Υποστήριξη της κατηγορίας - Πρακτικά ζητήματα και κίνδυνος αποβολής

του Τίτου Καραλάζου, Δικηγόρου Αθηνών

Σύμφωνα με το άρθρο 63 ΚΠΔ «Οι δικαιούμενοι κατά τον αστικό κώδικα σε αποζημίωση ή αποκατάσταση από το έγκλημα ή σε χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, ακόμη και όταν από διάταξη νόμου η υποχρέωση για την αποκατάσταση της ζημίας ή την ικανοποίηση της ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης περιορίζεται αποκλειστικά σε τρίτο πρόσωπο, μπορούν να παραστούν στο ποινικό δικαστήριο για την υποστήριξη της κατηγορίας. Ως τέλος παράστασης, με ποινή το απαράδεκτο αυτής, ορίζεται το ποσό των σαράντα (40) ευρώ που καταβάλλεται εφάπαξ με παράβολο υπέρ του δημοσίου είτε κατά την προδικασία είτε κατά την κύρια διαδικασία και καλύπτει την παράσταση μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης. Το ύψος του ανωτέρω τέλους αναπροσαρμόζεται με κοινή απόφαση των υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Εξαιρούνται από την υποχρέωση κατάθεσης παραβόλου οι δικαιούχοι νομικής βοήθειας, όπως αυτοί προσδιορίζονται στο άρθρο 1 του Ν.3226/2004.». Από την εν λόγω διάταξη προκύπτει ότι ο κύκλος των προσώπων που δικαιούνται να παραστούν προς υποστήριξιν της κατηγορίας είναι είτε α)όσοι δικαιούνται αποζημίωσης ή αποκατάστασης από το έγκλημα, είτε β)όσοι δικαιούνται χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, είτε τέλος γ)όσοι δικαιούνται χρηματικής ικανοποίησης λόγω ψυχικής οδύνης. Πρέπει να υπογραμμισθεί στο σημείο αυτό πως για όλες τις ως άνω κατηγορίες κρίσιμη είναι η αρχή της αμεσότητας μεταξύ αφενός μεν της ζημίας που υπέστη ο παραστάς προς υποστήριξιν της κατηγορίας και αφετέρου δε της εγκληματικής πράξης που την προκάλεσε.

Τα δικαιούμενα σε παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας πρόσωπα είναι εν πρώτοις τα φυσικά πρόσωπα, ήτοι ο παθών ή ο άμεσα ζημιωθείς. Στην περίπτωση της ανηλικότητας του δικαιούμενου προσώπου, η δήλωση της υποστήριξης της κατηγορίας γίνεται από τους νόμιμους αντιπροσώπους του, σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις του ΑΚ, όπως προβλέπεται στο άρθρο 82 παρ.2 ΚΠΔ. Βέβαια, δέον όπως υπομνησθεί πως στην περίπτωση του ανίκανου ενήλικου παθόντος ή του περιορισμένα ικανού, τότε τη δήλωση προς υποστήριξη της κατηγορίας την κάνει δια των νομίμων αντιπροσώπων του, ήτοι του δικαστικού συμπαραστάτη.

Παρότι στον ΚΠΔ δεν ορίζεται ρητώς, ικανότητα για παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας έχουν και τα νομικά πρόσωπα. Ως εκ τούτου το φυσικό πρόσωπο το οποίο δηλώνει την παράσταση, δεν είναι το ίδιο φορέας του δικαιώματος, αλλά τη δηλώνει για λογαριασμό του νομικού προσώπου που εκπροσωπεί. Προσέτι, και το Ελληνικό Δημόσιο δύναται να παρασταθεί προς υποστήριξη της κατηγορίας, για πράξεις από τις οποίες υπέστη ηθική βλάβη.

Μείζον πρακτικό ζήτημα αποτελεί ο τρόπος διατύπωσης της δήλωσης για παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας και σε αυτό το σημείο οφείλει να λάβει χώρα μια διπλή διάκριση. Αρχικά κατά την προδικασία, η δήλωση μπορεί να γίνει:

α) Με την κατάθεση της εγκλήσεως, κατ’ άρθρον 51 παρ.1 και 42 παρ.3,4,5 ΚΠΔ. Στην περίπτωση αυτή είτε θα γίνεται ρητή μνεία στο δικόγραφο της εγκλήσεως, είτε θα συμπεριλαμβάνεται στην κατάθεση του παθόντος ή αμέσως ζημιωθέντος, εάν η έγκληση υποβάλλεται προφορικώς.Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι η υποβολή εγκλήσεως σε καμία περίπτωση δεν αναπληρώνει τη δήλωση προς υποστήριξη της κατηγορίας.

