Αναστολή καθηκόντων δημοσίων υπαλλήλων λόγω μη τήρησης υποχρέωσης εμβολιασμού: Μη καταβολή αποδοχών ή περικοπή του 1/2 ;

του Γιώργου Καζολέα, δικηγόρου

Το άρθρο 206 ν.4820/2021 καθιερώνει την υποχρεωτικότητα του εμβολίου για τον Covid19 για συγκεκριμένη μερίδα εργαζομένων. Στην παράγραφο 6 της αμφιβόλου συνταγματικότητας διάταξης καθορίζονται οι συνέπειες στην περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης εμβολιασμού. Στην περίπτωση α) προβλέπεται: «Ειδικώς στην περίπτωση εργαζομένων των παρ. 1 και 2 σε φορείς του δημοσίου τομέα, υπό την έννοια της περ. (α) της παρ. 1 του άρθρου 14 του ν. 4270/2014 (Α’ 143), με απόφαση του επικεφαλής του Φορέα επιβάλλεται, κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης, το ειδικό διοικητικό μέτρο της αναστολής καθηκόντων για επιτακτικούς λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας. Κατά τον χρόνο αναστολής καθηκόντων, ο οποίος δεν λογίζεται ως χρόνος πραγματικής δημόσιας υπηρεσίας, δεν καταβάλλονται αποδοχές. Με τη συμπλήρωση δεκατεσσάρων (14) ημερών από την ολοκλήρωση του εμβολιασμού, η αναστολή αίρεται με όμοια απόφαση».

Το μέτρο της αναστολής καθηκόντων αποτελεί μέρος του πειθαρχικού δικαίου των δημοσίων υπαλλήλων, όπως αυτό προβλέπεται στο Ν.3528/2007 (Υπαλληλικός Κώδικας) και στο Ν.3584/2007 (Κώδικας Κατάστασης Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων), όπως οι νόμοι αυτοί έχουν αντικατασταθεί και ισχύουν σήμερα.

Στο Άρθρο 104 (Δυνητική θέση σε αργία - Αναστολή άσκησης καθηκόντων) του Ν.3528/2007 όπως αντικαταστάθηκε με το αρ.3 του 4325/2015 (ΦΕΚ Α' 47/11/05/2015) στην παράγραφο 2 ορίζεται:

«Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος και πριν γνωμοδοτήσει το πειθαρχικό συμβούλιο, μπορεί να επιβληθεί στον υπάλληλο από το ανώτατο μονοπρόσωπο όργανο διοίκησης του φορέα όπου υπηρετεί το μέτρο της αναστολής άσκησης των καθηκόντων του. Μέσα σε τριάντα (30) ημέρες το πειθαρχικό συμβούλιο συνέρχεται και γνωμοδοτεί για τη θέση του υπαλλήλου σε αργία. Η αναστολή άσκησης των καθηκόντων αίρεται αυτοδικαίως, εάν το πειθαρχικό συμβούλιο δεν γνωμοδοτήσει για τη θέση σε αργία εντός της ανωτέρω προθεσμίας».

Με το ίδιο άρθρο αντικαταστάθηκε ως άνω και η παρ.2 του άρθρου 108 του Ν.3584/2007 .

Συνέπεια της αναστολής άσκησης καθηκόντων είναι η καταβολή του ημίσεος των αποδοχών. Αυτό ορίζει ρητά η παράγραφος 2 του άρθρου 105 του ν. 3528/2007 όπως αντικαταστάθηκε με το νόμο 4674/2020 (άρθρο 53 παρ.2 ).:

«Στον υπάλληλο που τελεί σε κατάσταση αργίας ή αναστολής άσκησης καθηκόντων καταβάλλεται το ήμισυ των αποδοχών του. Το υπόλοιπο ή μέρος αυτού μπορεί να αποδοθεί σε αυτόν, μετά από ειδικά αιτιολογημένη απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου, εφόσον απαλλαγεί με τελεσίδικη δικαστική απόφαση ή τιμωρηθεί με πειθαρχική ποινή κατώτερη από την οριστική παύση. Εάν ο υπάλληλος απαλλαγεί από κάθε πειθαρχική ευθύνη ή αποδειχθεί αβάσιμη η υπόνοια για έκνομη διαχείριση, επιστρέφεται το μέρος των αποδοχών που παρακρατήθηκε. Ειδικά στην περίπτωση αναστολής άσκησης καθηκόντων το μέρος των αποδοχών που παρακρατήθηκε κατά τη διάρκεια αυτής επιστρέφεται σε περίπτωση που ο υπάλληλος δεν τεθεί σε δυνητική αργία σύμφωνα με την παράγραφο 2 του άρθρου 104.»

Το ίδιο ισχύει και για τον Κώδικα Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων (παράγραφος 2 του άρθρου 109 του ν. 3584/2007).

Σημειώνεται μάλιστα, ότι πριν τη ρύθμιση του θέματος με το Ν.4674/2020, δεν προβλεπόταν καν περικοπή του μισού μισθού για την περίπτωση της αναστολής καθηκόντων με βάση τον Υπαλληλικό Κώδικα. Σχετική είναι η υπ’ αρ. 244/2015 Γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, στην οποία συμπεραινόταν ότι εν προκειμένω δεν υπήρχε νομοθετικό κενό, αλλά σαφής έκφραση βουλήσεως του νομοθέτη, να προβεί σε κατάργηση της περικοπής αποδοχών για τους υπαλλήλους που τελούν σε αναστολή άσκησης καθηκόντων και να τη διατηρήσει αποκλειστικά και μόνο για τους υπαλλήλους που τελούν σε κατάσταση αργίας.

Με βάση τα παραπάνω , σε όσους εργαζόμενους επιβληθεί το διοικητικό μέτρο της αναστολής καθηκόντων κατά το άρθρο 202 ν.4820/2021 παρ.6 α’ , αυτοί δικαιούνται καταβολή του ½ των αποδοχών τους κατά το διάστημα της αναστολής και όχι να αποστερηθούν πλήρως τις αποδοχές τους. Η δε διατύπωση «κατά παρέκκλιση κάθε άλλης γενικής ή ειδικής διάταξης», όπως είναι ενταγμένη στο κείμενο, αναφέρεται στην επιβολή του ειδικού διοικητικού μέτρου της αναστολής καθηκόντων για επιτακτικούς λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας και όχι στην πλήρη αποστέρηση του μισθού, για την οποία γίνεται αναφορά στο επόμενο εδάφιο της διάταξης.

Επομένως η πλήρης περικοπή αποδοχών που προβλέπεται στο άρθρο 202 του ν.4820/2021 έρχεται σε αντίθεση με τις παραπάνω διατάξεις του δημοσιοϋπαλληλικού πειθαρχικού δικαίου και συνιστά επαχθέστερη ποινή για το ίδιο διοικητικό μέτρο, παραβιάζοντας την συνταγματική αρχή της ισότητας.

Δείτε την αρθρογραφία του Γιώργου Καζολέα εδώ

Σχόλια