Του Ηρακλή Μουράβα, Δικηγόρου Βόλου*
Τον τελευταίο καιρό, τόσο λόγω της εξέλιξης της επιστήμης προς θετική κατεύθυνση για παρασκευή και χορήγηση εμβολίου κατά της λοίμωξης από Covid-19 στους επόμενους μήνες, όσο και λόγω της αυξανόμενης επιστημονικής γνώσης για την αντιμετώπιση του συγκεκριμένου ιού, θα πρέπει να αρχίσει να γίνεται λόγος και για τις συνθήκες της επόμενης ημέρας της υγειονομικής κρίσης. Τις συνθήκες που θα επικρατήσουν σε όλα τα επίπεδα από το σημείο που σταδιακά ο ιός δεν θα αποτελεί υγειονομική απειλή τουλάχιστον στον τωρινό βαθμό και θα αίρονται πλήρως οι περιορισμοί του κράτους για την εξάπλωσή του, καθώς θα διαφαίνεται στον ορίζοντα η αρχή του τέλους της πανδημίας.
Πέρα από αυτά που συζητούνται για την οικονομία, την κοινωνία και γενικά όλη τη σφαίρα της δημόσιας ζωής και των συναλλαγών, ένα θέμα που είναι πιο επίκαιρο από ποτέ, είναι το κατά πόσο επιβάλλεται να παραβιαστούν και να επεξεργαστούν ή όχι τα προσωπικά δεδομένα της υγείας τόσο των ασθενών που νόσησαν από τον COVID-19 και κατ΄ επέκταση απέκτησαν ανοσία έναντι αυτού όσο και τα προσωπικά δεδομένα αυτών που δεν νόσησαν για διαφορετικούς λόγους στην κάθε περίπτωση.
Το παραπάνω ζήτημα δεν αφορά μόνο τη νομική επιστήμη αλλά και άλλες επιστήμες όπως πρωτίστως την ιατρική, την κοινωνιολογία, την πληροφορική, ακόμη και την εκπαίδευση. Σε ό,τι αφορά τη νομική επιστήμη πριν καταθέσουμε κάποιες πρώιμες απόψεις, οι οποίες στην πορεία είναι πιθανό να μεταβληθούν ανάλογα με τα τότε δεδομένα για την προστασία της δημόσιας υγείας και τα κελεύσματα των ειδικών, ιδίως των επιδημιολόγων, κρίνεται σκόπιμο να αναφερθούμε στο τι συνέβαινε στη νομοθεσία για την προστασία των προσωπικών δεδομένων πριν την παγκόσμια υγειονομική κρίση.
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια σε Ευρωπαϊκό επίπεδο φθάσαμε στο ύψιστο σημείο νομοθετικής παραγωγής για την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα. Ο ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου «General Data Protection Regulation {GDPR}» για την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, σε όλα τα άρθρα του δίνει τις απαραίτητες νομοθετικές εγγυήσεις προκειμένου να προστατευτούν τα προσωπικά δεδομένα φυσικών προσώπων με αυστηρές κυρώσεις σε περίπτωση παραβίασής τους. Επίσης με Οδηγία υποχρεώθηκαν όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε να συμμορφωθούν σε αυτή τη νομοθετική πρωτοβουλία και να ενσωματώσουν σε κάθε εθνική νομοθεσία τις θεμελιώδεις αρχές του ως άνω Κανονισμού.
