Tης Μπίας Τσολάκη, Δικηγόρου*
Ο ιός του SARS-CoV-2 που ενέσκηψε τους τελευταίους μήνες σε
όλη την υφήλιο έθεσε όλη την παγκόσμια κοινότητα σε κατάσταση κόκκινου
συναγερμού. Οι ιατροί και οι νοσηλευτές βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του
μετώπου, επιχειρώντας κάτω από πολλές φορές αντίξοες, αν όχι απάνθρωπες,
συνθήκες εργασίας να καταστείλουν το δολοφονικό οστικό κύμα της πανδημίας ενώ
οι επιστήμονες «ξημεροβραδιάζονται» στα εργαστήρια τους για να ανακαλύψουν το
πολυαναμενόμενο εμβόλιο που θα δώσει τέλος σε αυτό το αδόκητο δράμα της κατά τα
άλλα προοδευμένης ανθρωπότητας. Ωστόσο, εκτός από τον «κηρυγμένο» πόλεμο με τον
κορωνοϊό, στην Ευρώπη εξελίσσεται υποδόρια και ένας «ακήρυκτος» πόλεμος με την
τουλάχιστον αμφιλεγόμενη ουσία της «γλυφοσάτης»[1]
.
Η παραπάνω ουσία μας «σερβίρεται» στο πιάτο ως ασφαλής την
ίδια στιγμή που στις Η.Π.Α. έχουν ήδη εκδοθεί τρεις καταδικαστικές αποφάσεις
κατά του Γερμανικού χημικού και φαρμακευτικού ομίλου «Bayer», του οποίου
θυγατρική είναι η «Monsanto» που τη χρησιμοποιεί στο ζιζανιοκτόνο της «Roundup»
για το λόγο ότι αυτή θεωρήθηκε υπαίτια για το λέμφωμα «Non Hodgkin», μία μορφή
καρκίνου που προκαλείται στο λεμφικό σύστημα[2]
.
Βέβαια, ο εν λόγω όμιλος διατείνεται ότι διάφοροι κρατικοί οργανισμοί, όπως η Επιτροπή Περιβάλλοντος των Η.Π.Α. και το Εθνικό Ινστιτούτο των Η.Π.Α. υποστηρίζουν τη θέση του ότι δηλαδή δεν υπάρχει διασύνδεση μεταξύ γλυφοσάτης και καρκίνου, αποσιωπώντας όμως ότι οι οργανισμοί που παραπέμπει σχετικά καταλήγουν στα πορίσματά τους κατά κύριο λόγο με βάση τις υποβληθείσες μελέτες εκ μέρους των ενδιαφερόμενων κάθε φορά εταιριών[3] .
Στη ρητορική αυτή, αντιτάσσεται[4] ότι «ανεξάρτητα ινστιτούτα όπως η Διεθνής Επιτροπή για την Έρευνα στον Καρκίνο (International agency for the Research of Cancer, IARC) και η Επιτροπή του ΟΗΕ κατέταξε τη γλυφοσάτη στην κατηγορία 2 (class 2A) δηλαδή ύποπτη για καρκινογένεση. Η καθηγήτρια Beata Ritz του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια επεσήμανε ότι από τις δημοσιευμένες μέχρι τώρα εργασίες συμπεραίνει ότι υπάρχει σχέση μεταξύ γλυφοσάτης και καρκίνου (Non Hodgkin λέμφωμα) και ότι η μελέτη του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας (NIY) είχε σημαντικά λάθη και παραλείψεις». Επίσης, υπογραμμίζεται[5] με νόημα ότι «η Επιτροπή Τροφίμων και Φαρμάκων, FDA είχε υποσχεθεί να κάνει μετρήσεις σε φρούτα και λαχανικά, αλλά την μία χρονιά δεν έκανε διότι το κόστος των αναλύσεων ήταν…μεγάλο και τον άλλο χρόνο ανακοίνωσε ότι δεν υπήρχε λόγος για μετρήσεις αφού η γλυφοσάτη ήταν…ασφαλής. Το ίδιο συνέβη και με το Υπουργείο Γεωργίας (USDA)των ΗΠΑ».
