Πανδημία Covid-19: Κορεσμός συστήματος υγείας και ποινική ευθύνη ιατρικού προσωπικού κατά την επιλογή ασθενών που θα νοσηλευτούν
της Κατερίνας Σοφοκλέους, δικηγόρου*
Όταν ξέσπασε η πανδημία βρισκόμουν για μεταπτυχιακό στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, όπου και εκπόνησα την μεταπτυχιακή μου διατριβή με θέμα «Coronavirus Crisis: The Tension Between the Criminal and Moral Values, Deciding the Criminal Liability of Doctors.» Η εν λόγω διατριβή βρίσκεται στη διαδικασία έκδοσης της. Θέμα της εν λόγω διατριβής ήταν ακριβώς η ποινική ευθύνη του νοσηλευτικού προσωπικού κατά την επιλογή των προσώπων, που κατά προτεραιότητα θα νοσηλεύονταν στην περίπτωση κορεσμού του συστήματος υγείας, πράγμα που σκοπεύω, περιληπτικά, να αναφέρω στο παρόν άρθρο.
Αφορμή του παρόντος άρθρου είναι δημοσίευμα που αφορά την Ελληνική επικράτεια. Συγκεκριμένα, στην Θεσσαλονίκη βρέθηκε σε δίλημμα στο να επιλέξει μεταξύ ενός 22χρονου με λευχαιμία που χρειαζόταν νοσηλεία και ενός 67χρονου ανεμβολίαστου προσώπου με κορονοιό. Σε κάθε περίπτωση από την αρχή της πανδημίας μέχρι και σήμερα προκύπτει και μπορεί κάποιος λογικός άνθρωπος να προβλέψει ότι σε κάποια στιγμή μπορεί το σύστημα υγεία να κορεστεί σε βαθμό που να χρειάζεται επιλογή, και όταν μιλάμε για επιλογή, μιλάμε για επιλογή μεταξύ ζωών. Η ηθική και δεοντολογική σκοπιά της ιατρικής δεν θα απασχολήσει το παρόν άρθρο αλλά, ως αναλύεται και στην διατριβή, αυτό που απασχολεί είναι η ποινική ευθύνη του γιατρού και σε ποια περίπτωση μπορεί ένα γιατρός που έχει ευθύνη να διαλέξει μεταξύ ζωών, ποια ζωή θα τεθεί σε προτεραιότητα, με ποια κριτήρια και αν αυτά τα κριτήρια είναι ποινικώς, ορθά.
Αρχικά να αναφερθεί ότι σε διάφορες χώρες της Ευρώπης υιοθετήθηκαν κατευθυντήριες γραμμές και οδηγίες που να καθοδηγούν το νοσηλευτικό προσωπικό για την επιλογή που θα πρέπει να κάνουν. Ωστόσο, κατά την μελέτη των εν λόγω αρχών καταδεικνύεται μία αντίθεση μεταξύ των αρχών αυτών, με την θεωρία του ποινικού δικαίου.
Είναι ξεκάθαρο και αναλύοντας τις αρχές που υιοθετήθηκαν για να καθοδηγήσουν τους γιατρούς, ακολουθούν την ωφελιμιστική θεωρία για την ανθρώπινη ζωή. Στα πλαίσια του παρόντος άρθρου θα συνοψίσω τις βασικές αρχές που ισχύουν στις κυριότερες χώρες, ήτοι Ιταλία, Ισπανία, ΗΠΑ και Αγγλία. Τα έγγραφα αυτά εστιάζουν και έχουν ως βασικό εργαλείο την ηλικία. Συγκεκριμένα, η βασική αρχή είναι να εξοικονομηθούν οι περιορισμένοι πόροι για εκείνους "που έχουν πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα επιβίωσης και προσδόκιμου ζωής, προκειμένου να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη για τον μεγαλύτερο αριθμό ανθρώπων." Η συνολική αντίληψη είναι ότι οι διαθέσιμοι πόροι θα πρέπει να χρησιμοποιούνται με τρόπο ώστε να μεγιστοποιείται η χρήση τους. Από ιατρικής σκοπιάς σκοπός είναι η αύξηση των ωφελειών από την εκμετάλλευση των ιατρικών πόρων. Με απλά λόγια, είναι επιτυχία και ηθικά ορθό να ζήσουν όσο το δυνατό περισσότεροι άνθρωποι με μεγαλύτερη προοπτική ζωής. Φαίνεται, ότι στην εξισορρόπηση, ένας 22χρονος θα προτιμηθεί σε σχέση με έναν μεγαλύτερο καθώς, εκ πρώτης όψεως ο 22χρονος έχει περισσότερη προοπτική στη ζωή και επίσης λογικά, με την νοσηλεία του θα θεραπευτεί πιο γρήγορα με αποτέλεσμα να αδειάσει πολύ πιο εύκολα και γρήγορα ο χώρος στην ΜΕΘ.