O εθνικός νομοθέτης με τη θέσπιση του Νόμου 4624/2019 συμμορφώθηκε πλήρως με τις επιταγές της Ε.Ε που απορρέουν από την ευρωπαϊκή Οδηγία 2016/680 και ενσωμάτωσε στην ελληνική νομοθεσία τις θεμελιώδεις αρχές του παραπάνω ευρωπαϊκού Κανονισμού. Πέραν όμως από τις εξειδικευμένες διατάξεις του συγκεκριμένου Κανονισμού, ο εθνικός συνταγματικός νομοθέτης με το άρθρο 9 Α του Συντάγματος και με αντίστοιχους νόμους που προϋπήρχαν του G.D.P.R προστάτευε τον Έλληνα υπήκοο από την παραβίαση των προσωπικών του δεδομένων. Συγκεκριμένα το εν λόγω άρθρο αναφέρει ότι «Καθένας έχει δικαίωμα προστασίας από τη συλλογή, επεξεργασία και χρήση, ιδίως με ηλεκτρονικά μέσα, των προσωπικών του δεδομένων, όπως νόμος ορίζει. Η προστασία των προσωπικών δεδομένων διασφαλίζεται από ανεξάρτητη αρχή, που συγκροτείται και λειτουργεί όπως νόμος ορίζει.». Κατόπιν όλων των ανωτέρω, η ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο του Ευρωπαϊκού κανονισμού μεγιστοποίησε την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που ούτως η άλλως υπήρχε και από το Σύνταγμα σε μικρότερο βαθμό.
Εμφανή αποτελέσματα της ενσωμάτωσης του Κανονισμού είναι οι πρόσφατες αλλαγές που είδαμε τα τελευταία δύο έτη με μια σειρά μεταβολών ακόμη και στη μη κακή χρήση των προσωπικών δεδομένων. Ενδεικτικά, τα ονόματα των επιτυχόντων στις Πανελλαδικές εξετάσεις πλέον δεν εμφανίζονται στον τοπικό τύπο χωρίς τη συναίνεση των δικαιούχων παρά μόνο οι κωδικοί των υποψηφίων ή ο αριθμός αστυνομικής ταυτότητάς τους. Γιατί η επίδοση προστατεύεται ως προσωπικό δεδομένο. Σε αρκετούς διαγωνισμούς ΑΣΕΠ φαίνεται μόνο ο Α.Δ.Τ των υποψηφίων και όχι τα ονοματεπώνυμά τους ιδίως στους προσωρινούς πίνακες επιτυχόντων. Οι Δημόσιες υπηρεσίες π.χ εφορίες, δημόσια νοσοκομεία απαγορεύεται να δώσουν πληροφορίες για φορολογούμενους ή ασθενείς χωρίς τη συγκατάθεσή τους, ακόμη και σε φυσικά πρόσωπα που έχουν έννομο συμφέρον να τις λάβουν, χωρίς αιτιολογημένη εντολή εισαγγελικών αρχών.
Επομένως, με την κατάπαυση ή έστω το μετριασμό της παγκόσμιας υγειονομικής κρίσης , το ζήτημα του κατά πόσο θα ενδιαφέρουν το κράτος και τους φορείς της υγείας τα προσωπικά δεδομένα υγείας τόσο αυτών που νόσησαν από τον ιό όσο και αυτών που δεν νόσησαν ανάγεται σε μεγάλο ζήτημα για αρκετούς λόγους και πρωταρχικά για την προστασία της δημόσιας υγείας. Και επειδή ελλοχεύει ο κίνδυνος η πρωτοφανής παγκόσμια υγειονομική κρίση να αποτελέσει άλλοθι για παραβίαση προσωπικών δεδομένων υγείας ακόμη και άσχετα με τον ιό στους πολίτες με νομιμοποιητικό έρεισμα τον κίνδυνο και από τα υποκείμενα- μη μεταδιδόμενα -νοσήματα, θα πρέπει να γίνει η εξής διάκριση: Θα πρέπει να οριστεί σε νέα βάση το τι θεωρείται ευαίσθητο προσωπικό δεδομένο υγείας και το τι θα θεωρείται πληροφορία επιδημιολογικού χαρακτήρα. Στην πρώτη περίπτωση σε ό,τι θα οριστεί ευαίσθητο προσωπικό δεδομένο υγείας δεν θα πρέπει να έχει κανένας φορέας κρατικός ή υγείας δικαίωμα να το παραβιάσει χωρίς τη συγκατάθεση του προσώπου που τον αφορά. Στη δεύτερη περίπτωση δηλαδή στην πληροφορία επιδημιολογικού χαρακτήρα θα επιτρέπεται στους φορείς της υγείας και ενδεχομένως και στο κράτος, με πολύ αυστηρές προϋποθέσεις, να έχουν πρόσβαση για να την επεξεργαστούν στο βαθμό που εξυπηρετείται επιστημονικός σκοπός καθώς και σκοπός προστασίας της δημόσιας υγείας και αυστηρά η πρόσβαση να δίνεται μόνο γι’ αυτούς τους σκοπούς.