Στο πλαίσιο αυτών των ουσιαστικών ισχυρισμών, μπορεί οι
ιθύνοντες να δηλώνουν ότι θα αντεπιτεθούν εφεσιβάλλοντας τις ήδη εκδοθείσες
αποφάσεις δικαστηρίων των Η.Π.Α., εντούτοις αξίζει να σημειωθεί ότι την 11η
Οκτωβρίου 2019 οι εκκρεμούσες προσφυγές ενώπιον της αμερικανικής δικαιοσύνης
εναντίον του ομίλου ανέρχονταν στον απίστευτο αριθμό των 42.700[6]
, γεγονός που εξηγεί και τη συμμετοχή του στη διαμεσολαβητική διαδικασία που
άνοιξε με εντολή ενός ομοσπονδιακού δικαστή της Καλιφόρνια, η οποία, σε
περίπτωση που ευοδωθεί, αναμένεται να «κλείσει» τις εκκρεμείς υποθέσεις κατ’
αποφυγή πολλαπλών και χρονοβόρων δικών.
Σε πλήρη αντίθεση με τη δικαιοσύνη των Η.Π.Α., όπου ο
δικανικός πόλεμος με τον όμιλο της «Bayer» μαίνεται, στην Ευρώπη επί του
παρόντος επικρατεί ένα κλίμα πολιτικής και δικανικής νηνεμίας, εάν ληφθεί υπόψη
ότι την 12η Δεκεμβρίου 2017 υιοθετήθηκε ο εκτελεστικός Κανονισμός 2017/2324, με
τον οποίο η χρήση της δραστικής ουσίας της γλυφοσάτης ανανεώθηκε, υπό ορισμένες
προϋποθέσεις, μέχρι την 15η Δεκεμβρίου 2022. «Κόντρα» στο κυρίαρχο αυτό ρεύμα
προς το παρόν κινήθηκε νομικά μόνο[7]
, εξ όσων εμείς είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, η «Περιφέρεια
Βρυξελλών-Πρωτεύουσας» του Βελγίου[8]
, η οποία κατέθεσε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ε.Ε. προσφυγή ακύρωσης
του προαναφερθέντος Κανονισμού για δύο λόγους.
Κατά πρώτον, υποστήριξε[9]
ότι δυνάμει αυτού παραβιάζεται η υποχρέωση διασφάλισης υψηλού επιπέδου
προστασίας της ανθρώπινης υγείας και του περιβάλλοντος διότι βασίζεται σε
επιστημονική αξιολόγηση των κινδύνων για την υγεία και το περιβάλλον, η οποία
δεν πληροί τις απαιτήσεις της αρχής της προφύλαξης. Κατά δεύτερον, η
προσφεύγουσα προσέθεσε[10] ότι με αυτόν προσβάλλεται και η υποχρέωση
αιτιολόγησης και τήρησης της αρχής της χρηστής διοίκησης διότι στο κείμενό του
περιέχονται αντιφάσεις. Για την ακρίβεια, η Περιφέρεια Βρυξελλών-Πρωτεύουσας
επεσήμανε[11] ότι «το
προοίμιο και τα άρθρα του εν λόγω κανονισμού υποδηλώνουν ότι η γλυφοσάτη δεν
έχει επιβλαβείς συνέπειες για την υγεία των ανθρώπων ή των ζώων ή μη αποδεκτές
επιδράσεις στο περιβάλλον, ενώ οι ειδικές διατάξεις του παραρτήματος Ι του εν
λόγω κανονισμού συνεπάγονται την ύπαρξη τέτοιων αποτελεσμάτων».
Την 28η Φεβρουαρίου 2019, το Γενικό Δικαστήριο της Ε.Ε.
