Η ηθική βλάβη, η ψυχική οδύνη και η δυσανάλογη αρχή της αναλογικότητας

Του Ιωάννη Μ. Κοτζαμανίδη, Δικηγόρου Παρ’ Αρείω Πάγω (π.Αντιπροέδρου του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης).  

Σχετικά με τα ζητήματα, τα οποία ανέκυψαν μετά την υπ’ αριθμ. 9/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου και αφορούν, τόσο το «εύλογο» όσο και, κυρίως, το «ανάλογο» ύψος της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, θα πρέπει, να τονισθούν και να επισημανθούν τα ακόλουθα:

 Α.- ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΕΙΣ.

Ι.-Όπως είναι γνωστό, ήδη με την προαναφερθείσα υπ’ αριθμ. 9/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, έχει γίνει δεκτό, ότι η εύλογη χρηματική ικανοποίηση, κατά την έννοια του άρθρου 932 ΑΚ, συνιστά αόριστη νομική έννοια (ελεγχόμενη για ευθεία ή εκ πλαγίου παράβαση της εν λόγω διατάξεως), κατά την εξειδίκευση της οποίας, με κριτήρια αντικειμενικά που αντλούνται από τον σκοπό του κανόνα δικαίου, στον οποίο περιέχεται, υπόκειται, με ΕΜΜΕΣΗ ΕΦΑΡΜΟΓΗ, και η αρχή της αναλογικότητας του άρθρου 25 παρ. 1 του Συντάγματος.

Τονίζεται, ότι, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην πιο πάνω ΟλΑΠ 9/2015, με την διάταξη αυτή (άρθρ. 25 παρ. 1 Σ), ο Αναθεωρητικός Νομοθέτης επέλεξε, να κατοχυρώσει ρητά, από το όλο σύστημα των εγγυήσεων για ΤΑ ΕΠΙΤΡΕΠΤΑ ΟΡΙΑΤΩΝ ΕΠΙΒΑΛΛΟΜΕΝΩΝ, ΣΤΑ ΑΤΟΜΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ, ΝΟΜΟΘΕΤΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ, την εγγύηση εκείνη, που είναι γνωστή, ως αρχή της αναλογικότητας.

Η παραδοχή αυτή καθιστά σαφές, ότι το ως άνω «ΣΥΣΤΗΜΑ ΕΓΓΥΗΣΕΩΝ», προστατεύει τα ατομικά δικαιώματα των πολιτών, θέτοντας όρια ΣΤΟΥΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ, που επιβάλλονται στην άσκησή τους, είτε νομοθετικά, είτε καθ’ οποιονδήποτε άλλον τρόπο, και όχι φυσικά το αντίθετο (!!!).

Να τίθενται, δηλαδή, όρια και περιορισμοί στην άσκηση των εν λόγω δικαιωμάτων.

Περαιτέρω, η ίδια πιο πάνω απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, δέχεται, ότι με τον τρόπο αυτό απέκτησε ρητή συνταγματική υφή η προαναφερθείσα αρχή, η οποία, ωστόσο, και προηγουμένως αναγνωριζόταν, ως αρχή συνταγματικής ισχύος, που απορρέει από την ίδια την έννοια του κράτους δικαίου, αλλά και από την ουσία των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων, τα οποία, ως έκφραση της γενικότερης ελευθερίας του ατόμου, ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΠΕΡΙΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΑΤΙΚΗ ΕΞΟΥΣΙΑ, περισσότερο από όσο είναι αναγκαίο, ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ.

Η απόφαση αυτή, στην οποία το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο κατέληξε, με δύο (2) ισχυρές, περί του αντιθέτου, μειοψηφικές απόψεις, καθιέρωσε, κατά τρόπο σαφή και αδιαμφισβήτητο, τον ΑΝΑΙΡΕΤΙΚΟ ΕΛΕΓΧΟ της κρίσης των Δικαστηρίων της ουσίας, σχετικά με το ύψος της επιδικαστέας, σε κάθε διαφορετική περίπτωση, χρηματικής ικανοποιήσεως λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης.

Από το όλο σκεπτικό και τις επί μέρους παραδοχές της, η συγκεκριμένη άποψη της πλειοψηφίας της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου:

1.-Αφ’ ενός μεν, έχει υπαγάγει σε δεύτερη μοίρα, ως «ασθενέστερη» την έννοια του «ΕΥΛΟΓΟΥ» της χρηματικής ικανοποιήσεως, θεωρώντας ισχυρότερη και επικρατέστερη αυτής, την έννοια της ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ, όπως η τελευταία έμμεσα εφαρμόζεται, ως προκύπτουσα από την αντίστοιχη αρχή του άρθρου 25 παρ. 1 του Συντάγματος.

Η παραδοχή αυτή είναι προφανές, ότι περιορίζει και υποβαθμίζει την ουσιαστική επιρροή, που ασκούν τα, γνωστά μέχρι σήμερα, χαρακτηριστικά εκείνα στοιχεία του ΕΥΛΟΓΟΥ της χρηματικής ικανοποίησης (είδος και βαρύτητα της ηθικής προσβολής, περιουσιακή, κοινωνική και προσωπική κατάσταση των μερών και, κυρίως, του παθόντος, βαρύτητα του πταίσματος του δράστη κλπ).

Κι αυτό γιατί σε οποιοδήποτε ποσό κριθεί, με βάση τα πιο πάνω στοιχεία του «ΕΥΛΟΓΟΥ» της επιδικάσεως, ότι πρέπει να ανέλθει η χρηματική ικανοποίηση του παθόντος, και πάλι το ποσό αυτό ΘΑ ΤΕΛΕΙ ΥΠΟ ΤΗΝ ΑΥΣΤΗΡΗ ΤΕΛΙΚΗ ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ, ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΗΝ ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ, περιοριζόμενο στο ... «προσήκον μέτρο», στα πλαίσια του «ισοζυγίου» συνεκτίμησης των αντίθετων συμφερόντων παθόντων –υποχρέων.

