Οι προϋποθέσεις χαρακτηρισμού τροχαίου ατυχήματος (ή δυστυχήματος) ως εργατικού ατυχήματος και η επίδραση στις αξιώσεις αποζημίωσης
του Ηρακλή Μουράβα, Δικηγόρου
Στην πράξη πολλές φορές συμβαίνει ένα τροχαίο ατύχημα ή δυστύχημα να λαμβάνει χώρα είτε κατά τη διάρκεια μιας εργασίας που απαιτεί οδήγηση τετρακίνητου ή δίκυκλου οχήματος είτε κατά την ώρα μετάβασης ή αποχώρησης από την εργασία.
Κατά καιρούς είναι στην επικαιρότητα τροχαία ατυχήματα ή δυστυχήματα που συντελούνται λ.χ κατά τη μετάβαση στην εργασία ή κατά την αποχώρηση από αυτήν των εργαζομένων με το δικό τους μεταφορικό μέσο ή με μεταφορικά μέσα που τους παρέχονται από την επιχείρηση που εργάζονται. Επίσης πολλά τροχαία ατυχήματα λαμβάνουν χώρα κατά τη διάρκεια της εργασίας απ’ τους εργαζομένους σε περιπτώσεις που στη φύση της εργασίας είναι οι μεταφορές προϊόντων ή οι παροχές υπηρεσιών σε διαφορετικά μέρη. Λ.χ τροχαία ατυχήματα κατά την παράδοση προϊόντων delivery που σε κάποιες περιπτώσεις ήταν και θανατηφόρα, τροχαία ατυχήματα σε βαρέα οχήματα (νταλίκες) κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων, τροχαία ατυχήματα κατά την μετάβαση για παροχή υπηρεσιών όπως επισκευές ηλεκτρολογικών εγκαταστάσεων, υδραυλικές βλάβες, παροχή ιατρικής περίθαλψης κ.τ.λ , τροχαία ατυχήματα ή δυστυχήματα κατά τη μεταφορά εύφλεκτων υλικών όπως πετρέλαιο, βενζίνη που έχουν ως αιτία και την ανάφλεξη του οχήματος και πλήθος άλλων περιπτώσεων, που όχι σπάνια προξενούν μόνιμες σωματικές βλάβες, αναπηρία ακόμη και θάνατο των εμπλεκομένων.
Το ζήτημα που
προκύπτει και θα προσπαθήσουμε να αναλύσουμε στη συνέχεια είναι ποια και με
ποιες προϋποθέσεις αυτά τα τροχαία ατυχήματα ή δυστυχήματα θα μπορούσαν να
χαρακτηριστούν εργατικά ατυχήματα και κατ’ επέκταση αν ο εργαζόμενος ή οι συγγενείς του -αν προκύψει θάνατος- θα
έχουν τη δυνατότητα να διεκδικήσουν αποζημίωση από τον εργοδότη σύμφωνα με τις
διατάξεις του Αστικού Κώδικα (άρθρα 914 επ) και της εργατικής νομοθεσίας.
Σύμφωνα με την
8452/2020 πρόσφατη απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών εργατικό ατύχημα
ορίζεται "κάθε βίαιο συμβάν, το οποίο προκάλεσε θάνατο ή αναπηρία, που
παρακωλύει την εργασία και το οποίο επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ
αφορμής αυτής, τελεί δε ως προς αυτήν, άμεσα ή έμμεσα, σε σχέση αιτίου και
αποτελέσματος.(ΣτΕ 1727/2016, 1291/2015, 3009/2005, 1692/2003). Υφίσταται δηλαδή
στη συγκεκριμένη περίπτωση αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της εργασίας και του
ατυχήματος ή δυστυχήματος (ΣτΕ 1291/2015, 2394/1991). Περεταίρω εργατικό
ατύχημα θεωρείται και το τροχαίο ατύχημα κατά τη μετάβαση του εργαζομένου-
ασφαλισμένου στον τόπο της εργασίας του ή την αποχώρησή του από αυτόν αρκεί να
υφίσταται στη συγκεκριμένη περίπτωση αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ εργασίας και
ατυχήματος. (ΣτΕ 3785/2014, 1012/2003, 5546/1995 κ.α)".