απέρριψε με διάταξή του την εν λόγω προσφυγή ως απαράδεκτη λόγω έλλειψης
ενεργητικής νομιμοποίησης για το λόγο ότι ο προσβαλλόμενος Κανονισμός, σύμφωνα
με τον οποίο η γλυφοσάτη αποτελεί ασφαλή δραστική ουσία, δεν αφορά άμεσα την
Περιφέρεια Βρυξελλών-Πρωτεύουσας, υπό την έννοια του άρθρου 263 εδ.δ΄ Σ.Λ.Ε.Ε.
Την 1η Μαΐου 2019 η προαναφερθείσα Περιφέρεια κατέθεσε αίτηση αναίρεσης κατά
της παραπάνω διάταξης του Γενικού Δικαστηρίου ενώπιον του Δ.Ε.Ε. για το λόγο
ότι το δικάσαν Δικαστήριο υπέπεσε σε πλάνη περί το δίκαιο κατά την ερμηνεία του
άρθρου 263 εδ.δ΄ Σ.Λ.Ε.Ε.[12],
το οποίο ως εκ τούτου της παρέχει νομιμοποίηση για την έγερση και υποστήριξη
της σχετικής προσφυγής. Προς επίρρωση των ισχυρισμών της Περιφέρειας
Βρυξελλών-Πρωτεύουσας, την 16η Ιουλίου 2020 διατυπώθηκαν οι Προτάσεις του
Γενικού Εισαγγελέα, Michal Bobek, που κυριολεκτικά «τσακίζει κόκκαλα» στο
κείμενό του, του οποίου μερικά μόνο βασικά σημεία θα αναδείξουμε στο σύντομο
σχόλιό μας από τη θέση αυτή, αλλά προτρέπουμε τους αναγνώστες να το μελετήσουν
συνολικά.
Κατ’ αρχάς, εννοιολογική του αφετηρία αποτελεί η διαπίστωση[13] ότι μία πράξη της Ε.Ε. αφορά τον προσφεύγοντα υπό την έννοια του άρθρου 263 εδ.δ΄ Σ.Λ.Ε.Ε., όταν η νομική του κατάσταση επηρεάζεται από την προσβαλλόμενη πράξη, γεγονός που συντρέχει όταν μεταβάλλεται η εκ μέρους του κατοχή δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, ιδιωτικής ή δημόσιας φύσεως. Αυτό σημαίνει, ουσιαστικά ότι «τα έννομα αποτελέσματα της προσβαλλόμενης πράξεως πρέπει να παράγονται από την ίδια την πράξη, αυτομάτως, δίχως να απαιτείται προς τούτο να ακολουθήσει η λήψη άλλου μέτρου, είτε από την Ένωση, είτε από τα κράτη μέλη.Κατά συνέπεια, η προϋπόθεση του άμεσου επηρεασμού πληρούται όταν μπορεί να αποδειχθεί η ύπαρξη άμεσου αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της προσβαλλόμενης πράξεως της Ένωσης και της μεταβολής της νομικής κατάστασης του προσφεύγοντος»[14] .
Μάλιστα, ο Γενικός Εισαγγελέας υπογράμμισε ότι το Δ.Ε.Ε. ειδικά στην περίπτωση μίας περιφερειακής ή τοπικής οντότητας, δέχεται βάσει της απόφασής του στην υπόθεση Vlaams Gewest[15] ότι συντρέχει άμεσος επηρεασμός και ως εκ τούτου ενεργητική νομιμοποίησή της για την προσβολή μίας πράξης της Ε.Ε. όταν σε αυτή έχουν ανατεθεί εξουσίες, τις οποίες ασκεί αυτοτελώς εντός των ορίων του εθνικού συντάγματος του οικείου κράτους-μέλους και η σχετική πράξη «δεν επιτρέπει στην εν λόγω οντότητα να ασκεί τις εν λόγω εξουσίες κατά τον τρόπο που θεωρεί πρόσφορο»[16] (κριτήριο της απόφασης Vlaams Gewest)[17].
