τιμωρούνται ιδίως τα ζημιογόνα περιουσιακά αποτελέσματα όταν υπάρχουν αποδεδειγμένα και το κέντρο βάρους μετατίθεται εκεί περισσότερο παρά στο βουλητικό στοιχείο δηλαδή στην πρόθεση , στη σκέψη του δράστη για να ζημιώσει το θύμα. Αν η σκέψη του δράστη να ζημιώσει το θύμα στην πορεία εξαφανιστεί και δεν προκληθεί ζημιογόνο αποτέλεσμα με έργα του ιδίου του δράστη και μεταμέλεια τότε το αξιόποινο εξαλείφεται.

Αξίζει στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι η σωστή κατεύθυνση του νομοθέτη επιτείνεται και από το γεγονός ότι σε πολλές των περιπτώσεων οι δανειστές είναι πιστωτικά ιδρύματα (τράπεζες), που σύναψαν δανειακές συμβάσεις με τους οφειλέτες-φυσικά ή νομικά πρόσωπα- σε καθεστώς πιο ευνοϊκής οικονομικής συγκυρίας προ της οικονομικής κρίσης. Εν όψει και της παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης και της απρόβλεπτης μεταβολής των οικονομικών συνθηκών δεν είναι λίγοι οι οφειλέτες που έφθασαν στα όρια της επιβίωσης και η τελευταία νομοτελειακά επιβάλλει στην πράξη τους δικούς της κανόνες προκειμένου να περισωθούν κάποια  βασικά περιουσιακά στοιχεία με κάθε τρόπο και -δυστυχώς- με κάθε μέσο. Επομένως το κίνητρο σε τέτοιες περιπτώσεις των κακοπληρωτών δραστών-οφειλετών σε μια δεδομένη χρονική στιγμή δεν πρέπει να τιμωρείται ποινικά αν έστω και υπό το φόβο του ποινικού νόμου στην πορεία, εμπράκτως επανόρθωσαν πριν το ποινικό δικαστήριο και ικανοποίησαν τις αναμφισβήτητες βέβαιες και εκκαθαρισμένες απαιτήσεις των δανειστών τους-πιστωτικών ιδρυμάτων καθώς δεν βλάπτεται στο τέλος το προστατευόμενο έννομο αγαθό που εν προκειμένω είναι η περιουσία των δανειστών.

*Ο Ηρακλής Δημ Μουράβας είναι Δικηγόρος Βόλου, Μ.Δ.Ε Εμπορικού Δικαίου, Μ.Δ.Ε Αστικού Δικαίου


[1] Βλ. Κ. Χριστοδούλου, Λ. Μαργαρίτης , Καταδολίευση Δανειστών, αστική, ποινική και δικονομική εφαρμογή, σελ 165-200, 2013, Νομική Βιβλιοθήκη

[2] Βλ. Α.Π 283/2012


Σχόλια