Επιβολή προστίμου σε διάδικο λόγω παράβασης του καθήκοντος αλήθειας και μη τήρησης των κανόνων της καλής πίστης κατά τη διεξαγωγή της δίκης (ΑΠ)

Άρειος Πάγος Απόφαση 1211 / 2021 (πολ.): Επιβολή προστίμου σε βάρος του εναγομένου Ο.Τ.Α. (Δήμου Λαρισαίων) και υπέρ του Ελληνικού Δημοσίου, χρηματικής ποινής ποσού 1.500 ευρώ, λόγω παράβασης του καθήκοντος αληθείας και µη τήρησης των κανόνων της καλής πίστης κατά τη διεξαγωγή της δίκης.

«Κατά τη διάταξη του άρθρου 205 ΚΠολΔ το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως, με την οριστική απόφασή του, επιβάλλει στο διάδικο ή στο νόμιμο αντιπρόσωπό του ή στο δικαστικό του πληρεξούσιο, ανάλογα με την ευθύνη καθενός, χρηματική ποινή από χίλια (1.000) ευρώ έως δύο χιλιάδες πεντακόσια (2.500) ευρώ, που περιέρχεται στο Δημόσιο ως δημόσιο έσοδο, αν προκύψει από τη δίκη που έγινε, ότι αν και το γνώριζαν (1) άσκησαν προφανώς αβάσιμη αγωγή, ανταγωγή ή παρέμβαση ή προφανώς αβάσιμο ένδικο μέσο ή (2) διεξήγαγαν τη δίκη παρελκυστικά ή δεν τήρησαν τους κανόνες των χρηστών ηθών ή της καλής πίστης ή το καθήκον της αλήθειας. Με τη διάταξη αυτή, η οποία εναρμονίζεται με το άρθρο 116 ΚΠολΔ, καθιερώνεται αποκλειστικά για την εξασφάλιση της διαδικαστικής τάξης, χωρίς καμία επίδραση στο περιεχόμενο της απόφασης, η υποχρέωση του δικαστηρίου και όχι η διακριτική ευχέρεια αυτού, για την επιβολή χρηματικής ποινής, που περιέρχεται στο Δημόσιο, εφόσον διαπιστωθεί δικονομική συμπεριφορά, η οποία έχει αρνητική επενέργεια στην απονομή δικαιοσύνης. Η διάταξη αναφέρεται στην άσκηση προφανώς αβάσιμης αγωγής, ανταγωγής, παρέμβασης ή ενδίκου μέσου. Η απαρίθμηση όμως αυτή είναι ενδεικτική και πρέπει να γίνει δεκτό ότι, από το όλο πνεύμα και το σκοπό της διάταξης, καταλαμβάνει κάθε μορφής αίτηση παροχής έννομης προστασίας. Ως προφανώς αβάσιμο, κατά την έννοια της διάταξης, νοείται το μέσο προστασίας που ασκήθηκε, ενώ ήταν απαράδεκτο ή νομικώς ή ουσιαστικώς αβάσιμο ή ισχυρισμός που προτάθηκε ήταν αναληθής. Το καθήκον αληθείας επεκτείνεται και στην άρνηση ισχυρισμών (ΑΠ 738/2012). Κύρια προϋπόθεση για την επιβολή της ποινής τάξης του άρθρου 205 ΚΠολΔ, αποτελεί το στοιχείο της υπαιτιότητας με την μορφή αμέσου δόλου, χωρίς να αρκεί ενδεχόμενος δόλος ή βαριά αμέλεια (ΑΠ 489/2016, ΑΠ 1443/2014, ΑΠ 738/2012). Η απόρριψη της αγωγής ή του ενδίκου μέσου ως νόμω ή κατ’ ουσίαν αβασίμου δεν υποδηλώνει και παράβαση της παραπάνω διάταξης (ΑΠ 738/2012)…