Έτσι, με τον τρόπο αυτό, γίνεται κατανοητό ότι επηρεάζεται
άμεσα και ατομικά η έννομη θέση της. Εν συνεχεία, κατ’ εφαρμογή, του κριτηρίου
αυτού, με το δεδομένο ότι η Περιφέρεια Βρυξελλών-Πρωτεύουσας απολαύει γενική
και αυτοτελή αρμοδιότητα στον τομέα της περιβαλλοντικής προστασίας δυνάμει του
Βελγικού Συντάγματος και της σχετικής ειδικής νομοθεσίας, ο Γενικός Εισαγγελέας
προχωρά χωρίς λεκτικές ωραιοποιήσεις στην ανάλυσή του, αναφέροντας: «περιορίζει
ο προσβαλλόμενος κανονισμός τη δυνατότητα της αναιρεσείουσας να ασκεί τις
εξουσίες αυτές; Ασφαλώς την περιορίζει. Στο πλαίσιο της ασκήσεως των εξουσιών
αυτών, η αναιρεσείουσα επιθυμούσε να απαγορεύσει τη χρήση στο έδαφός της, όλων
των φυτοπροστατευτικών προϊόντων που περιέχουν συγκεκριμένη δραστική ουσία: τη
γλυφοσάτη. Συνεπώς, η αναιρεσείουσα θεωρεί ότι η γλυφοσάτη αποτελεί επιβλαβή
ουσία»[18]
.
Την ίδια στιγμή, ο προσβαλλόμενος κανονισμός «αποτελεί κατά
κύριο λόγο πράξη, η οποία πιστοποιεί ότι η ουσία γλυφοσάτη πληροί τις
απαιτήσεις του άρθρου 4, παράγραφοι 2 και 3, του κανονισμού 1107/2009»[19]
. Κατά συνέπεια δε χωρεί αμφιβολία ως προς το ότι η πτυχή αυτή «κρίθηκε κατά
τρόπο οριστικό και εξαντλητικό στον προσβαλλόμενο κανονισμό»[20].
Έτσι, υπό το πρίσμα, των σκέψεων αυτών, καταλήγει, αναρωτώμενος:
«θα μπορούσε η σύγκρουση μεταξύ της δυνατότητας της αναιρεσείουσας να ρυθμίζει
τη χρήση των φυτοφαρμάκων στο έδαφός της και των εννόμων αποτελεσμάτων που
απορρέουν από τον κανονισμό, όπως ο προσβαλλόμενος στην παρούσα δίκη, να είναι
πιο άμεση και πιο προφανής, δεδομένου ότι η θέση που προκρίνεται στο επίπεδο
της Ένωσης είναι ότι “η γλυφοσάτη είναι ασφαλής”, ενώ στο τοπικό επίπεδο
υποστηρίζεται ότι “η γλυφοσάτη δεν είναι ασφαλής”; Αν δεν υπήρχε ο
προσβαλλόμενος κανονισμός, η αναιρεσείουσα νομίμως θα μπορούσε να ασκήσει τις
συγκεκριμένες εξουσίες της να απαγορεύσει οποιοδήποτε προϊόν περιέχει γλυφοσάτη
στο έδαφός της»[21] [22].
