Του Βαγγέλη Ζαφειριάδη, Νομικού
Το 1926 συγκρούσθηκαν στην ανοιχτή θάλασσα στο Βόρειο Αιγαίο και εν προκειμένω στη Λέσβο, το γαλλικό εμπορικό πλοίο Lotus και το τουρκικό εμπορικό πλοίο Boz-Kourt με αποτέλεσμα την καταβύθιση του τελευταίου παρασύροντας στο βυθό 14 μέλη, που είχε ως συνέπεια να παρασυρθούν 14 μέλη του Boz-Kourt και να θανατωθούν 8 τούρκοι. Όταν το Lotus κατέπλευσε στο λιμένα της Κωνσταντινούπολης, οι τουρκικές αρχές έθεσαν σε κίνηση μια ποινική διαδικασία κατά των μελών του πληρώματος του και επακολούθησε καταδίκη για ανθρωποκτονία από αμέλεια. Κατά την άποψη της Γαλλίας δεν υφίστατο το απαραίτητο κατά το διεθνές δίκαιο νομιμοποιητικό συνδετικό στοιχείο1 για την άσκηση της ρυθμιστικής και διαδικαστικής εξουσίας σχετικά με το ανωτέρω συμβάν που έλαβε χώρα στην ανοιχτή θάλασσα και η δυνατότητα άσκησης ποινικής δίωξης κατά των μελών του πληρώματος του Lotus ανήκε στη δικαιοδοσία της Γαλλίας, ως κράτος σημαίας του πλοίου. Η γαλλική κυβέρνηση αμφισβήτησε την αρμοδιότητα των τουρκικών δικαστηρίων και το ζήτημα παραπέμφθηκε στο ΔΔ με το ερώτημα αν με την άσκηση ποινικής δικαιοδοσίας απέναντι στο Γάλλο υποπλοίαρχο για αδίκημα που διαπράχθηκε στην ανοιχτή θάλασσα, η Τουρκία είχε παραβιάσει το διεθνές δίκαιο. Η γαλλική κυβέρνηση υποστήριξε ότι το διεθνές δίκαιο εξασφαλίζει αποκλειστική δικαιοδοσία του κράτους της σημαίας σε περίπτωση αδικήματος που διαπράττεται στην ανοιχτή θάλασσα. Κατά συνέπεια, η Τουρκία δεν μπορούσε να ασκήσει ποινική δικαιοδοσία λόγω της σύγκρουσης των δύο πλοίων. Ο Γάλλος υποπλοίαρχος έπρεπε να παραπεμφθεί και να δικαστεί μόνο από τα γαλλικά δικαστήρια.
Το Διαρκές Διεθνές Δικαστήριο διερωτήθηκε αν υπάρχει κανόνας του διεθνούς δικαίου που να απαγορεύει την ποινική δικαιοδοσία ενός κράτους έναντι ξένου πλοίου στην ανοιχτή θάλασσα, στην περίπτωση που υπήκοός του έχει υποστεί ζημία2. Διαπίστωσε βάσει της αρχής των συνεπειών3 ότι υπήρχε η απαραίτητη βάση για την επέκταση της τουρκικής ποινικής εξουσίας στο συμβάν της σύγκρουσης των δύο πλοίων, απορρίπτοντας έτσι την πρόταση της Γαλλίας. Μολονότι το δικαστήριο θεμελίωσε τη δικαιοδοσία του στο γεγονός ότι η πράξη στρεφόταν κατά τούρκων πολιτών, χωρίς να πάρει θέση στην τουρκική άποψη, έκρινε ότι η δικαιοδοσία του δικαστηρίου μπορούσε να θεμελιωθεί στο ότι το αποτέλεσμα της συμπεριφοράς του γάλλου ναυτικού πραγματώθηκε σε τουρκικό πλοίο το οποίο κατά το διεθνές δίκαιο <<εξομοιούται>> με τουρκικό έδαφος4. Το Δικαστήριο αναρωτήθηκε, επιπλέον, σε ποιο βαθμό μια αρνητική ενέργεια, δηλαδή η αποχή από την άσκηση ποινικής δικαιοδοσίας στην ανοιχτή θάλασσα κατά ξένων πλοίων δημιούργησε απαγορευτικό εθιμικό κανόνα5. Τόνισε πως η αποχή θα μπορούσε να συνιστά υποχρέωση μόνο αν υπήρχε εθιμικός κανόνας δικαίου. Το Διαρκές Διεθνές Δικαστήριο με απόφαση του, στις 27 Σεπτεμβρίου 1927, έκρινε ότι η Τουρκία είχε συντρέχουσα δικαιοδοσία, με το σκεπτικό ότι η σύγκρουση είχε λάβει χώρα στο τουρκικό πλοίο και ότι συνεπώς δικαιούται να συλλάβει και να δικάσει τον υποπλοίαρχο του γαλλικού εμπορικού, ο οποίος ήταν υπεύθυνος στη γέφυρα την ώρα του ατυχήματος, δικαιώνοντας την Τουρκία. Εν τέλει, ο υπεύθυνος γάλλος αξιωματικός καταδικάστηκε στην Κωνσταντινούπολη για ανθρωποκτονίες εξ αμελείας.