2.-Αφ’ ετέρου δε, έκρινε, ότι Η ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΑΡΧΗ ΑΠΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗ, ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΔΕΣΜΕΥΕΙ, κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του Νόμου, να προστρέξει στο κρίσιμο για την όλη έννομη τάξη περιεχόμενο της αρχής της αναλογικότητας.

Οριοθετείται, έτσι, Η ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΜΟΔΙΩΝ ΔΙΚΑΙΟΔΟΤΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ, όταν επιλαμβάνονται της επίλυσης ιδιωτικών διαφορών, να τις επιλύουν κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να υπάρχει μια δίκαιη ισορροπία ανάμεσα στα αντιτιθέμενα συμφέροντα, με παράλληλη προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων.

Ενόψει τούτων, δεν καταλείπεται αμφιβολία, ότι η πιο πάνω συνταγματική διάταξη, ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΑΝ ΡΗΤΑ ΔΕΝ ΑΝΑΦΕΡΕΤΑΙ Σ’ ΑΥΤΗΝ, απευθύνεται και στον Δικαστή, όσον αφορά τις σχέσεις των διαδίκων, καθιερώνοντας αυτήν ως δεσμευτική δικαιϊκή αρχή, όπως και άλλες τέτοιες αρχές, που διατρέχουν το δίκαιο και είναι δεσμευτικές (αρχή του σεβασμού της αξίας του ανθρώπου, αρχή της δίκαιης δίκης κλπ).

Στο «ισοζύγιο» της εφαρμογής της ανωτέρω αρχής, ειδικά στιςπεριπτώσεις επιδικάσεως χρηματικήςικανοποιήσεωςλόγω ηθικήςβλάβης ή ψυχικής οδύνης, τίθενται από την μία πλευρά ο ΣΕΒΑΣΜΟΣ ΤΗΣ ΑΞΙΑΣ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ (όσον αφορά τον παθόντα) και από την άλλη το ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ(όσον αφορά τον υπόχρεο).

Τούτο, δε, γίνεται υπό την ρητή, προς τον φυσικό Δικαστή,«ΟΔΗΓΙΑ», «ΝΑ ΤΗΡΕΙ ΜΙΑ ΔΙΚΑΙΗ ΙΣΟΡΟΠΙΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΑΝΤΙΤΙΘΕΜΕΝΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ, ΜΕ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΩΝ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ».

Στο σημείο, δε, ακριβώς αυτό, επισημαίνεται, ότι «Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΝΟΙΑ ΑΥΣΤΗΡΟΤΕΡΗ ΤΟΥ  ‘‘ΕΥΛΟΓΟΥ’’ ΚΑΙ ΣΥΝΑΚΟΛΟΥΘΑ ΤΟ ΕΥΛΟΓΟ ΕΜΠΕΡΙΕΧΕΤΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΩΣ ΣΤΟ ΑΝΑΛΟΓΟ».

Έτσι, καθίσταται προφανές, ότι όλα όσα γνωρίζαμε και επαναλαμβάναμε, πάγια και απαρέγκλιτα, ως προϋποθέσεις και κριτήρια του «ευλόγου», έρχονται πλέον σε δεύτερη μοίρα και υποχωρούνόταν υπερβαίνουν το «ανάλογο».

ΙΙ.-Περαιτέρω, σύμφωνα και πάλι με την πιο πάνω άποψη της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, από το άρθρο 932 ΑΚ σαφώς προκύπτει, ότι σκοπός της διάταξης είναι να επιτυγχάνεται μία, υπό ευρεία έννοια, αποκατάσταση του παθόντος για την ηθική του βλάβη, λόγω της αδικοπραξίας, ώστε αυτός να απολαύει μία δίκαιη και επαρκή ανακούφιση και παρηγοριά, χωρίς, από το άλλο μέρος, να εμπορευματοποιείται η προσβληθείσα ηθική αξία και να επεκτείνεται υπέρμετρα το ύψος της αποζημιώσεως για ηθική βλάβη, που δεν μπορεί να αποτιμηθεί επακριβώς σε χρήμα.

Με βάση τον σκοπό αυτόν, αντλούνται, στην συνέχεια, ως ουσιώδη χαρακτηριστικά της έννοιας του "ευλόγου", εκείνα τα στοιχεία που αποτελούν τα πλέον πρόσφορα μέσα για την εκπλήρωση του εν λόγω σκοπού της διάταξης.

Τέτοια στοιχεία είναι, κυρίως, το είδος και η βαρύτητα της ηθικής προσβολής, η περιουσιακή, κοινωνική και προσωπική κατάσταση των μερών και, κυρίως, του παθόντος, η βαρύτητα του πταίσματος του δράστη (στον βαθμό που επηρεάζει την ένταση της ηθικής βλάβης), η βαρύτητα του τυχόν συντρέχοντος πταίσματος του θύματος, οι όλες, ειδικώτερες, συνθήκες πρόκλησης της ηθικής βλάβης.

Τα στοιχεία αυτά πρέπει να οδηγούν τον Δικαστή, να σχηματίσει την, κατά το άρθρο 932 ΑΚ, εύλογη κρίση του (όχι κατά τις υποκειμενικές του ανέλεγκτες αντιλήψεις, αλλά) κατ’ εφαρμογή του αντικειμενικού μέτρου, που θα εφάρμοζε και ο Νομοθέτης, αν έθετε ο ίδιος τον κανόνα αποκατάστασης της ηθικής βλάβης στην ατομική περίπτωση.

Συνάγεται, δε, το αντικειμενικό αυτό μέτρο, από τον ανωτέρω σκοπό του άρθρου 932 ΑΚ και, μέσω αυτού, από την όλη κλίμακα των υπερκειμένων σκοπών του συστήματος αποζημίωσης λόγω αδικοπραξίας του ΑΚ.