Με βάση τις παραπάνω αιτιάσεις, τις οποίες εμπλουτίζει στο σκεπτικό του και περαιτέρω[23], συμπεραίνει ότι η κρίση του Γενικού Δικαστηρίου περί έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης της Περιφέρειας Βρυξελλών Πρωτεύουσας στην επίδικη περίπτωση «είναι άκρως αμφισβητήσιμη και έχει κατά κάποιον τρόπο εργαλειακό χαρακτήρα.Η καλόπιστη και ειλικρινής συνεργασία η οποία ζητείται από τα κράτη μέλη και τα συστατικά τους μέρη, συμπεριλαμβανομένων των ομόσπονδων οντοτήτων, προκειμένου να διασφαλίζεται η ορθή εφαρμογή και τήρηση του δικαίου της Ένωσης, πρέπει να λειτουργεί αμφίδρομα. Δεν μπορεί να υφίσταται μόνον όταν επιβάλλονται περιορισμοί και υποχρεώσεις, και να εξαφανίζεται κατά περίεργο τρόπο όταν πρόκειται για την ενεργητική νομιμοποίηση και την πρόσβαση στα δικαιοδοτικά όργανα της Ένωσης»[24] [25]. Με άλλα λόγια, ο Γενικός Εισαγγελέας εντόπισε εύστοχα ότι υφίσταται μία εγγενής αντίφαση στην ενωσιακή έννομη τάξη, όταν τα όποια τοπικά μορφώματα των κρατών-μελών θεωρούνται ευεπίφορα για να καταστούν υποκείμενα υποχρεώσεων, αλλά ακατάλληλα για να αναγνωριστούν ως φορείς δικαιωμάτων.
Επιπλέον των παραπάνω, ο Γενικός Εισαγγελέας αναπτύσσει μία
ολόκληρη συλλογιστική[26]
, βάσει της οποίας υπογραμμίζει ότι ο προσβαλλόμενος Κανονισμός επέσυρε τρεις
ακόμη συνέπειες που επιβάρυναν την έννομη θέση της Περιφέρειας Βρυξελλών-Πρωτεύουσας.
Πρώτον, ενεργοποίησε την ομοσπονδιακή διαδικασία ανανέωσης των αδειών χρήσης
φυτοφαρμάκων που περιέχουν γλυφοσάτη, στην οποία συμμετείχε αποστερούμενη εξ
αιτίας του de jure και de facto την αντικειμενική δυνατότητα να ασκήσει τις αναγνωριζόμενες
από το Βελγικό Σύνταγμα εξουσίες της[27].
Δεύτερον της επέβαλε να διατηρεί σε ισχύ τις υφιστάμενες
άδειες χρήσης φυτοφαρμάκων που περιέχουν γλυφοσάτη καθ’ όλη τη διάρκεια που
ήταν εκκρεμής η διαδικασία ανανέωσής τους[28].
Και τρίτον, την ανάγκασε να αναγνωρίσει, στο πλαίσιο του συστήματος αμοιβαίας
αναγνώρισης των κρατών-μελών που καθιέρωσε, κάθε άδεια που χορηγήθηκε σε ένα
άλλο κράτος-μέλος[29]
. Εν τοιαύτη περιπτώσει, κατόπιν τούτων, ο Γενικός Εισαγγελέας θέτει[30] έναν εύλογο προβληματισμό όταν τονίζει ότι με
βάση το άρθρο 4 § 2 Σ.Ε.Ε. η «Ένωση σέβεται την ισότητα των κρατών μελών
ενώπιον των Συνθηκών, καθώς και την εθνική τους ταυτότητα που είναι συμφυής με
τη θεμελιώδη πολιτική και συνταγματική τους δομή, στην οποία συμπεριλαμβάνεται
η περιφερειακή και τοπική αυτοδιοίκηση»[31]
.
Από την άποψη αυτή, η παραπάνω λεκτική κατοχύρωση των
τοπικών οντοτήτων από το πρωτογενές ενωσιακό δίκαιο επιβάλλει την έμπρακτη
αναγνώρισή τους στον τρόπο λειτουργίας της ενωσιακής έννομης τάξης. Προς την
κατεύθυνση αυτή, εν συνέχεια, ορθά διαπιστώνει[32] ότι είναι απαραίτητη η διασταλτική ερμηνεία
του άρθρου 263 εδ.δ΄ Σ.Λ.Ε.Ε. και ως εκ τούτου η ευρύτερη αναγνώριση «locus
standi» για την προσβολή πράξεων της Ε.Ε. ούτως ώστε έτσι να πραγματώνεται και
μάλιστα με αποτελεσματικό τρόπο το δικαίωμα των οντοτήτων αυτών για πρόσβαση
στο δικαστήριο βάσει του άρθρου 47 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ε.Ε.
