Άρθρο 131
Συνέπειες προσωρινής παύσης - Τροποποίηση της παρ. 4 του άρθρου 53 του Κώδικα Δικηγόρων
Στην παρ. 4 του άρθρου 53 του Κώδικα Δικηγόρων [ν. 4194/2013, (Α’ 208)] προστίθεται τέταρτο εδάφιο και η παρ. 4 του άρθρου 53 διαμορφώνεται ως εξής:
«4. Η Εταιρεία διοικείται από έναν ή περισσότερους διαχειριστές. Διαχειριστής ή διαχειριστές πρέπει να είναι Εταίρος ή Εταίροι. Οι διαχειριστές ορίζονται από το Καταστατικό, ή εκλέγονται, ή επιλέγονται, ανακαλούνται ή παύονται από τη Γενική Συνέλευση των Εταίρων, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο Καταστατικό. Οι ιδιότητες του διαχειριστή και του εταίρου δεν θίγονται από την επιβολή σε αυτούς της πειθαρχικής ποινής της προσωρινής παύσης με απόφαση πειθαρχικού συμβουλίου ή δικαστική.».
Άρθρο 132
Περιπτώσεις καταγραφής των στοιχείων της δικηγορικής Εταιρείας - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 55 του Κώδικα Δικηγόρων
Στην παρ. 1 του άρθρου 55 του Κώδικα περί Δικηγόρων προστίθενται δεύτερο και τρίτο εδάφιο και η παρ. 1 του άρθρου 55 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Οι έγγραφες εντολές των εντολέων - πελατών λογίζεται ότι παρέχονται προς την Εταιρεία ακόμα και αν αυτές απευθύνονται προς Εταίρο ή συνεργάτη της Εταιρείας. Αν ο δικαστικός πληρεξούσιος παρίσταται ως Εταίρος ή συνεργάτης δικηγορικής Εταιρείας, στα στοιχεία της περ. 3 του άρθρου 305 ΚΠολΔ, της περ. γ’ του άρθρου 140 ΚΠΔ και της περ. α’ του άρθρου 190 ΚΔΔ, περιλαμβάνονται μαζί με τα στοιχεία του δικαστικού πληρεξούσιου η επωνυμία και η διεύθυνση της δικηγορικής Εταιρείας. Ομοίως, σε οποιαδήποτε διοικητική, δικαστική ή άλλη διαδικασία κατά την οποία ο δικηγόρος εμφανίζεται ως Εταίρος ή συνεργάτης δικηγορικής Εταιρείας στις σχετικές αποφάσεις, πράξεις ή πρακτικά αναγράφονται και τα στοιχεία της δικηγορικής Εταιρείας.».
Άρθρο 133
Σωρευτική επιβολή ποινών επίπληξης και προστίμου - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 142 του Κώδικα Δικηγόρων
Στην παρ. 1 του άρθρου 142 του Κώδικα Δικηγόρων επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην περ. δ’ πριν τη λέξη «προσωρινή» προστίθεται το οριστικό άρθρο «η», β) αντικαθίσταται το τελευταίο εδάφιο και η παρ. 1 του άρθρου 142 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Οι πειθαρχικές ποινές είναι: α) η σύσταση, β) η επίπληξη, γ) το πρόστιμο από πεντακόσια (500) μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ, δ) η προσωρινή παύση από το δικηγορικό λειτούργημα έως δώδεκα (12) μήνες και ε) η οριστική παύση από το δικηγορικό λειτούργημα. Οι ποινές της επίπληξης και του προστίμου μπορούν να επιβληθούν και σωρευτικά.».
Άρθρο 134
Οριστική παύση δικηγόρου που ανήκει σε δικηγορική Εταιρεία - Τροποποίηση της παρ. 2 άρθρου 145 του Κώδικα Δικηγόρων
Στην παρ. 2 του άρθρου 145 του Κώδικα Δικηγόρων διαγράφονται οι λέξεις «προσωρινής ή» και η παρ. 2 του άρθρου 145 διαμορφώνεται ως εξής:
«2. Σε περίπτωση οριστικής παύσης δικηγόρου που ανήκει σε δικηγορική Εταιρεία, αφαιρείται το όνομά του από την επωνυμία της Εταιρείας.».