Ωστόσο, η νομική αντίληψη και πλευρά για την ανθρώπινη ζωή είναι εντελώς διαφορετική, καθώς δεν βασίζεται στην ωφελιμιστική θεωρία αλλά στην δεοντολογική θεωρία για την ανθρώπινη ζωή. Η ωφελιμιστική σκοπιά του ποινικού δικαίου και ο τρόπος που αντιμετωπίζεται η ανθρώπινη ζωή διαφαίνεται μέσα από θεμελιώδεις αποφάσεις που ανέδειξαν την βασική αρχή ότι η ποσοτική και ποιοτική διαβάθμιση τα ζωής δεν μπορεί να υφίσταται στα πλαίσια του δικαίου. Κατά το ποινικό δίκαιο, δεν δικαιολογείται η πράξη επιλογής των 5 ζωών και να πεθάνει η 1 ούτε να επιλεγεί ο υγιής σε σχέση με τον άρρωστο, ο οποίος δεν έχεις προοπτική να ζήσει. Όλες οι ανθρώπινες ζωές έχουν ίση αξία ανεξαρτήτως ποσότητας και ποιότητας. Οι βασικές αποφάσεις που έχουν καθορίσει την πιο πάνω αρχή είναι η Holmes, Regina v Dudley & Stephens και η ReA (conjoined twins case).
Στην περίπτωση της πανδημίας το αδίκημα που εξετάζεται είναι η ανθρωποκτονίας. Κατά την πανδημία, το ιατρικό προσωπικό μπορεί να αντιμετωπίσει το αδίκημα αυτό αλλά το ερώτημα είναι το κατά πόσο μπορεί να εφαρμοστεί η υπεράσπιση του «necessity»/ κατάσταση ανάγκης. Η υπεράσπιση αυτή μπορεί να εφαρμοστεί όταν ένα πρόσωπο βρίσκεται σε μία κατάσταση ανάγκης και επιλέγει το λιγότερο δυνατό κακό.[1] Ένα κλασσικό παράδειγμα είναι όταν καίγεται ένα σπίτι και σπάζει κάποιος την πόρτα για να σώσει ένα άνθρωπο. Στην περίπτωση αυτή μπορεί να τελείται το αδίκημα της κακόβουλης ζημιάς σε περιουσίας αλλά το πρόσωπο αυτό μπορεί να επικαλεστεί την εν λόγω υπεράσπιση γιατί το έννομο αγαθό της ζωής που είχε σκοπό να σώσει είναι ιεραρχικά ανώτερο από την καταστροφή της περιουσίας.
Το ζήτημα που συζητείται εδώ είναι πολύ πιο περίπλοκο καθώς στη κατάσταση ανάγκης της πανδημίας υπάρχουν ζωές που, νομικά, έχουν ίση αξία. Είναι έννομα αγαθά ίσης ποιότητας και αξίας και δεν μπορεί κανείς να λάβει υπόψη του χαρακτηριστικά και κριτήρια (ηλικία, αρρώστια, εκπαίδευση, οικονομικά κλπ) που αφορούν την ποσότητα ή την ποιότητα για να θέσουν σε προτεραιότητα κάποιες ζωές σε σχέση με μία άλλη. Γι’ αυτό και η κατάσταση ανάγκης, ως υπεράσπιση για τους γιατρούς, είναι θέμα προς συζήτηση.