δεδομένου ότι η διαδικασία της (εθνικής) προδικαστικής παραπομπής του άρθρου
267 Σ.Λ.Ε.Ε. δεν ενδείκνυται σε υποθέσεις, όπως η κρινόμενη.
Όταν δηλαδή, απαιτείται για την έκδοση της απόφασης η
εξέταση ουσιαστικών ζητημάτων[33],
τα οποία μάλιστα εν προκειμένω έχουν περίπλοκη νομική και τεχνική φύση και
απαιτούν ως εκ τούτου τη συλλογή αποδείξεων και την εξέταση πραγματογνωμόνων
για την ανάλυση και εξειδίκευση επιστημονικών ζητημάτων. Σε όλες αυτές τις
καίριες επισημάνσεις, φρονούμε ότι θα πρέπει να προστεθεί και η διάσταση του
σεβασμού της δημοκρατικής νομιμοποίησης των περιφερειακών ή τοπικών μορφωμάτων
των κρατών-μελών, η οποία θα πρέπει να γίνεται σεβαστή ιδίως σε μία περίοδο
βαθιάς κρίσης του μοντέλου της συγκεντρωτικής δημοκρατίας που προωθείται σε όλο
και ευρύτερη έκταση, βαθαίνοντας το χάσμα ανάμεσα στα κέντρα λήψης των
αποφάσεων και τους πολίτες και ως εκ τούτου εντείνοντας την κοινωνική
αποδοκιμασία και δυσπιστία προς την ενωσιακή πραγματικότητα.
Εν κατακλείδι, μετά από την «ομοβροντία» επιχειρημάτων εκ
μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, Michal Bobek, αναμένεται με ιδιαίτερη περιέργεια
η απόφαση του Δ.Ε.Ε., το οποίο ευκταίο είναι να λάβει θέση επί της ουσίας της
υπόθεσης ενόψει της βαρύνουσας σημασίας του ζητήματος της χρήσης της γλυφοσάτης
στη γεωργία για τη δημόσια υγεία των πολιτών της Ε.Ε.
Διαφορετικά, εάν δηλαδή επικυρώσει την απόρριψη της
προσφυγής ως απαράδεκτης λόγω έλλειψης ενεργητικής νομιμοποίησης, πέρα από το
γεγονός ότι τίθεται υπό ισχυρή αμφισβήτηση η προστασία του αγαθού της δημόσιας
υγείας στην ενωμένη Ευρώπη, το Δ.Ε.Ε. οφείλει να αιτιολογήσει με διεξοδική
τεκμηρίωση τη διαφοροποίησή του από τις Προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα.
Πάντως, σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο η ευρωπαϊκή ήπειρος θα έχει αποδείξει ότι τα
αντανακλαστικά της έχουν εξασθενήσει λόγω του προχωρημένου «γήρατός» της και
δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τον καταιγιστικό ρυθμό των δικαστικών εξελίξεων
στο «Νέο Κόσμο».