β) Με τη μορφή αυτοτελούς έγγραφης δήλωσης που κατατίθεται στον αρμόδιο εισαγγελέα έως την περάτωση της ανάκρισης, είτε αυτοπροσώπως από τον παθόντα ή αμέσως ζημιωθέντα είτε από τον πληρεξούσιό του.

Ακολούθως, η δήλωση προς υποστήριξη της κατηγορίας  μπορεί να γίνει και στο ακροατήριο με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά. Βεβαίως, μπορεί να δοθεί και εγγράφως στην έδρα (παρότι δεν συνηθίζεται) με αποτέλεσμα να ενσωματωθεί στη δικογραφία. Η δήλωση πρέπει να περιέχει συνοπτική έκθεση της υπόθεσης, αλλά και τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η αστική αξίωση. Με τη συνοπτική έκθεση νοείται η αναφορά στο πρόσωπο του υπόπτου ή του κατηγορουμένου, τον τόπο και το χρόνο τέλεσης και τα βασικά περιστατικά που συνθέτουν τις αξιόποινες πράξεις. Επιπροσθέτως, θα πρέπει ο δηλών την παράσταση να επεξηγεί εάν η αστική αξίωση αφορά σε αποζημίωση, σε αυτούσια αποκατάσταση ή σε χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης. Εξυπακούεται ότι η δήλωση δεν θα πρέπει να εξαρτάται από αιρέσεις, αλλά ούτε και να είναι μελλοντική π.χ. «προτίθεμαι να παρασταθώ προς υποστήριξη της κατηγορίας σε μεταγενέστερο χρόνο».

Ζήτημα που επίσης αποκτά ιδιαίτερο πρακτικό ενδιαφέρον είναι η μη νόμιμη παράσταση προς υποστήριξη της κατηγορίας και η υποβολή σχετικών αντιρρήσεων με αποτέλεσμα να «σιωπά» η φωνή του υποστηρίζοντος την κατηγορία. Παράνομη παράσταση έχουμε όταν δεν τηρηθούν οι ουσιαστικές και τυπικές προϋποθέσεις των άρθρων 63-68 και 82-88 ΚΠΔ. Ο τρόπος με τον οποίο ελέγχεται η δηλωθείσα παράσταση περιλαμβάνει είτε την προβολή αντιρρήσεων από τον ύποπτο ή τον κατηγορούμενο, είτε τον αυτεπάγγελτο έλεγχο από το δικαστήριο ή το δικαστικό συμβούλιο, είτε την υποβολή σχετικής προτάσεως από τον εισαγγελέα.

Εν σχέσει με τις αντιρρήσεις από τον ύποπτο ή τον κατηγορούμενο, εκείνες μπορούν να προβληθούν τόσο στην προδικασία, εκκινώντας από το στάδιο της προκαταρκτικής εξέτασης, όσο και κατά την κύρια διαδικασία στο ακροατήριο.Οι αντιρρήσεις πρέπει να είναι έγγραφες και να περιέχουν σαφώς τους λόγους που τις στηρίζουν. Το έγγραφο παραδίδεται στο γραμματέα της εισαγγελίας στο στάδιο της προδικασίας και επ’ αυτού αποφασίζει με τρόπο αμετάκλητο το δικαστικό συμβούλιο, όπως προκύπτει από το αρ.86 ΚΠΔ. Ειρήσθω εν παρόδω, ο έγγραφος τύπος των αντιρρήσεων δεν είναι συστατικός, καθώς δύναται να υποβληθούν και προφορικά, όπως επί παραδείγματι κατά την παροχή των ανωμοτί εξηγήσεων του υπόπτου, αρκεί να καταχωρηθούν εγγράφως στη δικογραφία. Άλλωστε στο ακροατήριο, ο κατηγορούμενος συνήθως προβάλλει τις αντιρρήσεις του με δήλωση που καταχωρίζεται στα πρακτικά και το πράττει από την έναρξη της συζητήσεως μέχρι και την έναρξη της αγόρευσης του συνηγόρου του.

Οι συνέπειες της αποβολής έχουν ως αποτέλεσμα ο μέχρι εκείνη τη χρονική στιγμή, παραστάς προς υποστήριξιν της κατηγορίας να απωλέσει την ιδιότητα του διαδίκου. Για το λόγο αυτό πρέπει να δηλώνεται με εξαιρετική προσοχή η παράσταση προς υποστήριξιν της κατηγορίας. Βέβαια, η αποβολή του υποστηρίζοντος την κατηγορία στην προδικασία ουδόλως τον επηρεάζει να επανέλθει με νέα δήλωση στο ακροατήριο διορθώνοντας αυτή τη φορά ενδεχόμενες πλημμέλειες.

Διαβάστε ακόμα: Διάκριση άμεσου από ενδεχόμενο δόλο στο ποινικό αδίκημα της ανθρωποκτονίας από πρόθεση (299 ΠΚ)-Τελική ποινική μεταχείριση

 

Σχόλια