Των Αφροδίτης Σακελλαροπούλου & Πάνου Βασταρούχα*
Η Ελλάδα κατέχει την τρίτη θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.) όσον αφορά τον αριθμό των δικαστών (37 δικαστές ανά 100.000 πολίτες) και δικηγόρων, σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στον "Πίνακα αποτελεσμάτων της Ε.Ε. στον τομέα της δικαιοσύνης 2023".Ωστόσο, αυτή η ισχυρή παρουσία δικαστικού προσωπικού δεν φαίνεται να έχει οδηγήσει σε αύξηση της αποδοτικότητας του δικαστικού συστήματος. Κατά το έτος 2021, οι Έλληνες δικαστές χρειάστηκαν κατά μέσο όρο 728 ημέρες για να περαιώσουν αστικές και εμπορικές υποθέσεις, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν 493 ημέρες. Αυτό δημιουργεί ανησυχίες για τη δυνατότητα του δικαστικού συστήματος να προσφέρει ταχεία και αποτελεσματική δικαιοσύνη στους πολίτες και να καταστήσει τη χώρα ελκυστική σε επενδύσεις.
Οι πρώτες τέσσερις χώρες σε μεγαλύτερο αριθμό δικαστών ανά 100.000 χιλιάδες κατοίκους για το έτος 2021 (source: Council of Europe’s European Commission for the Efficiency of Justice study 2023)
Εκτιμώμενος χρόνος που απαιτείται για την επίλυση αμφισβητούμενων αστικών και εμπορικών υποθέσεων σε πρώτο βαθμό (source: Council of Europe’s European Commission for the Efficiency of Justice study 2023)
Η κοινωνία στην Ελλάδα έχει αλλάξει με την πάροδο του χρόνου, και η εξέλιξη των νομικών και κοινωνικών αναγκών καλεί για μια νέα προσέγγιση. Βρισκόμαστε μέσα σε ένα Ευρωπαϊκό πλαίσιο, όπου το δίκαιο γίνεται όλο και πιο σύνθετο. Αυτό καθιστά την ανάγκη για μια αποδοτική διαδικασία στα δικαστήρια πρώτου βαθμού ακόμη πιο κρίσιμη. Παρ' ότι ξεκίνησαν με ένα περιορισμένο ρόλο, τα Ειρηνοδικεία έχουν εξελιχθεί με επιτυχία για να αντιμετωπίσουν τις σύγχρονες νομικές προκλήσεις, επεκτείνοντας τον ρόλο τους και αναβαθμίζοντας την λειτουργία τους. Η ικανότητά τους να προσαρμόζονται σε διάφορα νομικά ζητήματα, η ανανεωμένη διάρθρωσή τους και η εξειδίκευση των δικαστών τους συνεισφέρουν στην παροχή μιας δίκαιης και αποτελεσματικής δικαιοσύνης για τους κατοίκους της χώρας.
Η υφιστάμενη διάρθρωση των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, με δύο διαφορετικές κατηγορίες που εργάζονται υπό την ίδια νομοθεσία και κανονιστικό πλαίσιο, θεωρείται αντιφατική στη σημερινή εποχή. Αυτή η διχοτόμηση είχε περισσότερο νόημα στο παρελθόν, αλλά με την εισαγωγή του θεσμού της διαμεσολάβησης και τις σύγχρονες αλλαγές σε επικοινωνίες και μεταφορές, φαίνεται πλέον ξεπερασμένη. Το διπλό σύστημα πρωτοβάθμιων δικαστηρίων που λειτουργεί στην ίδια δικαιοδοσία είναι πλέον ένα παρωχημένο μοντέλο, ανεπαρκές για τη σύγχρονη εποχή. Οι λόγοι που αιτιολογούσαν κάποτε τη διαφορά μεταξύ των ειρηνοδικείων και των πρωτοδικείων έχουν χαθεί με την πάροδο του χρόνου, αφήνοντας πίσω ένα αναχρονιστικό σύστημα που πλήττει την αξιοπρέπεια και την αποτελεσματικότητα της δικαιοσύνης οδηγώντας σε μια εικόνα διχασμένης και ανισότιμης Δικαιοσύνης, που περιορίζει τις ευκαιρίες για την εξέλιξη των δικαστών, ενώ ταυτόχρονα προκαλεί σύγχυση στην κατανομή της αρμοδιότητας. Επιπρόσθετα το σύστημα αυτό σαφώς και προκαλεί σπατάλη χρημάτων και δικαστικών πόρων, αφού δημιουργεί δύο διαφορετικές ομάδες πρωτοβάθμιων δικαστών, διατηρώντας μια παράλογη κατανομή των υποθέσεων, επιβαρύνοντας γεωγραφικά υπέρμετρα μερικούς δικαστές και αφήνοντας άλλους ανενεργούς.
