Δεν αποτελεί νομικό ζήτημα προς διευκρίνιση το αν η κατεχόμενη βόρεια Κύπρος αποτελεί έδαφος της ΕΕ: Απόφαση Γερμανικού Δικαστηρίου
Το ομοσπονδιακό δημοσιονομικό δικαστήριο της Γερμανίας απέρριψε προσφυγή με την οποία ζητείτο να χορηγηθεί επίδομα για τέκνο που είχε τη διαμονή του στο κατεχόμενο βόρειο τμήμα της Κύπρου. Το Δικαστήριο αρνήθηκε να εξετάσει ως αμφισβητούμενο νομικό ζήτημα το αν τα κατεχόμενα αποτελούν έδαφος της ΕΕ.
Ειδικότερα, τα εμπλεκόμενα μέρη είχαν αντιδικία σχετικά με τη χορήγηση επιδόματος τέκνου για την περίοδο Ιανουαρίου 2019 έως Ιανουαρίου 2020 για το τέκνο (κόρη) της προσφεύγουσας , που γεννήθηκε το 1997.Τον Μάρτιο του 2019, η προσφεύγουσα υπέβαλε αίτηση για επίδομα τέκνου για την κόρη της που σπούδαζε στο βόρειο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου. Με απόφαση της 10ης Ιουλίου 2019, η καθ’ ης δημόσια αρχή και το ταμείο για οικογενειακές παροχές απέρριψαν την αίτηση. Η ένσταση που άσκησε εν συνεχεία η προσφεύγουσα ήταν επίσης ανεπιτυχής (απόφαση επί της ένστασης της 9ης Ιανουαρίου 2020). Το Δημοσιονομικό Δικαστήριο της Γερμανίας (Finanzgericht) απέρριψε την επακόλουθη δικαστική προσφυγή, με την αιτιολογία ότι η κόρη της προσφεύγουσας δεν είχε ούτε κατοικία ούτε συνήθη διαμονή στη Γερμανία ούτε σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) κατά την επίδικη περίοδο.
Η προσφεύγουσα ζητώντας αναθεώρηση της απόφασης και αποδοχή της προσφυγής της, υποστήριξε , μεταξύ άλλων, ότι το ερώτημα αν το κατεχόμενο έδαφος της βόρειας Κύπρου αποτελεί επίσης κράτος μέλος της ΕΕ κατά την έννοια του άρθρου 63 παράγραφος 1 εδάφιο 6 του γερμανικού νόμου περί φόρου εισοδήματος (EStG) είναι θεμελιώδους σημασίας ( σύμφωνα με το άρθρο 115 (2) αριθ. 1 του κανονισμού του δημοσιονομικού δικαστηρίου-FGO-) και η περαιτέρω εξειδίκευση του νόμου απαιτεί απόφαση του Ομοσπονδιακού Δημοσιονομικού Δικαστηρίου (BFH) (§ 115 παρ. 2 αρ. 2 FGO).
Το Δικαστήριο έκρινε την αίτηση αναθεώρησης ως αβάσιμη και την απέρριψε, διαπιστώνοντας τα ακόλουθα:
1. Το υπό κρίση ζήτημα δεν έχει θεμελιώδη σημασία (κατ΄αρθρο 115 (2) Αρ. 1 FGO).
α) Ένα νομικό ζήτημα έχει θεμελιώδη σημασία κατά την έννοια του άρθρου 115 παράγραφος 2 αριθ. 1 FGO εάν το νομικό ζήτημα που συνδέεται με την εκτίμηση της διαφοράς επηρεάζει το συμφέρον του κοινού για την ομοιόμορφη εφαρμογή του δικαίου. Το νομικό ζήτημα πρέπει να χρειάζεται διευκρινίσεις και να μπορεί να διευκρινιστεί στην προβλεπόμενη διαδικασία αναθεώρησης (σταθερή νομολογία, π.χ. απόφαση BFH της 24ης Μαΐου 2012). Ένα νομικό ερώτημα πρέπει να διευκρινιστεί όταν η απάντησή του δημιουργεί αμφιβολίες, έτσι ώστε αρκετές λύσεις να είναι πιθανές (απόφαση BFH της 11.11.2015). Δεν υπάρχει ωστόσο ανάγκη διευκρίνισης, όταν η απάντηση στο νομικό ζήτημα προκύπτει σαφώς από το γράμμα και το πνεύμα του νόμου, ή όταν το νομικό ερώτημα μπορεί να απαντηθεί προφανώς όταν η νομική κατάσταση είναι ξεκάθαρη, όπως έχει κρίνει το δικαστήριο σε προηγούμενες αποφάσεις του.