Θα πρέπει να διασφαλιστεί από τους αρμόδιους φορείς προς τους πολίτες πως αυτές οι πληροφορίες ούτε θα χρησιμοποιηθούν για άλλη χρήση πέρα απ’ την αυστηρά προκαθορισμένη ούτε θα εκτεθούν τα προσωπικά τους στοιχεία σε ευρύτερη δημοσιότητα πέραν των ειδικών που καλούνται να εκπληρώσουν συγκεκριμένο σκοπό και θα πρέπει να αποφευχθεί κάθε υπόνοια διαρροής και κατ΄ επέκταση κοινωνικού στιγματισμού τόσο των ατόμων που νόσησαν όσο και αυτών που δεν νόσησαν από τον ιό. Θα πρέπει να υπάρχουν εγγυήσεις ανωνυμίας και απορρήτου ως προς την επεξεργασία τους.
Επίσης δεν θα πρέπει να αποτελεί κριτήριο το αν νόσησε κάποιος από τον ιό ή όχι, πόσο μάλλον το ποια υποκείμενα -μη μεταδιδόμενα- νοσήματα υφίστανται στο ιστορικό υγείας των πολιτών, για πρόσβαση ή μη σε οποιαδήποτε θέση εργασίας, εκτός και αν η εργασία εγκυμονεί κινδύνους που να σχετίζονται άμεσα με το ιατρικό ιστορικό του εργαζομένου. Ούτε να γνωρίζει ο εκάστοτε εργοδότης παρά τη θέληση του εργαζόμενου το αν στο παρελθόν έχει νοσήσει ή όχι από τον ιό, παρά μόνο αν νοσεί στη χρονική περίοδο της εργασίας του, για να λάβει τα μέτρα αυτοπροστασίας τόσο του ιδίου όσο και του υπολοίπου προσωπικού.
Κάποιες εξαιρέσεις που είναι δυνατό να επιτρέπονται στον παραπάνω κανόνα, αφορούν το προσωπικό των νοσηλευτικών ιδρυμάτων και η ύπαρξη ή μη ανοσίας ή σοβαρών υποκείμενων νοσημάτων στο ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό να αποτελεί κριτήριο για το ποιοι θα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της περίθαλψης ασθενών που νοσούν από λοίμωξη του Covid-19 ή όχι. Ακόμη, λόγω ιδιαιτεροτήτων ως προς το συνωστισμό και την τήρηση μέτρων αυτοπροστασίας, ίσως να κρίνεται σκόπιμο να επεκτείνεται η παραπάνω εξαίρεση στη δια ζώσης εργασία των εκπαιδευτικών αυστηρά στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση -δημόσια και ιδιωτική- για την προστασία της υγείας των ιδίων και των μαθητών και στην εργασία του προσωπικού σε κλειστές δομές φιλοξενίας προσφύγων και γηροκομεία. Επίσης ως προσωρινό αναγκαίο μέτρο προστασίας δημοσίου συμφέροντος, ορθώς αναγνωρίζεται από πολλά κράτη παγκοσμίως μεταξύ αυτών και στη χώρα μας, η προϋπόθεση αρνητικού τεστ στα αεροδρόμια και γενικότερα στις πύλες εισόδου της χώρας για την είσοδο επιβατών από το εξωτερικό, ιδίως από προορισμούς που αποδεδειγμένα υπάρχει υψηλό επιδημιολογικό φορτίο, προκειμένου να γνωρίζουν οι αρμόδιοι φορείς αν νοσούν τη δεδομένη χρονική στιγμή οι πολίτες που εισέρχονται στη χώρα, με σκοπό την διασφάλιση της δημόσιας υγείας.