Η ενοποίηση των πρωτοβάθμιων Δικαστηρίων θα προσδώσει: Α) Δυνατότητα για εξειδίκευση: Η οργάνωση των Δικαστηρίων σε ειδικευμένα τμήματα, ανάλογα με τον τομέα δραστηριότητας, μπορεί να δώσει ώθηση στην ταχύτητα και αποδοτικότητα της απονομής της δικαιοσύνης. Δικαστές με ειδική γνώση σε συγκεκριμένους τομείς θα οδηγήσουν στην ταχύτερη διεκπεραίωση υποθέσεων με ακρίβεια και ορθοκρισία. Η συμμετοχή των Ειρηνοδικών στο Πολιτικό τμήμα των Δικαστηρίων σε συνδυασμό με την εμπειρία των παραμένοντων Πρωτοδικών, την επιστημονική επάρκεια των ιδίων και την συνεχιζόμενη εκπαίδευσή τους εγγυάται την αναβάθμιση του δικαστικού συστήματος. Η απελευθέρωση Πρωτοδικών από τις Πολιτικές υποθέσεις και ο ορισμός τεσσάρων νέων δικασίμων εντός εκάστου μηνός, θα έχουν ως αποτέλεσμα και την επιτάχυνση της ποινικής δικαιοσύνης. Κατ’ αυτόν τον τρόπο η επιλογή ειδικευμένων δικαστών για ποινικά ή πολιτικά τμήματα αποτελεί μέσο για τη βελτίωση της αποδοτικότητας και της συγκέντρωσης των καθηκόντων τους, αυξάνοντας την εξειδίκευση και την αποτελεσματικότητα του δικαστικού συστήματος. Β)Αντιμετώπιση Περιστατικών Αδράνειας: Η δημιουργία ειδικών πολυμελών τμημάτων στα νέα Δικαστήρια μπορεί να προλάβει και να αντιμετωπίσει τα κενά θα προκύπτουν από απρόβλεπτα γεγονότα ή λόγω αδειών. Η συνεχής λειτουργία των Δικαστηρίων θα διατηρηθεί χωρίς να υπονομευτεί από τέτοιες καταστάσεις. Γ) Ενίσχυση του Δευτεροβάθμιου συστήματος απονομής της Δικαιοσύνης: Η ενοποίηση θα ενισχύσει την εφετειακή δικαιοσύνη, ενθαρρύνοντας την αύξηση των οργανικών θέσεων των Εφετών και προωθώντας ταυτόχρονα την πρόοδο των νέων Δικαστηρίων.
Εντοπίζεται μια ιστορική ευκαιρία, η οποία δεν θα πρέπει να χαθεί λόγω των φοβικών αντιλήψεων και τοπικών επαγγελματικών συμφερόντων. Είναι απαραίτητο για το Ελληνικό Δικαστικό Σύστημα να εναρμονίσει τη διαδικασία της απονομής της δικαιοσύνης με τις ταχύτητες που παρατηρούνται στα ευρωπαϊκά δικαστήρια. Η ενοποίηση των δικαστικών διαδικασιών, σε συνδυασμό με την ψηφιακή διαρθρωτική οργάνωση των δικαστηρίων και των δικών, αναμένεται να καταλήξει στην επιτυχία της σύγχρονης μεταρρύθμισης, ενισχύοντας τη διαφάνεια και την αποδοτικότητα του δικαστικού συστήματος.
Δείτε τις Προτάσεις για νέο δικαστικό χάρτη και κατάσταση Δικαστικών Λειτουργών εδώ
* H Αφροδίτη Σακελλαροπούλου είναι Πταισματοδίκης και ο Πάνος Βασταρούχας είναι Ειρηνοδίκης, αμφότεροι μέλη της ΕΝΔΕ
Ακολουθήστε το Legalnews24 στο Facebook εδώ & στο Instagram εδώ
Σχόλια