ΙΙΙ.- Τέλος, σύμφωνα πάντοτε με την προαναφερθείσα απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, γίνεται δεκτό εν όψει όλων των παραπάνω, ότιη κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας, ως προς το ύψος του ποσού της επιδικασθείσης χρηματικής ικανοποίησης, ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΛΕΓΧΕΤΑΙ ΑΝΑΙΡΕΤΙΚΑ, για το αν παραβιάζεται ευθέως ή εκ πλαγίου (άρθρο 559 ΚΠολΔ αναλόγως από τους αρ. 1 ή 19), η αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 2 παρ. 1 και 25 του Συντάγματος), υπό την προεκτεθείσα έννοια, αλλά και όταν διαπιστώνεται υπέρβαση, από το Δικαστήριο της ουσίας, των ακραίων ορίων της διακριτικής του ευχέρειας.

(Βλ. παρακαλούμε, αναλυτικά, για όλα τα παραπάνω, ΑΠ - σε Πλήρη Ολομέλεια - 9/2015).

IV.- Επισημαίνεται, ότι, όπως σαφώς προκύπτει και από το περιεχόμενο της ανωτέρω απόφασης της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, ΔΥΟ (2) ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΕΣ διατύπωσαν την μειοψηφική άποψη, ότι Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ, όπως προβλέπεται στο αρθρ. 25 παρ. 1 του Συντάγματος, ΔΕΝ ΑΠΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΣΤΟΝΔΙΚΑΣΤΗ και, επομένως, η σχετική κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας, για τον καθορισμό της οφειλόμενης χρηματικής ικανοποίησης, δεν υπόκειται στον έλεγχο του Ακυρωτικού, υπό τους όρους της εν λόγω διάταξης.

Η σχετική, όμως, κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας, ελέγχεται για ευθεία ή εκ πλαγίου παραβίαση της διατάξεως του άρθρ. 932 ΑΚ, όταν διαπιστώνεται υπέρβαση, από το ουσιαστικό Δικαστήριο, των ακραίων ορίων της διακριτικής του ευχέρειας.

Τέλος, ΟΚΤΩ (8) ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΕΣ διατύπωσαν την απολύτως αντίθετη μειοψηφική άποψη, ότι η ως άνω κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας ΔΕΝ ΕΛΕΓΧΕΤΑΙ ΑΝΑΙΡΕΤΙΚΩΣ, ούτε όταν ενέχει παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, ούτε και όταν υπερβαίνει τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας.

Στο σημείο αυτό, θα πρέπει, να τονισθεί, ότι με το πιο πάνω ζήτημα της έμμεσης εφαρμογής της αρχής της αναλογικότητας του άρθρ. 25 του Συντάγματος, κατά την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, ασχολήθηκε και η υπ’ αριθμ. 10/2017 απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου.

Η εν λόγω απόφαση, ακολουθώντας τις απόψεις και παραδοχές της υπ’ αριθμ. 9/2015 αποφάσεως της Ολομέλειας, επίσης, του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, έκρινε ότι το Δευτεροβάθμιο Δικαστήριο υπερέβη τα ακραία όρια της διακριτικής του ευχέρειας, επιδικάζοντας, για χρηματική ικανοποίηση, ποσά, το ύψος των οποίων παρεβίασε τις διατάξεις περί αναλογικότητας.

Και στην περίπτωση αυτή, όμως, υπήρξε ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΗ ΓΝΩΜΗ, δηλαδή μειοψηφία ΕΝΟΣ ΜΕΛΟΥΣ ΤΟΥ ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ, με το ιδιαίτερα σημαντικό και ενδιαφέρον, από νομική άποψη, σκεπτικό, ότι ο σχετικός αναιρετικός λόγος έπρεπε να απορριφθεί, ως απαράδεκτος, διότι με αυτόν πληττόταν η ΑΝΑΙΡΕΤΙΚΩΣ ΑΝΕΛΕΓΚΤΗ ΚΡΙΣΗ του Εφετείου, σχετικά με τον προσδιορισμό του ύψους της επιδικαστέας υπέρ των αναιρεσιβλήτων χρηματικής ικανοποίησης, ενώ και αν ακόμη ήθελε εκτιμηθεί, ότι με τον συγκεκριμένο λόγο αποδιδόταν στην προσβαλλόμενη απόφαση παραβίαση της αρχής της αναλογικότητας, ο ανωτέρω λόγος αναιρέσεως θα ήταν, ωσαύτως,ΑΠΑΡΑΔΕΚΤΟΣ, αφού Η ΔΙΑΤΑΞΗ ΑΥΤΗ ΑΠΕΥΘΥΝΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΝΟΜΟΘΕΤΗ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΔΙΚΑΣΤΗ.

[Η από κάθε άποψη εύστοχη και νομικά ορθότατη αυτή θέση του κατά τα ανωτέρω μειοψηφήσαντος Αρεοπαγίτη θυμίζει έντονα την αθάνατη ρήση του Ματχάμα Γκάντι: «ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΑΝ ΕΙΣΑΙ Η ΜΕΙΟΨΗΦΙΑ ΤΟΥ ΕΝΟΣ, Η ΑΛΗΘΕΙΑ  ΕΙΝΑΙ  Η  ΑΛΗΘΕΙΑ»].

Β.- ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΚΑΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΔΕΚΑΕΤΟΥΣ,ΠΕΡΙΠΟΥ,ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ, ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΟλΑΠ 9/2015,ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ.

Κατά την δεκαετή, περίπου, εφαρμογή, από τα αρμόδια Πολιτικά Δικαστήρια της ουσίας,της ανωτέρω «αυστηρότερης» αρχής της αναλογικότητας, παρατηρήθηκε μια σταδιακά δραστική και καταλυτική ΜΕΙΩΣΗ των αποζημιώσεων των θυμάτων από τροχαία ατυχήματα και,ειδικώτερα, των επιδικαζόμενων κονδυλίων για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης.

Θα πρέπει, δε, να τονισθεί, ότι, σε όσες περιπτώσεις εμφανίζονταν κάποιες ευνοϊκές, υπέρ των παθόντων, «παρεκκλίσεις» από τα Πρωτοβάθμια Δικαστήρια, τα Εφετεία εναρμονιζόμενα, πλήρως, με τα δεδομένα της Νομολογίας του Αρείου Πάγου, περιόριζαν και περιορίζουν στα ... δέοντα και αποδεκτά όρια το ύψος των οικείων επιδικάσεων.