Ως εκ τούτου το ερώτημα είναι ένα: Μπορεί να δικαιολογηθεί η πράξη του γιατρού να θέσει σε προτεραιότητα τον νέο σε σχέση με τον γέρο για να σωθούν όσο το δυνατό περισσότερα άτομα; Με άλλα λόγια δικαιολογείται η θυσία ενός ανθρώπου για να σωθούν όσο το δυνατό περισσότεροι; Συνοψίζοντας την νομολογία στις Holmes και Regina v Dudley & Stephens η απάντηση είναι αρνητική. Δεν μπορεί να εφαρμοστεί η υπεράσπιση αυτή καθώς δεν μπορεί να διαβαθμιστεί με κανένα κριτήριο η ανθρώπινη ζωή. Η μόνη εξαίρεση που υπάρχει σε αυτό τον κανόνα είναι η απόφαση ReA, στην οποία η κατάσταση ανάγκης εφαρμόστηκε για τον λόγο ότι η ζωή που θα θυσιαζόταν για την άλλη ήταν εξαρχής καταδικασμένη σε θάνατο με αποτέλεσμα, στην ουσία, οι γιατροί να μην επιλέγουν. Η επιλογή είχε γίνει ήδη και το πρόσωπο ήταν προοριζόμενο με πεθάνει όποια και να ήταν η επιλογή των γιατρών. Αυτή η περίπτωση δεν μπορεί να εφαρμοστεί στα σενάρια της πανδημίας στα οποία οι γιατροί οφείλουν να προβούν σε επιλογή, θετικά. Να επιλέξουν ποιος θα λάβει την θέση στην ΜΕΘ και θα του δοθεί προοπτική και δυνατότητα να ζήσει. Στα πλαίσια της ανάλυσης που γίνεται στη διατριβή γίνεται ανάλυση των αρχών που θα έπρεπε να καθοδηγούν σήμερα τους γιατρούς ώστε να μπορούν αυτοί να μην βρεθούν, ξαφνικά, ενώπιον του νόμου.
Το πιο πάνω θέμα είναι τεράστιο αλλά μπορούμε να καταλήξουμε στο πιο κάτω συμπέρασμα. Κατά την σύγκριση της ιατρικής και της νομικής σκοπιάς καταλήγουμε σε μία ένταση, σύγκρουση η οποία δημιουργεί ένα παράδοξο: οι γιατροί θα μπορούσαν να θεωρηθούν ποινικά υπεύθυνοι, ακόμη και αν ακολουθούν τις κρατικές οδηγίες για επιλογή μεταξύ ζωών. Μέσω μιας καθαρά νομικιστικής αντίληψης, η διαδικασία επιλογής πρέπει να γίνει με διαφορετικά κριτήρια, προκειμένου να ακολουθηθεί η δεοντολογική προοπτική του νόμου για την ανθρώπινη ζωή, η οποία φαίνεται να είναι η πιο δίκαιη. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να αναμένουμε να γινει το λάθος για να βιαστεί ο αρμόδιος θεσμός για να νομοθετήσεις κείμενα που θα δίνουν κάποια ασυλία στους γιατρούς ώστε να αποφευχθεί μία, άδικη, κατά τα άλλα ποινική δίωξη γιατρού. Είναι ένα ζήτημα προς συζήτηση που σε κάθε περίπτωση δεν θα πρέπει να αγνοηθεί. (αναδημοσίευση από το www.cylegalnews.com)
*Η Κατερίνα Σοφοκλέους είναι Δικηγόρος LLM στην Κύπρο, Criminal Law and Criminal Justice, PhD Candidate University of Cyprus
[1]Sally Kyd, Tracey Elliott and Mark Austin Walters, Clarkson & Keating Criminal Law: Text and Materials (9th Ed, Sweet & Maxwell 2017) E4-213< https://uk.westlaw.com/Document/ICACD9E60DD2D11E89E9F84C07F90BF0F/View/FullText.html> accessed 21 May 2020
Σχόλια