Διάκριση άμεσου από ενδεχόμενο δόλο στο ποινικό αδίκημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση (299 ΠΚ)-Τελική ποινική μεταχείριση
του Τίτου Καραλάζου, Δικηγόρου Αθηνών
Πολλές είναι οι φορές που την κοινή γνώμη απασχόλησαν υποθέσεις μείζονος κοινωνικοηθικής απαξίας, στην κεντρικότερη θέση των οποίων βρίσκεται το ποινικό αδίκημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση (υπόθεση Αλέξη, Παύλου, Κώστα κλπ.). Οι υποθέσεις αυτές πέραν των υπολοίπων ανοίγουν ευρύ πεδίο νομικής συζητήσεως, αναφορικά με την ποινική μεταχείριση των εκάστοτε φυσικών αυτουργών της τελεσθείσας κάθε φορά ανθρωποκτονίας. Και τούτο διότιδίδεται έμφαση από τους συνηγόρους υπεράσπισης, μεταξύ άλλων, στη διάκριση ανάμεσα στο λεγόμενο άμεσο καιενδεχόμενο δόλο.
Αρχικά, δέον όπως τονισθεί πως θεμελιώδης έννοια του Ποινικού Δικαίου είναι εκείνη της υπαιτιότητας. Σύμφωνα με το άρθρο 26 του Ποινικού μας Κώδικα: «Τα κακουργήματα και πλημμελήματα τιμωρούνται μόνο όταν τελούνται με δόλο. Κατ` εξαίρεση, στις περιπτώσεις που ορίζει ειδικά ο νόμος, τα πλημμελήματα τιμωρούνται και όταν τελούνται από αμέλεια.».
Σύμφωνα δε με το άρθρο 27 του Ποινικού Κώδικα: «1. Με δόλο (με πρόθεση) πράττει όποιος θέλει την παραγωγή των περιστατικών που κατά τον νόμο απαρτίζουν την έννοια της αξιόποινης πράξης, καθώς και όποιος γνωρίζει ότι από την πράξη του ενδέχεται να παραχθούν αυτά τα περιστατικά και το αποδέχεται.
2. Όπου ο νόμος απαιτεί να έχει τελεστεί η πράξη εν γνώσει ορισμένου περιστατικού, δεν αρκεί ο ενδεχόμενος δόλος. Και όπου ο νόμος απαιτεί η πράξη να έχει τελεστεί με σκοπό την πρόκληση ορισμένου αποτελέσματος απαιτείται ο δράστης να έχει επιδιώξει να προκαλέσει αυτό το αποτέλεσμα.».
Στο σημείο αυτό η θεωρία επιχειρεί μία τριπλή διάκριση της έννοιας του δόλου. Στο πρώτο επίπεδο του θεωρητικού οικοδομήματος βρίσκεται ο άμεσος δόλος πρώτου βαθμού. Σύμφωνα με αυτόν ο δράστης πράττει ακριβώς για να πραγματώσει την αντικειμενική υπόσταση του εγκλήματος το οποίο επιθυμεί. Εδώ κυρίαρχο είναι το βουλητικό στοιχείο, η επιθυμία δηλαδή του δράστη να τελέσει το εκάστοτε ποινικό αδίκημα.
Σε ένα δεύτερο επίπεδο διακρίνει κανείς τον άμεσο δόλο δεύτερου βαθμού, το λεγόμενο και «αναγκαίο δόλο». Εδώ ο πράττων προβλέπει την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης ως βέβαιη (αναγκαία) συνέπεια της πράξης του και εντούτοις πράττει, αποδεχόμενος αυτήν και τα αποτελέσματά της. Σε αυτή την κατηγορία δόλου ο δράστης ενδιαφέρεται για την επέλευση του αποτελέσματος χωρίς όμως να είναι βέβαιος για την πλήρη έκταση αυτών. Σε κάθε περίπτωση και εδώ είναι έντονο το βουλητικό στοιχείο.