Με τον τρόπο αυτό, συν τη παρόδω του χρόνου, διαμορφώθηκε, εν τοις πράγμασι, μια ιδιότυπη «ντιρεκτίβα» προς τα κατώτερα Δικαστήρια της ουσίας, να εφαρμόζουν ένα, κατά το μάλλον ή ήττον, ομογενοποιημένο ιδιότυπο «ΤΙΜΟΚΑΤΑΛΟΓΟ», σε ότι αφορά τις επιδικάσεις κονδυλίων χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης.

Το γεγονός αυτό, όπως είναι αυτονόητο, πλήττει βαρύτατα τους παθόντες των τροχαίων ατυχημάτων (ανάπηρους, παραπληγικούς κλπ), καθώς και τις απορφανισμένες από θανατηφόρα τροχαία ατυχήματα οικογένειες των θυμάτων.

Κατά τον ίδιο ακριβώς χρόνο, τα ασφάλιστρα, τα οποία εισπράττουν οι ασφαλιστικές εταιρείες για την υποχρεωτική ασφάλιση των οχημάτων έχουν υπερπολλαπλασιαστεί, προκειμένου να καλύψουν πλασματικά (δηλαδή μηδέποτε καταβαλλόμενα), κατά κυριολεξίαν, ασφαλίσματα, αν λάβει κανείς, ενδεικτικά, υπ’ όψιν του το γεγονός, ότι το ισχύον κατώτερο ασφάλισμα για σωματικές βλάβες κλπ. ανέρχεται σήμερα στο ποσό του 1.300.000ΕΥΡΩ ξεχωριστά για κάθε θύμα τροχαίου ατυχήματος.

Εξυπακούεται, φυσικά, ότι από τα γνωστά, μέχρι στιγμής, δεδομένα της Νομολογίας, δεν υπάρχει ούτε μια περίπτωση, κατά την οποία να καλύφθηκε ή να πλησίασε, έστω, οποιαδήποτε γνωστή αποζημίωση, ακόμη και το ήμισυ του προαναφερθέντος ασφαλίσματος, το οποίο, έτσι, είναι άνευ αντικειμένου και υφίσταται για να δικαιολογεί τα αντίστοιχα ασφάλιστρα, που πληρώνουν οι ιδιοκτήτες των ασφαλιζόμενων οχημάτων.

(Από μια απλή μελέτη της Νομολογίας, σαφώς, προκύπτει, ότι οι σπάνιες και πλέον ... θεαματικά «υψηλές» επιδικάσεις αποζημιώσεων για θανατηφόρα τροχαία ατυχήματα, που αφορούν ψυχική οδύνη πολυμελών οικογενειών θανατωθέντων προσώπων, δεν υπερβαίνουν ποσά της τάξεως των 400.000 ΕΥΡΩ συνολικά, ενώ, είτε έχει εγκαταλειφθεί, είτε προβάλλεται από συνήθεια, και μόνον, αλλά και για τυπικούς λόγους, εκ μέρους των ασφαλιστικών εταιρειών, η ένσταση περιορισμού της αστικής ευθύνης τους στα όρια του εκ του Νόμου  και της ασφαλιστικής συμβάσεως προβλεπομένου ασφαλίσματος).

Παράλληλα, όπως προκύπτει από τις αντίστοιχες στατιστικές, τα τροχαία ατυχήματα έχουν μειωθεί, κατά 50%, περίπου, λόγω της μείωσης της κυκλοφορίας, η οποία συνιστά αναγκαίο αποτελέσματα της αυξήσεως των καυσίμων και του κόστους συντηρήσεως των οχημάτων, αλλά και της υπερφορολόγησης της κατοχής αυτοκινήτου.

Σε όλα τα παραπάνω, θα πρέπει να υπολογισθούν εξίσου σοβαροί παράγοντες, όπως οι, κατά 40-50%, μειώσεις των μισθών του προσωπικού των ασφαλιστικών εταιρειών, καθώς και ο θεσμός της ΑΝΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ, η οποία καλύπτει ένα σημαντικό μέρος των, καταβαλλομένων από τις ασφαλιστικές εταιρείες, αποζημιώσεων.

Από την άλλη πλευρά, υφίσταται, ως αδιαμφισβήτητο και δεδομένο γεγονός, για τους παθόντες από τροχαία ατυχήματα,η μείωση του κοινωνικού κράτους (μείωση επιδομάτων ασθενείας, περιορισμός συντάξεως αναπηρίας κλπ), αλλά και η αδυναμία των οικογενειών τους να συντηρήσουν τα θύματα των αυτοκινητικών ατυχημάτων (ανάπηρους, παραπληγικούς κλπ).

Μετά ταύτα, εγείρονται εύλογες απορίες και δικαιολογημένα ερωτηματικά, σχετικά με τον τρόπο, που λειτουργεί το ιδιότυπο αυτό «ισοζύγιο» (της ανθρώπινηςζωής και αξιοπρεπείας, αφ’ ενός, και των οικονομικών συμφερόντων και της περιουσίας των,υποχρέων για τις αποζημιώσεις,ασφαλιστικώνεταιρειών, αφ’ ετέρου).

Με ποια κριτήρια, δηλαδή, αξιολογείται, προσδιορίζεται και εκτιμάται η ανθρώπινη ζωή, η υγεία και η αξιοπρέπειατων παθόντων, όταν αποζημιώνονται με ήδη ευτελισμένες και, σε ορισμένες περιπτώσεις, συμβολικές αποζημιώσεις, και υπό ποίους όρους τίθενται φραγμοί υψηλότερων επιδικάσεων, προκειμένου να προστατευθούν τα οικονομικά συμφέροντα και η περιουσία των υποχρέων προς αποζημίωση.

Είναι, συνεπώς, προφανές, ότι με την εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας, υποτίθεται, ότι εξειδικεύεται η αόριστη νομική έννοια της «ΕΥΛΟΓΗΣ ΧΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ» του άρθρ. 932 ΑΚ. «Εξειδίκευση», η οποία, όμως, γίνεταιμε την εφαρμογή εξίσου ... αόριστων και αξιολογικά αδιευκρίνιστων εννοιών, όπως ο «σεβασμός της αξίας του ανθρώπου» (του παθόντος) και το «δικαίωμα της περιουσίας» (του υποχρέου).