Η απόφαση αυτή του δικαστηρίου ανατράπηκε με τη Σύμβαση των Βρυξελλών περί προστασίας της ανθρώπινης ζωής στην ανοικτή θάλασσα (10-5-1952), η οποία καθιερώνει την αποκλειστική δικαιοδοσία του κράτους της σημαίας, καθώς και τη συντρέχουσα δικαιοδοσία του κράτους της ιθαγένειας του υπαιτίου της σύγκρουσης (άρθρο 97 Συμβάσεως 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας)6.
Η υπόθεση Lotus έδωσε αφορμή στο Διαρκές Διεθνές Δικαστήριο να εξαγγείλει την επικίνδυνη θεωρία πως, όταν δεν υπάρχει κανόνας του διεθνούς δικαίου που να ρυθμίζει συγκεκριμένη συμπεριφορά, το κενό μπορεί να καλύπτεται από την εσωτερική νομοθεσία ενός κράτους7. Άρα το κράτος μπορεί να προβλέπει και να τιμωρεί αδικήματα που πραγματοποιούνται στην ανοιχτή θάλασσα από ξένα εμπορικά πλοία.
Είναι γενικώς παραδεδεγμένο ότι, σε περίπτωση σύγκρουσης πλοίων στην ανοιχτή θάλασσα, η αρχή της ενότητας του ΠΚ 16 κάμπτεται και ο τόπος τέλεσης προσδιορίζεται βάσει της θεωρίας της συμπεριφοράς. Σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 της διεθνούς σύμβασης των Βρυξελλών, στην περίπτωση αυτή η ποινική ή πειθαρχική δίωξη είναι δυνατόν να ασκηθεί μόνο ενώπιον των δικαστικών ή διοικητικών αρχών του κράτους τη σημαία του οποίου έφερε, κατά το χρόνο της σύγκρουσης, το πλοίο όπου υπηρετούσε ο υπαίτιος, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη ο τόπος επέλευσης του αποτελέσματος (αρχή της ελευθερίας των θαλασσών και αποκλειστικής κυριαρχίας του κράτους σημαίας στα πλοία του στην ανοιχτή θάλασσα8). Βεβαίως, δεν αποκλείεται συντρέχουσα αρμοδιότητα του κράτους, του οποίου την ιθαγένεια έχει ο υπαίτιος.
Στην περίπτωση της υπόθεσης Lotus, τέλος, συζητήθηκε ενώπιον του Διαρκούς Διεθνούς Δικαστηρίου και η αρχή της παθητικής προσωπικότητας, χωρίς όμως να συνηγορήσουν οι δικαστές υπέρ της εφαρμογής της9.
Δείτε την αρθρογραφία του Β.Ζαφειριάδη εδώ
------------------------------
1 Χ. Σατλάνης, Η ποινική δικαιοδοσία της Ελλάδας ως παράκτιου κράτους κατά το ισχύον Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας, σελ.8.
2 Ε. Ρούκουνας, Διεθνές Δίκαιο, Σχέσεις διεθνούς και εσωτερικού δικαίου, Τρόποι παραγωγής του διεθνούς δικαίου, γ’ έκδοση, Αντ. Ν. Σάκκουλας, σελ. 96.
3 Χ. Σατλάνης, ό.π.
4 Χ. Μυλωνόπουλος, Διεθνές Ποινικό Δίκαιο, 1993, Αντ. Ν. Σάκκουλας, σελ. 158.
5 Ε. Ρούκουνας, Διεθνές Δίκαιο, Σχέσεις διεθνούς και εσωτερικού δικαίου, Τρόποι παραγωγής του διεθνούς δικαίου, γ’ έκδοση, Αντ. Ν. Σάκκουλας, σελ. 96.
6 Κ. Ιωάννου- Α. Στρατή, Δίκαιο της Θάλασσας, β’ έκδοση, 2000, Αντ. Ν. Σάκκουλας.
7 Ε. Ρούκουνας, ό.π., σελ. 156.
8 Χ. Μυλωνόπουλος, ό.π., σελ.172-173.
9 Χ. Σατλάνης, Διεθνές Ποινικό Δίκαιο, πηγές και αρχές, σελ.7.
(photo: ruwanthikagunaratne.wordpress.com)
Σχόλια