Καταδίκη της Ελλάδας από το ΕΔΔΑ: Πατέρας υπέστη διάκριση με την επιβολή δικαστικής απόφασης περί πατρότητας
Ο προσφεύγων παραπονέθηκε ότι το ελληνικό δίκαιο δεν του είχε δώσει την ευκαιρία να αναγνωρίσει οικειοθελώς την πατρότητα της κόρης του και ότι αυτό είχε ως συνέπεια τον περιορισμό της γονικής του μέριμνας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της υπόθεσης, τον Ιανουάριο του 2008 το Πρωτοδικείο Αθηνών διέταξε τη διενέργεια εξέτασης DNA, με την οποία διαπιστώθηκε η πατρότητα του προσφεύγοντος. Στη συνέχεια ο πατέρας κάλεσε την μητέρα του παιδιού τους τον Μάιο του 2008 να πάει ενώπιον συμβολαιογράφου για την αναγνώριση της πατρότητας. Από τη δικογραφία προκύπτει ότι η μητερα δεν εμφανίστηκε.
Τον Ιανουάριο του 2010 το Πρωτοδικείο Αθηνών έκρινε ότι ο προσφεύγων ήταν ο πατέρας του παιδιού.Ο προσφεύγων άσκησε έφεση, δηλώνοντας ότι είχε γνωστοποιήσει στη μητέρα την πρόθεσή του να αναγνωρίσει την πατρότητα του παιδιού οικειοθελώς χωρίς προσφυγή στα δικαστήρια. Η έφεσή του απορρίφθηκε.
Τον Απρίλιο του 2016, αίτηση αναίρεσης επί νομικών ζητημάτων από τον προσφεύγοντα στον Αρειο Παγο απορρίφθηκε με την αιτιολογία ότι τα συμφέροντά του δεν επηρεάστηκαν αρνητικά.
Στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο ο πατέρας ισχυρίστηκε ότι δεν του δόθηκε η ευκαιρία να κάνει εκούσια αναγνώριση της πατρότητας της κόρης του και ότι αυτό είχε ως συνέπεια να περιορισθεί η άσκηση της γονικής του μέριμνας. Υποστήριξε ότι η γονική μέριμνα θα ήταν "πλήρης" μόνο αν η πατρότητα είχε αναγνωρισθεί οικειοθελώς και ότι μια δικαστική απόφαση, στην οποία ο ίδιος είχε αντιταχθεί, δεν θα του επέτρεπε να ασκήσει τη γονική μέριμνα εκτός εάν συμφωνήσουν και οι δύο γονείς.
Το ΕΔΔΑ παρατήρησε ότι το εθνικό δίκαιο δεν είχε επιτρέψει στον προσφεύγοντα κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών να ασκήσει τη γονική μέριμνα ακόμη και όταν κάτι τέτοιο θα ήταν προς το συμφέρον του παιδιού. Ούτε είχε καταστεί δυνατό για αυτόν να λάβει δικαστική απόφαση με την οποία να μπορεί να ξεπεράσει την άρνηση συγκατάθεσης της μητέρα για την από κοινού γονική μέριμνα, παρόλο που αυτή δεν είχε αρνηθεί την πατρότητα του.
Κατά την άποψη του Δικαστηρίου, η κυβέρνηση δεν είχε εξηγήσει επαρκώς γιατί ήταν απαραίτητο, κατά τον χρόνο των πραγματικών περιστατικών, το εθνικό δίκαιο να ορίσει μια τέτοια διαφορετική μεταχείριση μεταξύ των πατέρων και των μητέρων των παιδιών που γεννήθηκαν εκτός γάμου και των παιδιών που γεννήθηκαν εντός γάμου. Το Δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρχε εύλογη σχέση αναλογικότητας μεταξύ του αποκλεισμού της άσκησης της γονικής μέριμνας από τον πατέρα και του επιδιωκόμενου σκοπού που ήταν η προστασία των συμφερόντων των παιδιών που γεννήθηκαν εκτός γάμου.
Το Δικαστήριο σημείωσε ακόμα ότι η διαδικασία διήρκεσε εννέα χρόνια και τέσσερις μήνες και ότι τα επιχειρήματα που προέβαλε η ελληνική πλευρά δεν μπορούσαν να εξηγήσουν μια τέτοια καθυστέρηση. Έχοντας υπόψη τη θετική υποχρέωση για άσκηση εξαιρετικής πρόνοιας σε τέτοιες υποθέσεις, το Δικαστήριο έκρινε ότι η παρέλευση αυτού του χρονικού διαστήματος δεν μπορούσε να θεωρηθεί εύλογη.
Με το σκεπτικό αυτό το δικαστήριο επιδίκασε στον προσφεύγοντα 9800 ευρώ για ηθική βλάβη και 1000 ευρώ για δικαστικά έξοδα. (πηγή:EΔΔΑ)
Σχόλια