Άρθρο 135
Συντονιστής πειθαρχικών τμημάτων - Προσθήκη παρ. 5 στο άρθρο 149 του Κώδικα Δικηγόρων
Στο άρθρο 149 του Κώδικα Δικηγόρων προστίθεται νέα παρ. 5 ως εξής:
«5. Στις περιπτώσεις όπου υφίστανται περισσότερα από τέσσερα (4) πειθαρχικά τμήματα στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, ο Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου που έχει τα περισσότερα μέλη μεταξύ των Δικηγορικών Συλλόγων της Περιφέρειας του οικείου πολιτικού Εφετείου, ορίζει ένα (1) μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου ως Συντονιστή Πειθαρχικών Τμημάτων. Ο Συντονιστής Πειθαρχικών Τμημάτων αναλαμβάνει το έργο της εποπτείας της γραμματείας του Πειθαρχικού Συμβουλίου και του συντονισμού των πειθαρχικών τμημάτων του Πειθαρχικού Συμβουλίου.».
Άρθρο 136
Παραγγελία διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης, χρονική προθεσμία περάτωσης αυτής και ανακοίνωση της ποινικής δίωξης στον οικείο δικηγορικό σύλλογο - Τροποποίηση των παρ. 2, 3 και 7 του άρθρου 152 του Κώδικα Δικηγόρων
Στο άρθρο 152 του Κώδικα Δικηγόρων επέρχονται οι εξής αλλαγές: α) στην παρ. 2 τροποποιούνται αα) το πρώτο και δεύτερο εδάφιο ως προς το αρμόδιο όργανο για την παραγγελία διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης και την αρχειοθέτηση σχετικών αναφορών, αβ) το πρώτο εδάφιο με την προσθήκη δυνατότητας διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης αυτεπάγγελτα, χωρίς την υποβολή αναφοράς, β) στην παρ. 2 προστίθενται νέα εδάφια τρίτο και τέταρτο, γ) το πρώτο εδάφιο της παρ. 3 τροποποιείται ως προς την προθεσμία περάτωσης της προκαταρκτικής εξέτασης, δ) στην παρ. 7 δα) αντικαθίσταται η περ. α’, δβ) στην περ. β’ η λέξη «οφείλουν» αντικαθίσταται από τις λέξεις «έχουν υποχρέωση», οι λέξεις «του πρώτου και του δεύτερου» από τη λέξη «κάθε», προστίθεται η υποχρέωση διαβίβασης αντιγράφων της ποινικής δικογραφίας και το άρθρο 152 διαμορφώνεται ως εξής:
«Άρθρο 152
Προκαταρκτική πειθαρχική εξέταση
1. Προκαταρκτική εξέταση είναι η άτυπη συλλογή και καταγραφή στοιχείων για να διαπιστωθεί η τέλεση πειθαρχικού παραπτώματος και οι συνθήκες τέλεσής του.
2. Ο Πρόεδρος του Πειθαρχικού Συμβουλίου ή ο αρχαιότερος από τους προέδρους των πειθαρχικών τμημάτων στις περιφέρειες όπου λειτουργούν περισσότερα πειθαρχικά τμήματα, ευθύς ως λάβει αναφορά με την οποία καταγγέλλονται πειθαρχικώς επιλήψιμες πράξεις δικηγόρου ή λάβει με οποιονδήποτε τρόπο γνώση από ανακοίνωση δικαστικής ή εν γένει δημόσιας αρχής ή ακόμα και αυτεπάγγελτα, χωρίς την υποβολή αναφοράς, ευθύς μόλις λάβει με οποιονδήποτε τρόπο ίδια γνώση για τέλεση τέτοιων πράξεων, παραγγέλλει τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, την οποία αναθέτει σε μέλος του πειθαρχικού συμβουλίου. Αναφορά για την οποία δεν έχει κατατεθεί το νόμιμο παράβολο, καθώς και αναφορά η οποία δεν στηρίζεται στον νόμο ή είναι προδήλως αβάσιμη κατ’ ουσία ή ανεπίδεκτη οποιασδήποτε εκτίμησης, αρχειοθετείται με απόφαση του Προέδρου του Πειθαρχικού Συμβουλίου ή του αρχαιότερου από τους προέδρους των πειθαρχικών τμημάτων στις περιφέρειες όπου λειτουργούν περισσότερα πειθαρχικά τμήματα. Κατά της απόφασης αυτής δεν χωρεί προσφυγή. Το ύψος του παραβόλου που απαιτείται για το παραδεκτό της αναφοράς, καθορίζεται με απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Δικηγορικού Συλλόγου της έδρας του πειθαρχικού συμβουλίου. Ανώνυμες αναφορές και καταγγελίες δεν λαμβάνονται υπόψη και αρχειοθετούνται αμέσως.