Το μόνο ορατό και ουσιαστικά εμφανές αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω είναι, να αποτελεί απαρέγκλιτο, σχεδόν, κανόνα, να επιδικάζονται αποζημιώσεις για χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, οι οποίες, σπανίως, υπερβαίνουν το ποσό των 80.000-100.000 ΕΥΡΩ για θανάσιμο τραυματισμό, ακόμη και δεκαεννιάχρονου ή εικοσάχρονου τέκνου ή αντίστροφα των γονέων ανηλίκων τέκνων, ενώ για τους λοιπούς συγγενείς των θανόντων τα επιδικαζόμενα κονδύλια δεν είναι, απλώς, μέχρις μηδενισμού μειωμένα, αλλά, κατά κυριολεξία, συμβολικά και οικονομικά ανώδυνα, για τους υποχρέους προς αποζημίωση.

Εξυπακούεται, φυσικά, ότι το ίδιο απαξιωτικά και, σε ορισμένες περιπτώσεις,εγγίζοντα τα όρια του οίκτου και της ελεημοσύνης, είναι τα επιδικαζόμενα κονδύλια για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης σε βαρύτατα τραυματισθέντες από τροχαία ατυχήματα παθόντες (παραπληγικούς, αναπήρους κλπ), οι οποίοι, από την μια στιγμή στην άλλη, έχουν εγκαταλείψει την ομαλή και κανονική ζωή τους και έχουν καθηλωθεί, δια βίου, σε αναπηρικές πολυθρόνες κλπ.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός, ότι ο επί τιμή Αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, Αθανάσιος Γ. Κρητικός, στην έκδοση του έτους 2019 του γνωστούσυγγράμματόςτου,«ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΠΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΙΚΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ», παραθέτει περιπτωσιολογία επιδικάσεων κονδυλίων χρηματικής ικανοποίησης για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, οι όποιες αφορούν αποφάσεις της περασμένης δεκαετίας ή των τελευταίων δεκαετιών του προηγούμενου αιώνα, ενώ και οι εκδότες του γνωστούνομικούπεριοδικού«ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΣΥΓΚΟΙΝΩΝΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ» εμφανίζουν, ως ... απροσδόκητο (!!!!!) και ...αξιοθαύμαστο (!!!!!!)γεγονός, την επιδίκαση ανάλογων αποζημιώσεων, που υπερβαίνουν, σε ελάχιστες περιπτώσεις, τα 100.000 ΕΥΡΩ και γίνονται από Πρωτοβάθμια Δικαστήρια, με την σχεδόν βέβαιη προοπτική, ότι θα εξαφανισθούν στο Εφετείο.

Με δεδομένα, λοιπόν, όλα τα παραπάνω, τίθεται το εύλογο ερώτημα, πώς και υπό ποίαν έννοια προστατεύονται, με την εφαρμογή της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας, τα θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα των παθόντων από τροχαία ατυχήματα, η προάσπιση των οποίων υποτίθεται, ότι επέβαλε την έμμεση εφαρμογή του άρθρ. 25 του Συντάγματος, ως παράγοντα αναιρετικού ελέγχου των επιδικαζομένωνκονδυλίωνχρηματικήςικανοποίησης, σύμφωνα με αυτές τις ίδιες τις σκέψεις της υπ’ αριθμ. 9/2015 αποφάσεως της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου.

Κι αυτό γιατί, εκείνο, το οποίο, τελικά, επήλθε, ως αποτέλεσμα, είναι το αντίστροφο: Η ανατροπή, δηλαδή, του υποτιθέμενου «ισοζυγίου» και της σκοπούμενης ισορροπίας των αλληλοσυγκρουόμενων συμφερόντων υπέρ των,υποχρέων προς αποζημίωση, ασφαλιστικών εταιρειών και εις βάρος των θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων προς αποζημίωση.

Γ.- ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΤΥΠΩΣ ΕΞΕΛΙΣΣΟΜΕΝΗ ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΙΔΙΟΤΥΠΟΥ ... «ΤΙΜΟΚΑΤΑΛΟΓΟΥ» ΚΟΝΔΥΛΙΩΝ ΧΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΓΙΑ ΗΘΙΚΗ ΒΛΑΒΗ Ή ΨΥΧΙΚΗ ΟΔΥΝΗ  («ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ» ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΖΗΜΙΩΝ).

Αναφορικά με το ζήτημα αυτό, θα πρέπει να τονισθούν και να επισημανθούν τα εξής:

Ι.- Η κατάσταση, που, με την έμμεση εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας, διαμορφώθηκε και λειτουργεί σήμερα, ως μηχανισμός περικοπής και καθήλωσης των αποζημιώσεων των παθόντων από τροχαία ατυχήματα (ηθική βλάβη και ψυχική οδύνη κυρίως) δεν προέκυψε, φυσικά, ούτε απροσδόκητα, ούτε ξαφνικά.

Σαφέστατα και αδιαμφισβήτητα αποτελεί προϊόν και επιτυχές αποτέλεσμα των μακροχρόνια ασφυκτικών πιέσεων, που ασκήθηκαν από την «ΕΝΩΣΗ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ» και του «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» προς την Πολιτεία και, κυρίως, προς την «ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ», με την οποία διατηρούν, όπως είναι γνωστό, προνομιακή και πλεονεκτική σχέση.

Συνέβαλε, φυσικά, και η παθητική έως ανύπαρκτη στάση, την οποία τα τελευταία χρόνια τηρούν ως προς το ζήτημα αυτό η Ολομέλεια των Δικηγορικών Συλλόγων της Χώρας, οι τοπικοί Δικηγορικοί Σύλλογοι και οι επιστημονικές ενώσεις των νομικών, που εφαρμόζουν καθημερινά στην πράξη το Δίκαιο της αποζημιώσεως.