Με την ως άνω
πρωτοποριακή απόφαση 8452/2020 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών καθιερώνεται
πρώτη φορά η υποχρέωση του εργοδότη να καταθέτει εντός ορισμένου χρόνου και
ενώπιον του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας πίνακες που μεταξύ άλλων περιλαμβάνουν
τον τόπο εργασίας των εργαζομένων καθώς και το ωράριο της εργασίας τους, ενώ η
ορθότητα των ανωτέρω στοιχείων των εργαζομένων όπως και η μεταβολή αυτών
αποτελούν ευθύνη του εργοδότη. Σύμφωνα με την απόφαση αυτή ο εργαζόμενος
δικαιώθηκε δικαστικά και χαρακτηρίστηκε το τροχαίο ατύχημα κατά τη μετάβαση
στην εργασία του ως εργατικό καθώς ο χρόνος που έλαβε χώρα το τροχαίο ατύχημα
θεωρείται εύλογος, επειδή είναι ο συνήθης χρόνος μετάβασης σε πρωινή ώρα αιχμής
ενός εργαζομένου από το σπίτι του στην εργασία του.
Επομένως προκειμένου
ένα τροχαίο ατύχημα να χαρακτηριστεί εργατικό η βασικότερη προϋπόθεση είναι να
υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ του ατυχήματος ή δυστυχήματος και της φύσης
της εργασίας ή της μετάβασης ή αποχώρησης από αυτήν. Η δεύτερη βασική
προϋπόθεση είναι ο παθών να έχει την ιδιότητα του εργαζομένου κατά το χρόνο του
ατυχήματος, να είναι δηλαδή ασφαλισμένος στο Ι.Κ.Α με συγκεκριμένο εργοδότη
φυσικό ή νομικό πρόσωπο καθώς και το τροχαίο να λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο
άσκησης εργασιακών καθηκόντων.
Ωστόσο υπάρχουν και άλλες ειδικότερες
προϋποθέσεις που προκύπτουν από τις γενικότερες διατάξεις του Αστικού Δικαίου.
Ενδεικτικά θα πρέπει να αποδειχθεί με έγγραφα, μάρτυρες και γενικότερα κάθε
πρόσφορο αποδεικτικό μέσο όπως εκθέσεις συμβάντων από την Τροχαία ότι το
τροχαίο ατύχημα ή δυστύχημα που έλαβε χώρα εν ώρα εργασίας ή κατά την μετάβαση
ή αποχώρηση από αυτήν δεν συντελέστηκε με ευθύνη του ιδίου του εργαζομένου ή
έστω με συνυπαιτιότητά του (άρθρο 300 Α.Κ) ή δεν αντέβαινε στις αρχές της καλής
πίστης και των χρηστών ηθών.
Λ.χ αν ο εργαζόμενος
οδηγός κατά τη μεταφορά εμπορευμάτων ή κατά τη μετάβαση στο χώρο της εργασίας
του έτρεχε με υπερβολική ταχύτητα και προκάλεσε ο ίδιος το ατύχημα τότε δεν
μπορεί να χαρακτηριστεί εργατικό. Το ίδιο και αν οδηγούσε υπό την επήρεια μέθης
ή ουσιών ή δεν φορούσε ζώνη ασφαλείας. Ομοίως αν ο εργαζόμενος αντιβαίνοντας
τις αρχές της καλής πίστεως και των χρηστών ηθών εργαζόταν σε απόσταση
μεγαλύτερη των 80 χιλιομέτρων από τον τόπο μόνιμης κατοικίας του, δεν ξεκινούσε
έγκαιρα για να μεταβεί στον εργασιακό χώρο με αποτέλεσμα να αναπτύσσει μεγάλη
ταχύτητα στο δρόμο και σε καθημερινή βάση, διανύοντας μεγαλύτερη απόσταση άρα
και έθετε σε μεγαλύτερο κίνδυνο από τον μέσο εργαζόμενο τον εαυτό του κατά τη
μετάβαση και αποχώρηση από την εργασία του.
Επίσης αν κατά την
εμπειρία του θα μπορούσε να χειριστεί καλύτερα ένα μεταφορικό μέσο και να
αποφύγει μικρούς κινδύνους που όφειλε και μπορούσε και δεν το έπραξε. Τέλος αν
δόθηκαν οδηγίες από τον εργοδότη πώς να χειριστεί ένα όχημα καθώς και για το
φορτίο του και δεν τις έλαβε υπ’ όψιν του τότε δεν μπορεί να χαρακτηριστεί το
τροχαίο ατύχημα ως εργατικό και όλοι αυτοί οι παράγοντες είναι κατά του
εργαζόμενου-ασφαλισμένου και ευνοούν τον εργοδότη ως προς την αξίωση
αποζημίωσης από τον εργαζόμενο.