3. Η προκαταρκτική εξέταση περατώνεται εντός δύο (2) μηνών από την ημερομηνία ανάθεσής της, αφού προηγουμένως κληθεί να δώσει εξηγήσεις, γραπτές ή προφορικές, ο κατονομαζόμενος δικηγόρος. Το μέλος του Πειθαρχικού Συμβούλιου που διενεργεί την προκαταρκτική εξέταση, μπορεί να εξετάζει μάρτυρες και να αναζητά κάθε άλλο πρόσφορο νόμιμο αποδεικτικό μέσο.
4. [Έχει καταργηθεί]
5. [Έχει καταργηθεί]
6. Δεν διενεργείται προκαταρκτική εξέταση για πράξεις, για τις οποίες έχει ήδη ασκηθεί ποινική δίωξη για κακούργημα ή πλημμέλημα.
7. α) Ο αρμόδιος εισαγγελέας, σε περίπτωση άσκησης ποινικής δίωξης σε βάρος δικηγόρου για αυτεπάγγελτα διωκόμενο έγκλημα, οφείλει να ανακοινώνει την ποινική δίωξη στον οικείο δικηγορικό σύλλογο. Η ανακοίνωση περιλαμβάνει τις ποινικές διατάξεις για τις οποίες ασκήθηκε η ποινική δίωξη και σε περίληψη τα πραγματικά περιστατικά που συνθέτουν την πράξη και συνοδεύεται υποχρεωτικά από αντίγραφα της οικείας ποινικής δικογραφίας.
β) Οι γραμματείς των δικαστηρίων ή των δικαστικών συμβουλίων έχουν υποχρέωση να διαβιβάζουν στον οικείο δικηγορικό σύλλογο τα παραπεμπτικά ή απαλλακτικά βουλεύματα κάθε βαθμού δικαιοδοσίας, καθώς και τις πρωτόδικες, τελεσίδικες και αμετάκλητες καταδικαστικές ή απαλλακτικές αποφάσεις που αφορούν σε δικηγόρο, μαζί με αντίγραφα της ποινικής δικογραφίας που αφορούν τις σε βάρος του δικηγόρου κατηγορίες.».
Άρθρο 137
Άσκηση πειθαρχικής δίωξης ενώπιον του πειθαρχικού συμβουλίου - Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 153 του Κώδικα Δικηγόρων
Το τελευταίο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 153 του Κώδικα Δικηγόρων (Α’ 208)], περί παραπομπής στο Πειθαρχικό Συμβούλιο υποθέσεων, αν το πειθαρχικό παράπτωμα επισύρει ποινή ανώτερη της αρμοδιότητάς του, απαλείφεται και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Η πειθαρχική δίωξη ασκείται ενώπιον του αρμόδιου Πειθαρχικού Συμβουλίου αποκλειστικά από τον Πρόεδρο του οικείου Δικηγορικού Συλλόγου, εφόσον από την αιτιολογημένη έκθεση της προκαταρκτικής εξέτασης προκύπτουν σοβαρές υπόνοιες ή σαφείς ενδείξεις για διάπραξη πειθαρχικού παραπτώματος από συγκεκριμένο δικηγόρο. Δεν διώκεται πειθαρχικά δικηγόρος εκ μόνης της ιδιότητάς του ως διαχειριστή ή Εταίρου δικηγορικής Εταιρείας για πράξεις ή παραλείψεις αυτής, ως νομικού προσώπου. Στο έγγραφο της πειθαρχικής δίωξης πρέπει να προσδιορίζονται επακριβώς ο τόπος, ο χρόνος και τα πραγματικά περιστατικά που συνιστούν το πειθαρχικό παράπτωμα και ο διωκόμενος δικηγόρος.».
Άρθρο 138
Διεύρυνση του δικαιώματος άσκησης έφεσης κατά επιβληθείσας πειθαρχικής ποινής- Τροποποίηση της παρ. 1 του άρθρου 157 του Κώδικα Δικηγόρων
Στο πρώτο εδάφιο της παρ. 1 του άρθρου 157 του Κώδικα Δικηγόρων απαλείφεται η φράση «πλην της σύστασης ή της επίπληξης» και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:
«1. Ο δικηγόρος στον οποίο επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή, έχει δικαίωμα να ασκήσει έφεση σε προθεσμία ενός (1) μηνός από την επίδοση της απόφασης. Η έφεση ασκείται με κατάθεσή της στη γραμματεία του Πειθαρχικού Συμβούλιου, που εξέδωσε την απόφαση που προσβάλλεται. Για την άσκηση της έφεσης συντάσσεται έκθεση. Η προθεσμία για την άσκηση της έφεσης και η άσκησή της δεν έχουν ανασταλτική δύναμη, εκτός εάν στην απόφαση ορίζεται διαφορετικά.».
Σχόλια