Κωδικοποιημένα, οι κατά τα ανωτέρω πιεστικές απόψεις της «Ε.Α.Ε.Ε.» και του «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» διατυπώθηκαν, για πρώτη φορά, την 20-11-2012 με το δημοσιευμένο στην ιστοσελίδα «ΔΙΚΑΣΤΗΣ» άρθρο του Προέδρου της Επιτροπής Ατυχημάτων αμφοτέρων, Δημητρίου Ζορμπά.

Πρόκειται για ζητήματα επί των οποίων ο διάλογος εξακολουθεί να συνεχίζεται μεταξύ «Ε.Α.Ε.Ε.» και της Πολιτείας και προμηνύει ακόμη χειρότερες, για τους δικαιούχους αποζημιώσεως, εξελίξεις.

ΙΙ.- Συνοπτικά, οι Ασφαλιστές και το «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ» ήδη από το έτος 2012 διατυπώνουν την άποψη, ότι:

 1.- Τα ποσά της αποζημίωσης για ηθική βλάβη και ψυχική οδύνη «επειδή ακριβώς δεν … στηρίζονται σε ιατρικά δεδομένα ή αμιγώς οικονομικά στοιχεία, καθώς αφορούν αγαθά, τα οποία ΔΕΝ  ΕΧΟΥΝ  ΑΞΙΑ  ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ  ΜΕΤΡΗΣΙΜΗ, προσδιορίζονται από τον Έλληνα Δικαστή ελεύθερα και υποκειμενικά, κάνοντας ο τελευταίος, επί του προκειμένου, χρήση της πλήρους ανεξαρτησίας και της διακριτικής ευχέρειας του» (!!!!!).

Είναι, βέβαια, γνωστό, ότι ειδικά για την ηθική βλάβη, λαμβάνονται υπ’ όψιν τα ιατρικά δεδομένα και, ειδικώτερα, οι δυσμενείς, για την υγεία, την ικανότητα για εργασία, την κοινωνική ζωή κλπ. του παθόντος, συνέπειες, ενώ και για την ψυχική οδύνη εκτιμώνται, δεόντως, τα ψυχικά και ψυχιατρικά προβλήματα των οικείων του θανόντος, που απορρέουν από την ξαφνική και απροσδόκητη απώλειά του.

Συνεπώς, είτε σκόπιμα, είτε εξ αμελείας, παραπλανητικά και αδόκιμα υποστηρίζει το αντίθετο.

Το κυριότερο, όμως, είναι, ότι εκδηλώνεται ευθέως η έλλειψη εμπιστοσύνης προς τον Έλληνα Δικαστή, ο οποίος, εμμέσως πλην σαφώς, θεωρείται ανεπιθύμητος για την επίλυση των διαφορών από τροχαία ατυχήματα, εμφανίζοντας άκριτα και αναιτιολόγητα την κρίση του ως «αυθαίρετη» και απολύτως «υποκειμενική».

2.-Η ίδια πιο πάνω άποψη υποστηρίζει, ότι, ακριβώς γιατί η επιδίκαση των ποσών της χρηματικής ικανοποίησηςδεν υπακούει σε κανόνες (ισοπεδωτική και άνευ διακρίσεως για όλους … τιμολόγηση), δημιουργούνται …ΑΔΙΚΙΕΣ μεταξύ των παθόντων λόγω … ανομοιομορφίας των ως άνω ποσών.

Προφανώς, αξιώνεται, αντί να αδικούνται ορισμένοι, απ’ τα ποσά που τους επιδικάζονται, καλό θα ήταν να αδικούνται ΟΛΟΙ (!!!!!).

Εξυπακούεται, ότι η άποψη αυτή αδιαφορεί πλήρως για την ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΤΑ ΕΙΔΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΚΑΘΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗΣ, που, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, επιβάλλουν  ... «ανομοιόμορφες» επιδικάσεις.

3.-Κατά τρόπο εντελώς ανακριβή και παραπλανητικό,η ανωτέρω άποψη υποστηρίζει, ότι παρατηρείται νομολογιακά <<συνεχής διόγκωση του ύψους των επιδικαζόμενων ποσών (ηθικής βλάβης και ψυχικής οδύνης),ως απόρροια, κάθε φορά, της αύξησης των κατώτατων ορίων της υποχρεωτικής ασφάλισης της αστικής ευθύνης από την κυκλοφορία οχημάτων>>.

Το ότι σε πλείστες όσες περιπτώσεις ΔΕΝ  ΠΑΡΑΤΗΡΕΙΤΑΙ  ΥΨΩΤΙΚΗ, ΑΛΛΑ  ΠΤΩΤΙΚΗ ΤΑΣΗ στα ποσά των επιδικαζόμενων αποζημιώσεων για ηθική βλάβη και ψυχική οδύνη και, μάλιστα, κατά τρόπο που εναρμονίζεται πλήρως με παλαιότερο «τιμοκατάλογο» επιθυμητών επιδικάσεων, τον οποίο είχε επίσης αναρτήσει στο διαδίκτυο ο πιο πάνω αρθρογράφος, είναι γνωστό σε όλους.

Ερωτάται, όμως, εύλογα:

α.-Ποια ήταν η αντίστοιχη αύξηση στα ασφάλιστρα των ασφαλιστικών εταιρειών και ποια τα προκύψαντα υπερκέρδη τους από την αιτία αυτή και, μάλιστα, τα τελευταία χρόνια, που διαμορφώθηκαν μονοπωλιακές συνθήκες στην ασφαλιστική αγορά, μετά το κλείσιμο πολλών ασφαλιστικών εταιριών ;;;

β.-Υπάρχει ΕΣΤΩ ΚΑΙΜΙΑ απόφαση, που όχι να υπερέβη, αλλά να πλησίασε, έστω και κατά το ήμισυ, τα κατώτατα όρια υποχρεωτικής ασφάλισης;;; Αν ναι, θα πρέπει να κατονομασθεί συγκεκριμένα. Αν όχι, τότε είναι προφανές, ότι η αύξηση των εν λόγω κατώτατων ορίων για παραπλανητικούς και μόνον λόγους μπορεί να εκτιμηθεί, ότι χρησιμοποιείται, ως επιχείρημα.