* Η Μπία Τσολάκη είναι Δικηγόρος Θεσσαλονίκης ΜΔΣ Αστικού,
Αστικού Δικονομικού και Εργατικού δικαίου της Νομικής Σχολής ΑΠΘ LL.M. in
Transnational and European Commercial Law, Mediation, Arbitration and Energy
Law of International Hellenic University (IHU) & Υποψήφια Διδάκτωρ
Εργατικού Δικαίου της Νομικής Σχολής του ΑΠΘ
[1] 1 Όπως
επισημαίνεται «η γλυφοσάτη είναι ζιζανιοκτόνο που παρασκευάσθηκε το 1970 από το
χημικό John E., Franz (φωτ.) της Monsanto. Η γλυφοσάτη κυκλοφόρησε το 1974 με
το εμπορικό όνομα Round up, καταστρέφει ζιζάνια και αγριόχορτα κάθε είδους που
υπάρχουν σε δενδροκαλλιέργειες, αλλά και σε εθνικές οδούς, γήπεδα, πάρκα,
δενδροστοιχίες και όπου αλλού. Η γλυφοσάτη κυκλοφορεί ως ενεργό συστατικό
ζιυανιοκτόνων με διάφορες εμπορικές ονομασίες σε περισσότερες από 130 χώρες και
χρησιμοποιείται σε ευρύ φάσμα καλλιεργειών. Το 2007 η γλυφοσάτη ήταν το πιο
διαδεδομένο ενεργό συστατικό ζιζανιοκτόνων στις ΗΠΑ και ένα από τα πιο
διαδεδομένα σε όλο τον κόσμο», βλ. δημοσίευμα « Γλυφοσάτη: υπάρχει παντού,
κανείς δεν το ξέρει» σε http://www.haniotika-nea.gr /glifo
sati-iparchi-pantou-kanis-den-to-xeri/ (τελευταία πρόσβαση την 26.07.2020 11.30
π.μ.).
[2] Βλ.
δημοσίευμα «Η Bayer αντιμετωπίζει ένα κύμα αγωγών όταν και εξαγόρασε πέρσι τη
Monsanto» σε https://bankingnews.gr/index.php?id=452575 (τελευταία πρόσβαση την
26.07.2020 12.42 μ.μ.).
[3] Βλ.
δημοσίευμα « Γλυφοσάτη: υπάρχει παντού, κανείς δεν το ξέρει», ό.π.
[4] Βλ.
δημοσίευμα « Γλυφοσάτη: υπάρχει παντού, κανείς δεν το ξέρει», ό.π.
[5] ibid.
[6] Βλ.
δημοσίευμα «Bayer: Χιλιάδες προσφυγές στις ΗΠΑ εξ αιτίας της γλυφοσάτης» σε
https: // www.
Ethnos.gr/kosmos/69326_bayer-hiliades-prosfyges-stis-ipa-exaitias-tis-glyfosatis
(τελευταία πρόσβαση την 27.07.2020 20.44μ.μ. ). Σύμφωνα με αυτό, ο όμιλος
αποδίδει τη δίνη δικαστικών αγωγών, στην οποία έχει εμπλακεί σε αύξηση των
τηλεοπτικών διαφημίσεων δικηγόρων που αναζητούν πελάτες για την άσκηση των
σχετικών αγωγών. Πάντως, ανεξάρτητα από αυτή τη διάσταση του θέματος, χρήζειιδιαίτερης
μνείας το γεγονός ότι η Γαλλία αποκάλυψε ότι η «Monsanto» «φακέλωνε»
δημοσιογράφους και πολιτικούς, ανάλογα με τη στάση τους στα φυτοφάρμακα και
ιδίως τη γλυφοσάτη, πρακτική που ήγειρε εύλογα ερωτηματικά με αποτέλεσμα οι
γαλλικές δικαστικές αρχές να αρχίσουν σχετική έρευνα, βλ. δημοσίευμα «Γαλλία: Η
Monsanto “φακέλωνε” δημοσιογράφους και πολιτικούς» σε https://
www.ethnos.gr/kosmos/37916_gallia-i-monsanto-fakelone-dimosiografoys-kai-politikoys
(τελευταία πρόσβαση την 26.07.2020 20.55μ.μ.). Μάλιστα, παρόμοιους καταλόγους
έγινε γνωστό ότι η Monsanto κατάρτισε και σε τουλάχιστον άλλες έξι ευρωπαϊκές
χώρες και για την ακρίβεια στη Γερμανία, την Ιταλία, την Ολλανδία, την Πολωνία,
την Ισπανία και τη Βρετανία. To γεγονός αυτό παραδέχτηκε και η Bayer που ζήτησε
συγγνώμη για τον κατάλογο που αφορά τη Γαλλία, του οποίου το περιεχόμενο έγινε
και γνωστό, βλ. δημοσίευμα «Η Monstanto “φακέλωνε”πολιτικούς και δημοσιογράφους
σε τουλάχιστον σε τουλάχιστον έξι χώρες της ΕΕ» σε
https://www.ethnos.gr/kosmos/39937_i-monsanto-fakelone-politikoys-kai-dimosiografoys-setoylahiston-exi-hores-tis-ee
(τελευταία πρόσβαση την 26.07.2020 21.00μ.μ.).
