Η κάρτα επιβίβασης αρκεί ως αποδεικτικό στοιχείο για την ύπαρξη επιβεβαιωμένης κράτησης σε πτήση (ΔΕΕ)
Στην Απόφαση του στην υπόθεση C-20/24 (Cymdek) [1], ως προς τα δικαιώματα επιβατών αεροπορικών μεταφορών, το ΔΕΕ έκρινε ότι η κάρτα επιβίβασης αρκεί ως αποδεικτικό στοιχείο για την ύπαρξη επιβεβαιωμένης κράτησης σε πτήση.
Το γεγονός ότι το αντίτιμο οργανωμένου ταξιδίου το οποίο περιλαμβάνει και πτήση, καταβλήθηκε από τρίτον, δεν αποκλείει το δικαίωμα αποζημίωσης σε περίπτωση μεγάλης καθυστερήσεως της πτήσης.Αερομεταφορέας που εκτελεί ναυλωμένες πτήσεις συνήψε σύμβαση με ταξιδιωτικό πράκτορα. Σύμφωνα με τη σύμβαση, ο αερομεταφορέας ανέλαβε να εκτελέσει σε συγκεκριμένες ημερομηνίες πτήσεις για τις οποίες ο ταξιδιωτικός πράκτορας κατέβαλε το σχετικό αντίτιμο και πώλησε εισιτήρια σε επιβάτες.
Δύο επιβάτες συμμετείχαν σε οργανωμένο ταξίδι που περιελάμβανε πτήση από την Τενερίφη προς τη Βαρσοβία, η οποία καθυστέρησε περισσότερο από 22 ώρες κατά την άφιξη. Η σύμβαση για το οργανωμένο ταξίδι είχε συναφθεί μεταξύ τρίτης εταιρίας, εξ ονόματος των επιβατών αυτών, και του εν λόγω ταξιδιωτικού πράκτορα.
Οι επιβάτες αυτοί αξίωσαν από τον αερομεταφορέα αποζημίωση βάσει του δικαίου της Ένωσης [2]. Ο αερομεταφορέας αρνήθηκε την καταβολή αποζημίωσης. Συγκεκριμένα, υποστήριξε ότι οι επιβάτες δεν είχαν στην κατοχή τους επιβεβαιωμένη και πληρωμένη κράτηση για τη συγκεκριμένη πτήση, τα δε αντίγραφα των καρτών επιβιβάσεως δεν αποτελούσαν επαρκές αποδεικτικό στοιχείο προς τούτο. Κατά τον αερομεταφορέα, το οργανωμένο ταξίδι των εν λόγω επιβατών είχε πληρωθεί από τρίτη εταιρία με προνομιακούς όρους. Θεωρεί, κατά συνέπεια, ότι οι επιβάτες αυτοί ταξίδεψαν δωρεάν ή με μειωμένο ναύλο, γεγονός που αποκλείει το δικαίωμα αποζημιώσεως [3].
Το πολωνικό δικαστήριο στο οποίο προσέφυγαν οι επιβάτες απευθύνθηκε στο Δικαστήριο. Ερωτά αν, αντιθέτως προς όσα υποστηρίζει ο αερομεταφορέας, οι επιβάτες θα πρέπει να αποζημιωθούν βάσει του δικαίου της Ένωσης.
Το Δικαστήριο απαντά καταφατικά. Εκτιμά ότι η κάρτα επιβιβάσεως μπορεί να συνιστά άλλο στοιχείο που αποδεικνύει ότι η κράτηση έγινε δεκτή και καταχωρήθηκε από τον αερομεταφορέα ή τον ταξιδιωτικό πράκτορα για τη συγκεκριμένη πτήση. Συνεπώς, πλην εξαιρετικών περιστάσεων, οι επιβάτες οι οποίοι προσήλθαν στον έλεγχο εισιτηρίων και ταξίδεψαν εφοδιασμένοι με κάρτα επιβιβάσεως για τη συγκεκριμένη πτήση, πρέπει να θεωρηθεί ότι διαθέτουν επιβεβαιωμένη κράτηση στην πτήση.
Επιπλέον, το Δικαστήριο δεν θεωρεί ότι οι εν λόγω επιβάτες ταξίδεψαν δωρεάν ή με μειωμένο ναύλο που δεν ήταν άμεσα ή έμμεσα διαθέσιμο στο κοινό. Τέτοια περίπτωση θα συνέτρεχε μόνον εάν ο αερομεταφορέας ήταν εκείνος ο οποίος τους είχε παράσχει τη σχετική δυνατότητα. Ως εκ τούτου, το γεγονός ότι τρίτος κατέβαλε το αντίτιμο του οργανωμένου ταξιδίου στον ταξιδιωτικό πράκτορα και ότι αυτός, με τη σειρά του, κατέβαλε το αντίτιμο της πτήσεως στον αερομεταφορέα με βάση τις τιμές της αγοράς, δεν εμποδίζει τους επιβάτες να προβάλουν το δικαίωμά τους αποζημιώσεως.
Το Δικαστήριο επισημαίνει επίσης ότι στον αερομεταφορέα εναπόκειται να αποδείξει, κατά τα προβλεπόμενα στο εθνικό δίκαιο, ότι ο επιβάτης ταξίδεψε δωρεάν ή με μειωμένο ναύλο. (curia.europa.eu/photo freepik.com)
________________
1 Η ονομασία που έχει δοθεί στην παρούσα υπόθεση είναι πλασματική. Δεν αντιστοιχεί στο πραγματικό όνομα κανενός διαδίκου.
2 Κανονισμός (ΕΚ) 261/2004 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 11ης Φεβρουαρίου 2004, για τη θέσπιση κοινών κανόνων αποζημίωσης των επιβατών αεροπορικών μεταφορών και παροχής βοήθειας σε αυτούς σε περίπτωση άρνησης επιβίβασης και ματαίωσης ή μεγάλης καθυστέρησης της πτήσης.
3 Κατά το άρθρο 3, παράγραφος 3, του κανονισμού 261/2004.
Σχόλια