…Με τον τρόπο όμως αυτό ο εναγόμενος (αναιρεσείων) εκµεταλλευόµενος στο έπακρο την ύπαρξη των αναγκαστικού δικαίου διατάξεων (στις οποίες ο ίδιος κατ’ αρχήν είχε ευθύνη να τηρήσει ως φορέας δημόσιας εξουσίας και όχι ο αντισυµβαλλόµενος αυτού ιδιώτης), υπό την έννοια ότι προέβη στη σύναψη σύμβασης, αποδέχθηκε την εκτέλεσή της και τα αποτελέσματά της, πλην όμως στη συνέχεια, λόγω ύπαρξης τυπικών ελλείψεων αυτής που ο ίδιος είχε ευθύνη να εξασφαλίσει, αποφεύγει (άλλως καθυστερεί απεριόριστα) την εκπλήρωση των ιδίων αυτού υποχρεώσεων (αντιπαροχής) που απορρέουν από αυτές, επέδειξε (αδικαιολόγητα) παρελκυστική συμπεριφορά σε βάρος του ενάγοντα (αντισυµβαλλοµένου αυτού), µε αποτέλεσμα ο τελευταίος να αναγκαστεί για τους ανωτέρω λόγους να απευθύνεται συνεχώς σε ανεξάρτητες αρχές και (εν τέλει στα) Δικαστήρια, µε τα εξ αυτών εξυπακουόµενα έξοδα και αντίστοιχη ταλαιπωρία, κατά πλήρη παραδοχή ως βάσιμων των (πλήρως δικαιολογημένων) περί τούτου σχετικών ισχυρισμών του αντιδίκου του. Σημειώνεται στο σημείο αυτό ότι, ακόμη και η άρνηση της κρινόμενης αγωγής από το εναγόμενο Ο.Τ.Α. (αποτυπωμένη στην εν γένει ανωτέρω δικονομική αυτού συμπεριφορά) ενέχει εμφανέστατα στοιχεία παρελκυστικής δικονομικής αντιμετώπισης από την πλευρά του εναγομένου δεδομένου ότι τα Δικαστήρια καλούνται πλέον να απαντήσουν σε ισχυρισμούς «αφ’ εαυτών» φανερούς που είναι ασφαλώς και με ακρίβεια απολύτως γνωστοί και ήδη έχουν γίνει αποδεκτοί από αυτούς οι οποίοι τους προβάλλουν επιφορτίζοντας παράλληλα τα τελευταία (Δικαστήρια) όλως αδικαιολόγητα και σε βάρος άλλων εκκρεμών υποθέσεων ή όσων πρόκειται να εισαχθούν μελλοντικά και ανήκουν στην αρμοδιότητά τους (π.χ. πλήρωση πινακίων, επιφόρτιση της Γραμματείας του Δικαστηρίου αλλά και του επιλαμβανόμενου της υπόθεσης Δικαστή με την επί μεγάλο χρονικό διάστημα παρακολούθηση της εξελικτικής πορείας της υπόθεσης με την έκδοση πράξεων και αποστολή ηλεκτρονικών μηνυμάτων για την ενημέρωση των φερόμενων ως εμπλεκόμενων διαδίκων κατά τη νέα διαδικασία του άρθρου 237 του ΚΠολΔ κ.λπ.). Ακόμη δε και ο μέσος συνετός άνθρωπος μπορεί έκδηλα και κατά τρόπο εμφανή να διαπιστώσει µε ευχέρεια ότι η κακόπιστη συμπεριφορά αυτή του εναγοµένου είναι αποδοκιμαζόμενη από την ηθική συνήθεια καθώς και την εντιμότητα που θα πρέπει να τηρείται στις συναλλαγές, δεδομένης μάλιστα και της αυξημένης κοινωνικής ευθύνης αυτού λόγω της ιδιότητάς του (Ο.Τ.Α.). Ενόψει των ανωτέρω παραδοχών επομένως και κατ’ αυτεπάγγελτη κρίση του παρόντος Δικαστηρίου, θα πρέπει να του επιβληθεί - λόγω παραβίασης του καθήκοντος αληθείας και της µη τήρησης των κανόνων της καλής πίστης - η χρηματική ποινή που ειδικότερα στο διατακτικό της παρούσας ορίζεται και η οποία θα περιέλθει στο Ελληνικό Δημόσιο (βλ. άρθρα 106 και 205 αρ.2 του ΚΠολΔ) [...]» (areiospagos.gr)

Το πλήρες κείμενο της απόφασης εδώ

Σχόλια