Πιο συγκεκριμένα στο
παρελθόν εκδόθηκαν δύο αποφάσεις του Αρείου Πάγου που δημιουργούν δικαστικό
προηγούμενο και αναγνωρίζουν συνυπαιτιότητα σε εργαζόμενο
Μια από τις κατωτέρω περιπτώσεις είχε τραγική κατάληξη διότι ο εργαζόμενος απεβίωσε.
Η πρώτη περίπτωση αφορά οδηγό φορτηγού ψυγείου ο οποίος κατά την διάρκεια ελιγμού έπεσε στο στηθαίο του αυτοκινητόδρομου με αποτέλεσμα να προκληθεί πυρκαγιά και να καταστραφεί μεγάλο μέρος του οχήματος και ολοκληρωτικά το φορτίο. Το δικαστήριο απέδωσε 99% υπαιτιότητα στον οδηγό. Το δικαστήριο δεν πείστηκε ότι για το ατύχημα μέρος της ευθύνης οφείλεται στην φθορά των ελαστικών. Επίσης δεν δέχτηκε ότι το ατύχημα είναι μέρος του επιχειρηματικού κινδύνου που αναλαμβάνει ο εργοδότης και ότι ο οδηγός, ως έμπειρος επαγγελματίας είχε την αποκλειστική ευθύνη.
Η δεύτερη περίπτωση αφορά οδηγό, ο
οποίος έχασε την ζωή του όταν το όχημα που οδηγούσε έπεσε σε χαράδρα. Σ' αυτήν,
ένας 41χρονος οδηγός έχασε τη ζωή του το Δεκέμβρη του 2006, ενώ εκτελούσε
δρομολόγιο από το Ζάκρο Καρδίτσας στον Ταύρο Αττικής, μεταφέροντας γάλα. Το
όχημα εξετράπη της πορείας του και έπεσε σε γκρεμό, με αποτέλεσμα ο οδηγός, που
μόλις είχε προσληφθεί στη συγκεκριμένη εταιρεία, να βρει ακαριαίο θάνατο. Οι
οικείοι του διεκδίκησαν αποζημίωση διότι ο εργαζόμενος εργαζόταν σε υπερωρία
αλλά ο Α.Π. απέρριψε την απόφαση του Εφετείου που απέδιδε μόνο 40% υπαιτιότητα
στον οδηγό, λόγω του ότι δεν φορούσε ζώνη ασφαλείας. Θεώρησαν ότι το ζήτημα της
υπερωρίας δεν συνετέλεσε στο ατύχημα διότι ο εργαζόμενος είχε άδεια 4 ημέρες
πριν από το ατύχημα.
Ωστόσο σε άλλες περιπτώσεις ένα τροχαίο ατύχημα που λαμβάνει χώρα κατά τη διάρκεια εργασίας του εργαζόμενου ή κατά τη μετάβαση ή την επιστροφή του από αυτή δύναται να χαρακτηριστεί ως εργατικό ιδίως μετά την έκδοση της ως άνω απόφασης 8452/2020 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Ειδικότερα, αν αποδειχθεί ότι ο εργαζόμενος δεν συνετέλεσε με δική του ευθύνη ή δικό του πταίσμα στο συμβάν ή αν ο εργαζόμενος έλαβε όλα τα μέτρα ή επέδειξε τη δέουσα προσοχή κατά την οδήγηση του οχήματος ή αν αποδειχθεί ότι ο εργοδότης του διέθεσε όχημα με βλάβες λ.χ στα ελαστικά και δεν τον ενημέρωσε γι’ αυτές ή δεν του έδωσε σαφείς και συγκεκριμένες οδηγίες ως προς την ορθή μεταφορά των εμπορευμάτων ή των εύφλεκτων υλικών.