4.-Παράλληλα, η πιο πάνω άποψη, με προδήλως ΕΞΩΝΟΜΙΚΑ, αλλά ευλόγως κατανοητά ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ κριτήρια, προτείνει να μειωθεί ο κύκλος των προσώπων, που εντάσσονται στην οικογένεια (που τώρα είναι … «ιδιαίτερα ευρύς»), με αποτέλεσμα να «διογκώνεται περισσότερο το κόστος αποζημιώσεως ενός τροχαίου ατυχήματος»(!!!!!).

Εδώ, πραγματικά, αδυνατεί κανείς, να απαντήσει, με νομικά επιχειρήματα. Κι αυτό γιατί το μόνο που πρόδηλα προκύπτει,απ’ αυτήν την ίδια την διατύπωση του πιο πάνω «επιχειρήματος»,είναι τα κίνητρα και τα συμφέροντα, που υπαγόρευσαν την συγκεκριμένη θέση και την σχετική αρθρογραφία και όχι η ορθή και προσήκουσα εφαρμογή του Νόμου.

5.-Η αποστροφή της σχολιαζόμενης άποψης, για την «ενοχλητική» προφανώς προσφυγή του παθόντος πολίτη στον φυσικό του Δικαστή, εκδηλώνεται απροκάλυπτα, με την διατύπωση της … διαπίστωσης, ότι «Μεγάλος αριθμός διαφορών, από τροχαίο ατύχημα με σωματικές βλάβες ή θάνατο, οδηγείται στα Δικαστήρια με την ελπίδα ευνοϊκής μεταχείρισης από τον Δικαστή».  

Πράγμα, που εμποδίζει τον … «γρήγορο εξωδικαστικό διακανονισμό», τον οποίο, προφανώς, επιθυμούν οι ασφαλιστικές εταιρείες, για να προσφέρουν ψιχία αποζημιώσεων στους παθόντες.

Για να γίνει, δε, πιο … ελκυστικό το πάνω επιχείρημα του, ο αρθρογράφος δεν ξεχνά, φυσικά, τους Δικηγόρους, Πραγματογνώμονες κλπ., που υποτίθεται, ότι απομυζούν … την αποζημίωση των παθόντων (!!!!!).

6.-Με βάση, λοιπόν, όλα τα παραπάνω, η ανωτέρω άποψη καταλήγει στην διατύπωση της πρότασης για «την ανάγκη καθιέρωσης, σε εθνικό επίπεδο, συστήματος, που επιτρέπει ΤΟΝ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΟ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟ των οφειλομένων αποζημιώσεων, λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, σύμφωνα με την … ευρωπαϊκή εμπειρία».

Ειδικώτερα:

α.- Προτείνει, να εφαρμοσθεί το Ισπανικό Σύστημα, σύμφωνα με το οποίο τα ποσά της αποζημιώσεως δεν θα εκτιμώνται χωριστά για κάθε ζημία, αλλά … ΣΩΡΕΥΤΙΚΑ(!!!!!), τόσο για τις οικονομικής φύσεως ζημίες (όπως είναι η απώλεια εισοδήματος, η διατροφή κλπ.), όσο και για τις μη οικονομικής φύσεως ζημίες (ηθική βλάβη, ψυχική οδύνη).

ΜΙΑ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΔΗΛΑΔΗ ΓΙΑ ΟΛΑ (!!!!!).

Η αποζημίωση αυτή θα υπολογίζεται, με βάση ένα προκαθορισμένο σύστημα ΠΟΝΤΩΝ, το άθροισμα των οποίων θα μετατρέπεται σε ποσό ΕΥΡΩ, το οποίο θα τελεί σε συνάρτηση με την ηλικία του παθόντος και θα συνιστά την συνολική αποζημίωση,που θα δικαιούται ο παθών ΓΙΑ ΟΛΑ ΤΑ ΕΙΔΗ ΖΗΜΙΩΝ ΠΟΥ ΥΠΕΣΤΗ (δηλαδή οικονομικής και μη οικονομικής φύσεως ζημίες).

β.- Προτείνεται,επίσης, να εφαρμοσθεί και το Γαλλικό Σύστημα και ΝΑ ΜΕΙΩΘΕΙ Ο ΑΡΙΘΜΟΣ ΤΩΝΔΙΚΑΙΟΥΜΕΝΩΝ ΧΡΗΜΑΤΙΚΗΣ ΙΚΑΝΟΠΟΙΗΣΗΣ ΓΙΑ ΨΥΧΙΚΗ ΟΔΥΝΗ ΠΡΟΣΩΠΩΝ (μόνο οι γονείς και τα τέκνα και όχι άλλα πρόσωπα).

Και εδώ ο υπολογισμός θα γίνεται, με την κατηγοριοποίηση των σωματικών βλαβών σε επτά (7) βαθμίδες (κλίμακες), ανάλογα με την σοβαρότητά τους και, στην συνέχεια, μετά την υπαγωγή της συγκεκριμένης περιπτώσεως στην αντίστοιχη βαθμίδα, θα υπολογίζεται η αποζημίωση, με βάση ΠΟΝΤΟΥΣ και ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΤΗ.

γ.-  Εν τέλει, δε, και αφού αναφέρονται και άλλα παρόμοια (άσχετα με το ελληνικό δικαιϊκό σύστημα) ευρωπαϊκά παραδείγματα (Ολλανδικό, Αγγλικό κλπ.), η πιο πάνω άποψη εισηγείται και την … ΠΛΗΡΗ  ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ  ΤΗΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΟΔΥΝΗΣ, γιατί αυτή δεν αναγνωρίζεται από την Γερμανική Νομοθεσία(!!!!!).

Κάτι τέτοιο, βέβαια, δεν ισχύει, γιατί ήδη με το Νόμο 17/7/2017, που δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα Δημοσιεύσεως των Ομοσπονδιακών Νόμων (B.G.BLATT) αναγνωρίσθηκε νομοθετικά το δικαίωμα των συγγενών του θανόντος για αποζημίωση λόγω ψυχικής οδύνης.