[7] Αξίζει
να αναφερθεί ότι πριν ένα έτος περίπου η Αυστριακή Βουλή αποφάσισε να
απαγορεύσει πλήρως τη χρήση της γλυφοσάτης στη χώρα χωρίς προς το παρόν να
είναι γνωστό στη γράφουσα εάν η Επιτροπή κινήθηκε νομικά εναντίον της, βλ. σε
https://www.documentonews.gr/article/aystria-apagoreyseto-zizanioktono-glyfosath-ths-monsanto-kontra-sthn-apofash-ths-eyrwpaikhs-enwshs
(τελευταία πρόσβαση την 26.07.2020 20.38μ.μ.)
[8] Επισημαίνεται
ότι σύμφωνα με άρθρο 1 του Βελγικού Συντάγματος, το Βέλγιο είναι ομοσπονδιακό
κράτος αποτελούμενο από Κοινότητες και Περιφέρειες, οι οποίες-βάσει του άρθρου
3-συνίστανται στη Φλαμανδική Περιφέρεια, τη Βαλλονική Περιφέρεια και την
Περιφέρεια Βρυξελλών-Πρωτεύουσας.
[9] 9 Βλ.
σκ.25 προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020 σε
C-352/19 P (Région de Bruxelles-Capitale κατά Ευρωπαϊκής Επιτροπής).
[10] Βλ.σκ.26 προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal
Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π.
[11] ibid.
[12] Αναλυτικά, για την εξειδίκευση των λόγων της
προσφυγής βλ.σκ.32 προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου
2020, ό.π
[13] Βλ.
σκ.46 προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π.
[14] Βλ.σκ.48
προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π. (από το
απόσπασμα παραλείπονται οι παραπομπές του συγγραφέα τους).
[15] Βλ.σκ.29
σε Απόφαση της 30ης Απριλίου 1998, T-214/04 P (Vlaams Gewest κατά Επιτροπής).
[16] Βλ.σκ.60
προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π. (από το
απόσπασμα παραλείπονται οι παραπομπές του συγγραφέα τους).
[17] Έτσι,
ibid
[18] Βλ.σκ.70-71 προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα
Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π
[19] Βλ.
σκ.72 προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π.
[20] ibid.
[21] Βλ.σκ.73
προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π.
[22] Ή
έμφαση προστίθεται από τη γράφουσα
[23] Βλ.75-79
προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π
[24] Βλ.σκ.80
προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π.
[25] Η
έμφαση προστίθεται από τη γράφουσα
[26] Βλ.σκ.83-104
προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π.
[27] Βλ.
σκ.106 προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π.
[28] Βλ.σκ.106
προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π.
[29] Βλ.
σκ.106 προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π.
[30] Βλ.
σκ.129 προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π.
[31] Η
έμφαση προστίθεται από τη γράφουσα
[32] Βλ.
σκ.140 προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020, ό.π.
[33] Βλ.
σκ.143-144 προτάσεων Γενικού Εισαγγελέα Michal Bobek της 16ης Ιουλίου 2020,
ό.π.
Σχόλια