Ο χαρακτηρισμός τροχαίου ατυχήματος ή δυστυχήματος ως εργατικού έχει πρακτική σημασία, γιατί από αυτόν τον χαρακτηρισμό εξαρτάται αν ο εργοδότης είναι υπόχρεος αποζημίωσης κατά τις διατάξεις του Αστικού Δικαίου(άρθρα 914επ. Α.Κ) και της εργατικής νομοθεσίας. Σε περίπτωση που το τροχαίο χαρακτηριστεί εργατικό ατύχημα μπορεί να επιδικαστεί στον εργαζόμενο αποζημίωση και από τον εργοδότη μεταξύ των άλλων υπόχρεων. Αν το τροχαίο ατύχημα δεν χαρακτηριστεί εργατικό τότε ο εργαζόμενος δεν δικαιούται αποζημίωσης από τον εργοδότη του αλλά ανάλογα τις εκάστοτε συνθήκες του ατυχήματος και το αν και κατά πόσο ευθύνεται ο ίδιος ή όχι στην πρόκλησή του, μπορεί να στραφεί κατά της ασφαλιστικής εταιρίας που είναι ασφαλισμένος ή κατά του υπαιτίου ή της ασφαλιστικής εταιρίας του υπαιτίου του ατυχήματος ή δυστυχήματος (οι συγγενείς του στην τελευταία περίπτωση).
Λ.χ τροχαίο ατύχημα που συντελείται με εταιρικό όχημα του εργοδότη αλλά λαμβάνει χώρα εκτός των ωραρίων εργασίας του εργαζομένου δεν χαρακτηρίζεται εργατικό και η αποζημίωση διεκδικείται από τους υπαιτίους του τροχαίου ατυχήματος ή δυστυχήματος. Επίσης στη περίπτωση που εργαζόμενοι διαμένουν αρκετά μακριά από τον τόπο εργασίας τους λ.χ σε τόπο άνω των 70 80 χιλιομέτρων , εκτίθενται καθημερινά σε οδήγηση μιας απόστασης μεγάλης και με κινδύνους, δύσκολα θα μπορέσουν να θεμελιώσουν ευθύνη αποζημίωσης κατά του εργοδότη αν προκληθεί τροχαίο ατύχημα, από τη στιγμή που διαμένουν σε μέρος μακρινό από τον τόπο όπου εργάζονται και δεν μισθώνουν οικία σε μέρος εγγύτερο, αν υπάρχει αυτή τη δυνατότητα, τότε αποδέχονται και τους όποιους κινδύνους εκθέτουν εαυτούς. Μπορούν να αξιώσουν αποζημίωση μόνο κατά του υπαιτίου του ατυχήματος και των ασφαλιστικών εταιριών.
Εν κατακλείδι, ο χαρακτηρισμός τροχαίου ατυχήματος (ή δυστυχήματος) ως εργατικού ατυχήματος έχει μεγάλη σημασία για το αν θα μπορεί ο παθών ή οι συγγενείς του να στραφούν ή όχι κατά του εργοδότη και να τους επιδικαστεί αποζημίωση και από αυτόν για το εν λόγω συμβάν και για τις βλάβες που προκλήθηκαν στην υγεία του παθόντος. Η αποδεικτική διαδικασία δεν είναι πάντοτε ευχερής και θα πρέπει στο δικαστήριο να προσκομισθούν όλα τα απαραίτητα στοιχεία και μαρτυρίες προκειμένου να αποδειχθεί η αιτιώδης συνάφεια μεταξύ του τροχαίου ατυχήματος ή δυστυχήματος και της εργασίας και να αποδειχθεί αν ο τόπος και ο χρόνος του ατυχήματος συναρτάται με ενάσκηση εργασιακών καθηκόντων.
Τέλος, θα πρέπει να αποδειχθούν συγκεκριμένα και ορισμένα, λάθη και παραλείψεις των εργοδοτών που συνετέλεσαν κρίσιμα και ουσιαστικά στην πρόκληση του τροχαίου ατυχήματος ή δυστυχήματος. Η πολύωρη εργασία επαγγελματιών οδηγών χωρίς ανάπαυση και η παράβαση της εργατικής νομοθεσίας ως προς τα ωράρια των εργαζομένων είναι σημαντικός παράγοντας ευθύνης εργοδοτών για τροχαία ατυχήματα κατά τη μεταφορά προϊόντων.
Ο Ηρακλής Μουράβας είναι δικηγόρος Βόλου, απόφοιτος Νομικής
σχολής Α.Π.Θ , κάτοχος μεταπτυχιακών διπλωμάτων ειδίκευσης Εμπορικού και
Αστικού δικαίου Δ.Π.Θ.
Διαβάστε την αρθρογραφία του Ηρακλή Μουράβα εδώ
Σχόλια