ΙΙΙ.- Ανεξάρτητα, όμως, απ’ όλα τα παραπάνω, θα πρέπει, να τονισθεί, ότι, όπως προαναφέρθηκε, η επί δεκαετία, περίπου, εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας, με βάση τα δεδομένα και τις παραδοχές της ανωτέρω αποφάσεως της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, δημιούργησε μια ουσιαστική ΟΜΟΓΕΝΟΠΟΙΗΣΗ των επιδικαζόμενων ποσών για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, διαμορφώνοντας έναν, κατά το μάλλον ή ήττον, άτυπο «ΤΙΜΟΚΑΤΑΛΟΓΟ» των, σε επίπεδο, κυρίως, εφετειακών κρίσεων, επιδικαζόμενων ποσών.

Υπό την έννοια αυτή, φαίνεται να επιβάλλεται τελικά, κατά ένα μεγάλο μέρος, η αξίωση των Ασφαλιστικών Εταιρειών και του «ΕΠΙΚΟΥΡΙΚΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ» για την «αντικειμενικοποίηση» του υπολογισμού των ανωτέρω ζημιών και αποζημιώσεων.

Πρόκειται, προφανώς, για καθαρά εμπορικού και οικονομολογικού χαρακτήρα επιδίωξη, η οποία, ειδικά για την περίπτωση της χρηματικής ικανοποίησης, είναι εντελώς ανεφάρμοστη και ανεδαφική.

Κι αυτό γιατί, στις συγκεκριμένες αυτές επιδικάσεις, κάθε περίπτωση είναι ΞΕΧΩΡΙΣΤΗ και αποτιμάται ΜΕ ΕΞΕΙΔΙΚΕΥΜΕΝΑ ΑΤΟΜΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ, τα οποία δεν επιδέχονται οποιαδήποτε ισοπεδωτική ομαδοποίηση και υποβολή τους σε ενιαίους υπολογιστικούς κανόνες και αλγόριθμους.

Ως προς το ζήτημα αυτό, χρήσιμο είναι να λάβει κανείς υπ’ όψιν του και την σχετική, νομικά άρτια και αιτιολογημένη, άποψη του Αθ. Γ. Κρητικού, ο οποίος στην τελευταία έκδοση του συγγράμματός του, που προαναφέρθηκε, διαλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Πρέπει ο δικαστής της ουσίας κατά τον καθορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποιήσεως του δικαιούχου να λαμβάνει υπόψη ανάλογες προς σύγκριση προσφερόμενες περιπτώσεις.ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΝΑ ΥΠΑΡΞΕΙ ΣΧΗΜΑΤΟΠΟΙΗΣΗ ΤΩΝ  ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΝ  ΤΗΣ  ΗΘΙΚΗΣ ΒΛΑΒΗΣ  ΉΨΥΧΙΚΗΣ ΟΔΥΝΗΣ, ακριβώς  ΛΟΓΩ  ΤΗΣ  ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑΣ που εμφανίζει κάθε περίπτωση.

Έτσι και δεν μπορεί να διεκδικήσει απόλυτη αξία η διατύπωση πινάκων, που επιχειρείται αλλαχού.

Όμως, ως ένα βοήθημα προσανατολισμού, έχουν χρήσιμη αξία οι κριθείσες από τη νομολογία περιπτώσεις.

Έτσι, το δικαστήριο της ουσίας, ξεκινώντας από τις τελευ­ταίες, θα λαμβάνει υπόψη -προς μείωση ή επαύξηση του ποσού- ΤΑ ΙΔΙΑΙΤΕΡΑ ΧΑΡΑ­ΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ  ΤΗΣ  ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΩΣ, σε συνδυασμό με τις εν τω μεταξύ επελθούσες οικονομικές εξελίξεις και τις τυχόν μεταβεβλημένες αξιολογικές παρα­στάσεις».

(Βλ. παρακαλούμεΑ. Γ. Κρητικού «ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗ ΑΠΟ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΙΚΑ ΑΤΥΧΗΜΑΤΑ» έκδ. 2019,Α’ Τόμο, παρ. 110, σελ. 634)

Δ.- ΕΠΙΜΕΤΡΟ.

Απ’ όλα όσα αναλυτικά πιο πάνω ενδεικτικά επισημάνθηκαν, εκείνο, το οποίο, από νομική και κοινωνική άποψη, αποκτά ιδιαίτερη σημασία, είναι, εάν, στην πράξη, η έμμεση εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας, θα εφαρμοσθεί σύμφωνα με τον (και με βάση την υπ’ αριθμ. 9/2015 απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου) επιδιωκόμενο σκοπό του Συνταγματικού Νομοθέτη.

Να λειτουργήσει, δηλαδή, ως σύστημα εγγυήσεων, που προστατεύει τα δικαιώματα των πολιτών,ΘΕΤΟΝΤΑΣ ΟΡΙΑ ΣΤΟΥΣ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΟΥΣ ΤΩΝ ΑΤΟΜΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ και όχι, φυσικά, το αντίθετο.

Να μην δημιουργηθεί ένα άτυπο σύστημα «LIMITUP»και, υπό μορφήν ενιαίου «τιμοκαταλόγου», ομαδοποιημένης τυποποίησης των επιδικαζόμενων, υπέρ των παθόντων από τροχαία ατυχήματα, κονδυλίων.

Ελπίζουμε, ότι θα συμβεί το πρώτο και ότι η Νομολογία θα ακολουθήσει την μόνη ορθή και ανεξάρτητη οδό της εκτίμησης και επιδίκασης των ανωτέρω κονδυλίων, ελεύθερα και εξατομικευμένα, χωρίς προσχηματικούς περιορισμούς και εξαναγκαστικές άτυπες ντιρεκτίβες.

* Ο Ιωάννης Μ. Κοτζαμανίδης είναι  Δικηγόρος Παρ’ ΑρείωΠάγω, π. Αντιπρόεδρος Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, Ορφανίδου 1 & Φράγκων, 546 26 Θεσσαλονίκη, τηλ : 2310-540069, 6974-977714, ikotzamanidis@gmail.com

Σχόλια