Τέλος, η θεωρητική διάκριση ολοκληρώνεται με τον ενδεχόμενο δόλο, όπου ο πράττων προβλέπει ως ενδεχόμενη την πραγμάτωση της αντικειμενικής υπόστασης ενός εγκλήματος και εντούτοις πράττει αποδεχόμενος αυτήν. Στον ενδεχόμενο δόλο έχουμε έντονο το γνωστικό στοιχείο, «δηλαδή γνώση της πιθανότητας (δυνατότητας) επελεύσεως του εγκληματικού αποτελέσματος, διαφέρουσα όμως του βουλητικού στοιχείου, γιατί στον ενδεχόμενο δόλο ο δράστης αποδέχεται το ενδεχόμενο επέλευσης του αποτελέσματος, η αποδοχή δε του εγκληματικού αποτελέσματος, ανάγεται μεν στον εσωτερικό κόσμο του δράστη, πλην όμως διαπιστώνεται από εξωτερικά στοιχεία της συμπεριφοράς του που βεβαιώνουν τέτοια αποδοχή» (ΑΠ 776/2010, Ζ’ ΠΟΙΝΙΚΕΣ, ΝΟΜΟΣ).
Κατ’ ουσίαν, όπως άλλωστε και νομολογιακώς έχει κριθεί «Με άμεσο δόλο πράττει αυτός που "θέλει" την παραγωγή του εγκληματικού αποτελέσματος, καθώς και εκείνος που δεν επιδιώκει μεν αυτό, προβλέπει όμως ότι τούτο αποτελεί αναγκαία συνέπεια της πράξεώς του και, παρά ταύτα, δεν αφίσταταi αυτής. Αντίθετα, με ενδεχόμενο δόλο πράττει εκείνος που προβλέπει το εγκληματικό αποτέλεσμα ως δυνατή συνέπεια της πράξεώς του και το "αποδέχεται"» (ΑΠ 192/2015, Ζ΄ΠΟΙΝΙΚΕΣ, ΝΟΜΟΣ).
Τούτων δοθέντων και λαμβανομένου υπόψη του γεγονότος ότι για την τιμώρηση της ανθρωποκτονίας από πρόθεση (άρθρο 299 παρ.1 του Ποινικού Κώδικα: «Όποιος σκότωσε άλλον τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη.») αρκεί οποιοδήποτε είδος δόλου, επομένως και ενδεχόμενου, συνάγονται τα εξής ενδιαφέροντα συμπεράσματα: Για την κατάγνωση της τελικής ποινής, εφόσον διαπιστωθεί η ενοχή του υπό κρίση δράστη, μείζονα ρόλο δεν θα διαδραματίσει το είδος του δόλου βάσει του οποίου προέβη στην τέλεση της ανθρωποκτονίας, αλλά η διαπίστωση ότι συντρέχουν στο πρόσωπό του ελαφρυντικές περιστάσεις, οι οποίες καθορίζονται μεταξύ άλλων από την κοινωνική διαδρομή του, την εν γένει προσωπικότητά του, την εμπράκτως αποδεδειγμένη καλή συμπεριφορά που επέδειξε μετά την πράξη κλπ και ουχί από το είδος του δόλου που χρωμάτισε την πράξη του.
Εν συμπεράσματι, εφόσον αποδειχθεί η τέλεση του ποινικού αδικήματος της ανθρωποκτονίας από πρόθεση από το δράστη, ουδόλως θα επηρεάσει την τελικώς επιβληθείσα ποινή το αν προέβη στην τέλεση της με άμεσο ή ενδεχόμενο δόλο, καθώς για το συγκεκριμένο ποινικό αδίκημα αρκεί οποιοδήποτε είδος δόλου.
*ο Τίτος Καραλάζος είναι δικηγόρος Αθηνών με ειδίκευση στο Ποινικό Δίκαιο
Σχόλια