β) Αυτό συμβαίνει εν προκειμένω, στο βαθμό που η προσφεύγουσα θεωρεί ως θεμελιώδη την ανάγκη διευκρίνισης εάν το βόρειο τμήμα της Κύπρου είναι κράτος μέλος της ΕΕ κατά την έννοια του άρθρου 63 (1) εδ. 6 EStG.
Κατά αδιαμφισβήτητο τρόπο, το Δημοσιονομικό Δικαστήριο δεν θεώρησε το βόρειο τμήμα της νήσου Κύπρου ως κράτος μέλος της ΕΕ κατά την έννοια αυτής της διάταξης.
Σύμφωνα με το αρ. 63, παράγραφος 1, εδ. 6 του νόμου περί φόρου εισοδήματος (EStG), το δικαίωμα σε επίδομα τέκνου προϋποθέτει το παιδί να έχει την κατοικία του ή να έχει τη συνήθη διαμονή του στη Γερμανία ή σε κράτος μέλος της ΕΕ ή σε χώρα στην οποία ισχύει συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο.
Η διατύπωση «κράτος μέλος» δείχνει ότι η ένταξη του κράτους στην ΕΕ αποτελεί προϋπόθεση και, αντίθετα με την άποψη της προσφεύγουσας, δεν έχει σημασία μόνο το εδαφικό κριτήριο. Η πράξη προσχώρησης ενός νέου κράτους μέλους βασίζεται ουσιαστικά στη γενική αρχή της άμεσης και πλήρους εφαρμογής των διατάξεων του κοινοτικού δικαίου σε αυτό το κράτος, με αποκλίσεις μόνο στο μέτρο που προβλέπονται ρητά στις μεταβατικές διατάξεις (απόφαση ΔΕΚ της 28 Απριλίου 2009 - C -420/07).
Επομένως, καθοριστικό για τον καθορισμό της ιδιότητας του κράτους μέλους της ΕΕ δεν είναι μόνο το κατά πόσον η περιοχή μπορεί να οριοθετηθεί στο έδαφος της ΕΕ βάσει του διεθνούς δικαίου. Πρέπει να προκύπτει ότι το δίκαιο της ΕΕ (κοινοτικό κεκτημένο) ισχύει στην περιοχή αυτή. Ωστόσο, η εφαρμογή του δικαίου της ΕΕ στο μη αναγνωρισμένο από το διεθνές δίκαιο έδαφος της Βόρειας Κύπρου, εμπίπτει στο πρωτόκολλο αριθ. 10 για την Κύπρο της συνθήκης για τους όρους προσχώρησης της Τσεχικής Δημοκρατίας, της Δημοκρατίας της Εσθονίας, της Δημοκρατίας της Κύπρου, της Δημοκρατίας της Λετονίας, της Δημοκρατίας της Λιθουανίας, της Δημοκρατίας της Ουγγαρίας, της Δημοκρατίας της Μάλτας, της Δημοκρατίας της Πολωνίας, της Δημοκρατίας της Σλοβενίας και της Σλοβακικής Δημοκρατίας και στις τροποποιήσεις των συνθηκών για τις οποίες ιδρύεται η Ευρωπαϊκή Ένωση (Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2003, Αρ. L 236, σελ. 955) και αναστέλλεται εφόσον η Κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο σε αυτό το έδαφος.
Αυτό το πρωτόκολλο καταλήγει στο συμπέρασμα ότι ότι δεν ήταν πλέον δυνατό να βρεθεί πολιτική λύση για το διαιρεμένο νησί πριν από την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ. Το κεκτημένο, το οποίο έχει ανασταλεί εδώ με το πρωτόκολλο, περιλαμβάνει όλες τις νομικές πράξεις που είναι δεσμευτικές για τα κράτη μέλη της ΕΕ. Στην πραγματικότητα, μετά την αποτυχία του δημοψηφίσματος για το Σχέδιο Ανάν στις 24 Απριλίου 2004, το βόρειο τμήμα του νησιού («Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου») δεν προσχώρησε στην ΕΕ. Εφόσον η Κυπριακή Δημοκρατία δεν μπορεί να επιβάλει κυριαρχικές πράξεις στη Βόρεια Κύπρο και συνεπώς επίσης το δίκαιο της ΕΕ, το βόρειο τμήμα της νήσου Κύπρου δεν θεωρείται κράτος μέλος της ΕΕ κατά την έννοια του άρθρου 63 (1) πρόταση 6 EStG.
Επομένως δεν υφίσταται η περίπτωση για ανάγκη περαιτέρω εξειδίκευσης του νόμου και για το λόγο αυτό η αίτηση αναθεώρησης απορρίπτεται. (sis-verlag.de / cylegalnews.com)
Σχόλια