Οι παραπάνω εξαιρέσεις όμως, πρέπει να υφίστανται σε αυστηρά προκαθορισμένο χρονικό πλαίσιο, όσο ελλοχεύει ο κίνδυνος εξάπλωσης του ιού και με την ευλαβική τήρηση της ανωνυμίας των φυσικών προσώπων που εμπλέκονται.
Τέλος, με το πέρας της υγειονομικής κρίσης θα πρέπει να βρεθεί ένα κατάλληλο νομοθετικό και τεχνικό πλαίσιο, με αξιοποίηση των δυνατοτήτων της πληροφορικής και της τεχνολογίας, προκειμένου οι πληροφορίες που αφορούν ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα υγείας ατόμων χωρίς τη συναίνεσή τους που νόσησαν από Covid-19 και που αυτό το διάστημα λαμβάνουν δημοσιογραφική δημοσιότητα, να μη διατηρηθούν μονίμως στο διαδίκτυο, να αναπαράγονται και να αναδημοσιεύονται ακόμη κι αν εκλείψουν οι λόγοι που το επιβάλλουν.
Εξ άλλου αν περιοριστεί ο κίνδυνος μετάδοσης του ιού με μαζικό εμβολιασμό του πληθυσμού, αν όσοι νόσησαν θεραπεύτηκαν και εξαλειφθεί ο κίνδυνος μετάδοσης στο μέλλον, δεν υπάρχει λόγος κάποιος, αναζητώντας στο Google πληροφορίες για συγκεκριμένα πρόσωπα, να βλέπει μετά το πέρας της υγειονομικής κρίσης πληροφορίες για το ποιος και πότε κάποτε νόσησε από λοίμωξη του Covid-19, έναντι άλλων πιο χρήσιμων πληροφοριών για δημόσια πρόσωπα που αφορούν τις επαγγελματικές τους ενασχολήσεις και την καριέρα τους. Το δικαίωμα στη λήθη (right to be forgotten) που αναγνωρίστηκε από τον ως άνω Ευρωπαϊκό Κανονισμό εξ’ άλλου είναι αυτονόητο ότι θα πρέπει να μπορεί να ασκηθεί από τα υποκείμενα (φυσικά πρόσωπα) των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα κατά την επιστροφή σε συνθήκες πλήρους υγειονομικής κανονικότητας, ιδίως για ειδήσεις και πληροφορίες που αφορούν εξατομικευμένα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα υγείας όταν πλέον δεν θα εξυπηρετεί κανένα σκοπό δημοσίου συμφέροντος η διατήρησή τους.
Συμπέρασμα όλων είναι ότι τα ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα στον τομέα της υγείας κρίνεται σκόπιμο να προστατευθούν και να μην αποτελέσει ο COVID-19 αφορμή για καταπάτησή τους μετά το τέλος της υγειονομικής κρίσης και με το πρόσχημα γενικά και αόριστα της προστασίας της δημόσιας υγείας, σε βαθμό και έκταση πέραν από τους σκοπούς που θα εξυπηρετεί η παραβίασή τους και η επεξεργασία τους. Κατηγοριοποίηση ατόμων με βάση το αν νόσησαν ή όχι από τον ιό είναι νομικά, συνταγματικά και ηθικά ανεπίτρεπτη.
Δείτε και άλλα άρθρα του Ηρακλή Μουράβα εδώ
Σχόλια